▅ Ο Μπαράκ Ομπάμα διοργάνωσε σύσκεψη με εκπροσώπους από όλο το πολιτικό και επαγγελματικό φάσμα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης

▅ Υπήρξαν αρκετές διαφωνίες για το πόσο μακριά θα πρέπει να πάει σε περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα για να αναζωογονήσει την οικονομία

▅ Η πορεία της κρίσης ενδέχεται να θέσει σε αμφισβήτηση το αρχικό πρόγραμμα του κ. Ομπάμα λόγω της έκρηξης του δημοσιονομικού ελλείμματος

Ε πιστρέφοντας από το ταξίδι του στο εξωτερικό ο υποψήφιος των Δημοκρατικών γερουσιαστής Μπαράκ Ομπάμα θεώρησε απαραίτητο να στρέψει την πολιτική συζήτηση σε μια κατ΄ εξοχήν οικονομική κατεύθυνση, αναγνωρίζοντας ότι η οικονομική κρίση πλήττει τον λαό του. «Ο κόσμος ανησυχεί για τις τιμές της ενέργειας,ανησυχεί για την ασφάλεια στην εργασία,ανησυχεί για τα συνταξιοδοτικά ταμεία του καθώς τα χρηματιστήρια πέφτουν» είπε ο γερουσιαστής ανοίγοντας μια σύσκεψη στελεχών από όλο το πολιτικό και επαγγελματικό φάσμα, για να μελετηθούν τρόποι διεξόδου από την κρίση. «Ο κόσμος εύλογα ανησυχεί για τις άμεσες επιπτώσεις της οικονομίας και αυτό είναι που πρέπει να συζητήσουμε» πρόσθεσε. Ανησυχία για τις επιπτώσεις
Η οικονομική ευαισθησία άλλωστε θεωρήθηκε πρώτα από το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών το γερό χαρτί τους. Ο υποψήφιός τους Τζον Μακ Κέιν δεν αρκείται μόνο στο να επιτίθεται στη Γουόλ Στριτ και στην ανάγκη να πληρώσουν αυτοί που εκτέθηκαν, αλλά επιπλέον βρήκε και μια αρκετά δημοφιλή διέξοδο, τουλάχιστον για τις τιμές του πετρελαίου: να αυξήσει τις αμερικανικές πετρελαιοπηγές στη θάλασσα ανοιχτά της Αλάσκας. Ο κ. Ομπάμα κατάλαβε ότι δεν αρκεί να απορρίπτει το σχέδιο αυτό διότι η οικονομική κρίση κινδυνεύει να επιδεινωθεί περαιτέρω και η κυβέρνηση Μπους το επιβεβαίωσε συμπτωματικά την ίδια ημέρα της οικονομικής σύναξης: το προβλεπόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα για του χρόνου θα φθάσει σε επίπεδα ρεκόρ, σχεδόν μισό τρισ. δολάρια (περίπου 3% του ΑΕΠ), ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, τόσο με την πτώση των φορολογικών εσόδων που αυτή φέρνει όσο και με την αύξηση των δαπανών για την τόνωση της οικονομίας.

Ο κ. Ομπάμα, άλλωστε, και ο κ. Μακ Κέιν συμφωνούν με το σημερινό πακέτο της κυβέρνησης Μπους, έστω και αν ο Δημοκρατικός υποψήφιος ευνοεί και νέο ισχυρότερο πακέτο για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης. Ωστόσο για το ακριβές περίγραμμα της αναπροσαρμογής του προγράμματός του και για την αντιμετώπιση της κρίσης διοργάνωσε και τη συνάντηση αυτή, όπου «υπήρξε ζωηρή ανταλλαγή απόψεων», σύμφωνα με τη Λάουρα Τάιζον , τέως σύμβουλο του Μπιλ Κλίντον και τώρα σύμβουλο του κ. Ομπάμα. Και πώς να μην υπάρχει «ζωηρή» συζήτηση καθώς σε αυτή συμμετείχαν από τον Γουόρεν Μπάφετ , τον πλουσιότερο άνθρωπο στην Αμερική, ως τον Τζον Σουίνι, επικεφαλής της μεγαλύτερης εργατικής συνομοσπονδίας (ΑFL-CΙΟ). Σύμφωνα με τον Μπιλ Μπέρτον, εκπρόσωπο του κ. Ομπάμα, η συνάντηση, στην οποία συμμετείχαν Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί, επικεντρώθηκε στην απώλεια θέσεων εργασίας, στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των άλλων εμπορευμάτων.

