Η διεθνής κρίση σε συνδυασμό με το οξύ δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας οδήγησε στην περαιτέρω επιβάρυνση του κόστους δανεισμού για την Ελλάδα. Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος που ανακοινώθηκαν χθες για την πορεία της αγοράς των ομολόγων δείχνουν ότι συνεχίστηκε η διεύρυνση των spreads μεταξύ των ελληνικών και γερμανικών ομολόγων που θεωρούνται δείκτης αναφοράς στην ευρωζώνη.

Στην ουσία η επιδείνωση των μακροοικονομικών δεδομένων της χώρας σε συνδυασμό με την αύξηση του ελλείμματος του Δημοσίου, το οποίο ανήλθε στα 10,2 δισ. ευρώ σε ταμειακή βάση το α΄ εξάμηνο του έτους αποτυπώνεται στον συγκεκριμένο δείκτη, παρ΄ ότι η οικονομία προστατεύεται από το περιβάλλον της ευρωζώνης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι έναν χρόνο πριν η διαφορά με τα γερμανικά ομόλογα ήταν μόλις 20 μονάδες βάσης. Κατά τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών εφέτος το κόστος δανεισμού του Δημοσίου θα επιβαρυνθεί με περισσότερα από 600 εκατ. ευρώ.

Σύμφωνα με κορυφαίους παράγοντες του υπουργείου, η εξέλιξη αυτή καθιστά περισσότερο αναγκαία τη λήψη μέτρων που θα οδηγήσουν στον έλεγχο των δαπανών του Δημοσίου, αλλά και στην εξασφάλιση πόρων που θα διατεθούν για τη μείωση του δημοσίου χρέους το οποίο ανήλθε στο ύψος ρεκόρ των 251,9 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του έτους.

Το χρέος επιβαρύνθηκε τους έξι πρώτους μήνες του έτους κατά 10,2 δισ. ευρώ. Σε αυτό το ύψος ανήλθε το ταμειακό έλλειμμα του Δημοσίου, το οποίο καλύφθηκε με νέο δανεισμό- έκδοση ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Δημοσίου- και μάλιστα με υψηλότερα επιτόκια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας, πέρυσι, χρονιά εκλογών, το ταμειακό έλλειμμα διαμορφώθηκε στα 12,8 δισ. ευρώ και χρηματοδοτήθηκε εξ ολοκλήρου με την έκδοση ομολό γων. Το 2006 ήταν η καλύτερη χρονιά για το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς το ταμειακό έλλειμμα συγκρατήθηκε στα 10,7 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή είναι εφέτος τους πρώτους έξι μήνες.

Το 2005, χρονιά που η κυβέρνηση ολοκλήρωσε την απογραφή, το ταμειακό έλλειμμα ανήλθε σε 15,3 δισ. ευρώ.

Επιβαρυντική η διαφορά στις αποδόσεις ελληνικών και γερμανικών ομολόγων

Σωρευτικά, τα τέσσερα αυτά χρόνια το Δημόσιο «μπήκε μέσα» κατά 49 δισ. ευρώ.

Είναι προφανές ότι, παρά την αύξηση της φορολογίας (των συντελεστών του ΦΠΑ το 2006, τις διαδοχικές αυξήσεις στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης των καυσίμων, τις δύο μεγάλες αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών και την καθιέρωση του ΦΠΑ στα ακίνητα), η ανεξέλεγκτη αύξηση των δαπανών του Δημοσίου οδηγεί στη διεύρυνση των ελλειμμάτων σε απόλυτα μεγέθη. Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τον υπουργό Οικονομίας κ. Γ.Αλογοσκούφη είναι ότι, παράλληλα με την αύξηση των λειτουργικών δαπανών του Δημοσίου, αυξάνονται σημαντικά οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους.

Παρ΄ ότι στον προϋπολογισμό προβλεπόταν ότι εφέτος θα απαιτηθεί για πληρωμή τόκων το ποσό των 10,5 δισ. ευρώ (!) λόγω της διεθνούς κρίσης, της αύξησης των επιτοκίων του ευρώ αλλά κυρίως των spreads, δηλαδή της διαφοράς στο επιτόκιο που δανείζεται η Ελλάδα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (η σύγκριση του επιτοκίου γίνεται με το κόστος δανεισμού των γερμανικών δεκαετών ομολόγων), το ποσό αυτό προβλέπεται να επιβαρυνθεί σημαντικά.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τον Ιούλιο η διαφορά των αποδόσεων μεταξύ του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου αναφοράς και του αντίστοιχου γερμανικού αυξήθηκε στις 64 μονάδες βάσης (bps) από 62 τον Ιούνιο.