Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχουμε παρατηρήσει το δολάριο να ανεβαίνει και να πέφτει με έναν τρόπο που είναι απολύτως συνεπής με την κυκλική πορεία της αμερικανικής οικονομίας έναντι των κυριότερων εμπορικών εταίρων της, ανάμεσα σε αυτούς που έχουν νομίσματα με κυμαινόμενη ισοτιμία προς το δολάριο. Το δολάριο κινήθηκε τόσο σύμφωνα με την αναμενόμενη- προσαρμοσμένη στα ανάλογα επίπεδα κινδύνου- διαφορά ρυθμών ανάπτυξης των οικονομιών όσο και βάσει του ρόλου του να επιτρέψει μια μεθοδική ρύθμιση των παγκόσμιων ανισορροπιών, ομολογουμένως όχι με απόλυτη επιτυχία. Οι παλινδρομικές κινήσεις του δολαρίου δεν αντιπροσώπευαν κάποια μείωση της σημασίας του ως νόμισμα για τα παγκόσμια αποθεματικά, αλλά περισσότερο αντανακλούσαν ακριβώς τη σημασία του αυτή, καθώς τα funds έμπαιναν και έβγαιναν από διάφορες κεφαλαιαγορές. Μια κρίση στο δολάριο, αν τη διακρίναμε, θα είχε διαφορετική αίσθηση και θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα το αποτέλεσμα μιας παρατεταμένης κλιμάκωσης του πληθωρισμού στις ΗΠΑ. Γι΄ αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για τη Fed να αντισταθεί σε περαιτέρω κλιμάκωση του πληθωρισμού και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, υποψιάζομαι, ο πρόεδρος Μπεν Μπερνάνκι υπήρξε πρόσφατα τόσο συγκεκριμένος όσον αφορά την προσήλωση της κεντρικής τράπεζας στις επιπτώσεις που θα είχαν ενδεχόμενες μεταβολές της αξίας του δολαρίου τόσο στον πληθωρισμό όσο και στον προσδοκώμενο πληθωρισμό.

Η Fed είτε θα κερδίσει είτε θα χάσει το στοίχημα με τον πληθωρισμό, ενώ οι χώρες της Ασίας είτε θα καταφέρουν είτε όχι να συγκρατήσουν τους δείκτες πληθωρισμού στα τωρινά τους επίπεδα. Κάποια παραχώρηση θα πρέπει να γίνει.