Πέραν του κ. Μπάφετ και του κ. Σουίνι, στη συνάντηση είχαν προσκληθεί και συμμετείχαν μια σειρά από επιφανείς οικονομολόγοι και πολιτικοί επί προεδρίας Κλίντον, όπως ο Ρόμπερτ Ρούμπιν, υπουργός Οικονομικών, και ο διάδοχός του στο ίδιο υπουργείο Λόρενς Σάμερς, αλλά και ο υπουργός Εργασίας Ρόμπερτ Ράιχ. Επιπλέον, για να ενισχύσει την «υπερκομματική» προσέγγισή του, ο κ. Ομπάμα προσκάλεσε και μια σειρά από επιφανείς Ρεπουμπλικανούς, όπως τον τέως υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους Πολ Ο΄ Νιλ, ο οποίος είχε διαφωνήσει με τον πρόεδρο Μπους για το κόστος του πολέμου στο Ιράκ, αλλά και τον τέως πρόεδρο της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed) Πολ Βόλκερ, ο οποίος είχε παλαιότερα διαφωνήσει με τα οικονομικά της προσφοράς που είχε επιβάλει ο Ρόναλντ Ρίγκαν. Ο Ερικ Σμιντ, πρόεδρος της Google, ο Τζέιμι Ντάιμον, εκτελεστικός επικεφαλής της JΡ ΜorganChase, και άλλοι επιχειρηματίες συμπλήρωσαν το πάνελ, μαζί με συνδικαλιστές όπως η Αννα Μπέρκερ, ταμίας της SΕΙU. Σύμφωνα με τον Στιβ Σίφερς του ΒΒC, υπήρξαν αρκετές διαφωνίες για το πόσο μακριά θα πρέπει να πάει σε περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα, ώστε να αναζωογονήσει την οικονομία και να απαλύνει κάπως τους ιδιοκτήτες ακινήτων απέναντι στις κατασχέσεις. Ο κ. Σάμερς, για παράδειγμα, υποστηρίζει την κρατικοποίηση των Fannie Μae και Freddie Μac, με ανάληψη του χρέους τους των 6 τρισ. δολαρίων. Αλλοι, όμως, ακόμη και Δημοκρατικοί, έχουν πιο «συντηρητική» άποψη, καθώς θεωρούν ότι μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε, πλήττοντας τις χρηματοπιστωτικές αγορές, να οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων και να επιδεινώσει έτσι και το δημοσιονομικό έλλειμμα και την πιστωτική ασφυξία.

Το ταμείον είναι μείον
Ακόμη και η ίδια η πορεία της κρίσης θέτει σε αμφισβήτηση το αρχικό πρόγραμμα του κ. Ομπάμα- όπως και του κ. Μακ Κέιν άλλωστε. Ετσι, για παράδειγμα, η έκρηξη του δημοσιονομικού ελλείμματος καθιστά προβληματικό τον αρχικό σχεδιασμό της καμπάνιας Ομπάμα, που ήθελε να επεκτείνει την ιατρική περίθαλψη στις ΗΠΑ για να μπορέσει να καλύψει στην αρχή όλα τα παιδιά και στη συνέχεια όλον τον πληθυσμό. Ωστόσο το πρόγραμμά του είχε αποτιμηθεί σε 100 δισ. δολάρια επιπλέον για τον κρατικό προϋπολογισμό και η σημερινή δημοσιονομική επιδείνωση έχει ήδη κάνει τον κ. Ομπάμα να χαμηλώσει τους στόχους του, περιοριζόμενος στην κάλυψη των παιδιών ηλικίας ως 18 ετών.

Η κρίση μπορεί να επιδεινώσει και σε άλλο ένα επίπεδο τον προγραμματισμό του Δημοκρατικού υποψηφίου, ο οποίος υπολόγιζε τα 15 δισ. δολάρια μηνιαίως που στοιχίζει ο πόλεμος στο Ιράκ να χρησιμοποιηθούν για τα προγράμματά του. Ωστόσο η κατάσταση στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ ίσως να μην επιτρέψει γρήγορα την απόσυρση στρατευμάτων και την αντίστοιχη εξοικονόμηση πόρων, ενώ η ίδια η οικονομική κρίση επίσης συμβάλλει σε αυτή την επιδείνωση.