Ο Σταύρος Σερέτης, ανάμεσα στα ταξίδια Παρίσι-Αθήνα, βρήκε λίγο χρόνο να κουβεντιάσουμε για το Kilikio αυτό και πώς τα ελληνικά προϊόντα απολαμβάνουν την αποδοχή του απαιτητικού γαλλικού – και όχι μόνο – κοινού. 

  


*Πώς είναι να «εισχωρεί» κανείς στο γαλλικό γευστικό κατεστημένο;
«Οι Γάλλοι είναι αρκετά ανοιχτοί σε γαστριμαργικούς πειραματισμούς. Επί της ουσίας, στην γευστική τους αντίληψη δεν υπάρχει κάποιο κατεστημένο που να μην έχουν τη διάθεση να υπερβούν. Τους αρέσει να δοκιμάζουν και να εξερευνούν νέα γευστικά τοπία. Έτσι, η συναναστροφή επί του φαγητού είναι πάντα ζωηρή και περιπετειώδης».

 

*Η ελληνικότητα του εγχειρήματος συμβάλει στην καλή πορεία του ή προτιμάτε να μην είναι αυτό που θα προβάλετε;
«Πιστεύουμε πως η ελληνικότητα του εγχειρήματος έγκειται ακριβώς στο ότι δεν την προβάλουμε. Αποφεύγουμε την επιτήδευση και προσπαθούμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας και με τους ανθρώπους που μας εμπιστεύονται».

 

*Γιατί στο Παρίσι και όχι εδώ;
«Αρχικά για πρακτικούς λόγους καθώς οι δύο από εμάς κατοικούν μόνιμα στο Παρίσι ενώ ο τρίτος κατοικεί στην Ελλάδα και είμαστε συνολικά χαρούμενοι εκεί που βρισκόμαστε. Έπειτα, εξετάζοντας τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των επιλογών μας, αποφασίσαμε πως εμπορικά το Παρίσι έχει καλύτερη προοπτική για ένα υψηλής ποιότητας ελληνικό delicatessen όπως εμείς το ονειρευτήκαμε. Άλλωστε, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία αυτής της δουλειάς είναι η διαπολιτισμική συζήτηση που προκύπτει κι έχει σαν αφορμή το φαγητό».

*Από τη μέχρι τώρα εμπειρία σας μπορείτε να κρίνετε αν η φιλοσοφία των εξαγωγών έχει ωριμάσει; Είναι οι έλληνες παραγωγοί και οι ελληνικές εταιρείες σε μεγαλύτερη ετοιμότητα για τέτοιες κινήσεις;
«Η ενασχόλησή μας με το εξαγωγικό εμπόριο είναι πολύ πρόσφατη, επομένως δεν μπορούμε να κρίνουμε κάτι διαχρονικά χωρίς να έχουμε τα ανάλογα δεδομένα από το παρελθόν. Κρίνοντας  από το σήμερα, λέμε πως η ετοιμότητα δεν είναι κάτι κεκτημένο. Αυτό που είναι όμως αδιαμφισβήτητο είναι η θετική στάση και διάθεση για βελτίωση, στοιχεία που εισπράττουμε καθημερινά από τους συνεργάτες μας. Στοιχεία που μας κάνουν όλους έτοιμους, ακόμα κι αν δεν είμαστε».

*Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι τελικά να συνεργαστούν οι Ελληνες για κάτι παραγωγικό και δημιουργικό; Γιατί μας ακολουθεί η «ρετσινιά» της μη ικανότητας συνεργασίας;
«Αυτό το θέμα το αποσαφηνίζει αριστοτεχνικά ο Δ. Σαββόπουλος λέγοντας: “κείνο που με τρώει, κείνο που με σώζει, είναι που ονειρεύομαι σαν τον καραγκιόζη»”!


*Είστε μια παρέα με διαφορετικά
background. Πόσο – με ποιον τρόπο – έχουν συμβάλει οι εμπειρίες του καθενός σας στο σύνολο του project σας;   
«Ναί! Η αλήθεια είναι πως είμαστε εντελώς διαφορετικοί! Αυτό είναι όμως που κάνει το KILIKIO μαγικό για εμάς και ιδιαίτερα φιλόξενο για όλους  τους άλλους. Κατά βάθος, αυτό που ελπίζουμε να ζούμε κι αυτό που επιθυμούμε να προσφέρουμε, δεν θέλουμε να καταγράφεται σαν σκέτη εμπειρία, μα σαν θερμή ανάμνηση».

 
*Απαιτεί αυτή η δουλειά μια «ψυχολογική» ματιά; Εννοώ, μπορείτε να ψυχολογήσετε κάθε άνθρωπο που σας επισκέπτεται και να του δώσετε τις γεύσεις που πιστεύετε ότι θα τον ικανοποιήσουν ή να του ανατρέψετε τις γευστικές του «φοβίες»;
«Ξεκινάμε απ’ το να δεχόμαστε κάθε άνθρωπο ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα, ανεξαρτήτως ηλικίας και καταβολών. Έπειτα, δεν χρειάζεται να μπαίνουμε σε ψυχολογικούς όρους και να σκιαγραφούμε χαρακτήρες. Φτάνει η φροντίδα μας να είναι ουσιαστική κι ειλικρινής. Αυτό που μας χαροποιεί είναι πως κάθε μέρα υποδεχόμαστε εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους απ’ όλες τις γωνιές του Παρισιού, πράγμα που σημαίνει πως μάλλον κάτι κάνουμε καλά. Πολύ συχνά πάντως, και ειδικά με νέους επισκέπτες, η απόλαυση της γευσιγνωσίας μοιάζει συχνά μ’ εκείνη ενός παιδιού που ανακαλύπτει νέα παιχνίδια».


*Ποιο έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα η
bestseller πρόταση σας;  
«Σίγουρα το τρόπαιο ανήκει στην επαγγελματική μας κάρτα. Για κάποιο λόγο όλοι ενθουσιάζονται όταν τους δίνουμε τα στοιχεία του μαγαζιού σ΄ ένα φακελάκι με ρίγανη».

 
*Με τι είστε ικανοποιημένοι μέχρι τώρα και τι έχετε στόχο να βελτιώσετε;
«Από τότε που ξεκίνησε το KILIKIO, έχουμε κερδίσει κάποιες μικρές επιβραβεύσεις από τους εαυτούς μας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουμε προλάβει να νιώσουμε ικανοποίηση. Ίσως τελικά να μην είναι και στα σχέδιά μας. Υπό μια άλλη οπτική γωνία, δεν θέλουμε να είμαστε ικανοποιημένοι. Θέλουμε να είμαστε χαρούμενοι. Δεν είναι κι αυτό μια διάθεση για βελτίωση;».

 
*Με το design του χώρου και το γραφιστικό του logo ποιος ασχολήθηκε; Ποιο είναι το βασικό concept;
«Το design του μαγαζιού επιμελήθηκε ο βέλγος designer Charles Kaisin. Αποτελείται από μεταξωτές ψηφίδες και απεικονίζει ένα κλασσικό αιγαιοπελαγίτικο τοπίο. Το logo, είναι ένα πρόχειρο σκιτσάκι της αγαπημένης μας φίλης Anne Loriot. Εξετάσαμε αρκετές προτάσεις από γραφίστες και ζωγράφους  ώστε να πειστούμε τελικά πως η πρώτη διαίσθηση της αγαπημένης μας φίλης ήταν η πιο κατάλληλη. Γιατί δεν υπόσχεται ικανοποίηση – απλά φανερώνει τη χαρά μας».