Οι Αμερικανοί το λένε «Τhe Spirit of Boston», δηλαδή «Το πνεύμα της Βοστώνης», και δεν έχουν άδικο, γιατί είναι κάτι μοναδικό για όσους το ζουν. Ο λόγος για τη θερμή, θορυβώδη, απογειωτική ατμόσφαιρα που δημιουργούν οι κάτοικοι της πόλης και των γύρω περιοχών την ημέρα του Μαραθωνίου της Βοστώνης. Πρόκειται για τον αρχαιότερο μαραθώνιο πόλης του πλανήτη, που εφέτος συμπλήρωσε 120 χρόνια συνεχών διοργανώσεων. Ξεκίνησε το 1897, τον επόμενο χρόνο από τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας του 1896, όταν ο αμερικανός προπονητής Τζον Γκρέιαμ, που παρακολούθησε τον αγώνα από τον Μαραθώνα στην Αθήνα, ξεσήκωσε την ιδέα και την επόμενη χρονιά έστησε έναν μαραθώνιο δρόμο στη Βοστώνη, με μόλις 15 δρομείς στην εκκίνηση. Εκτοτε, κάθε χρόνο, την τρίτη Δευτέρα του Απριλίου, που είναι η Ημέρα των Πατριωτών (Patriots’ Day), επίσημη αργία στη Μασαχουσέτη για τον εορτασμό της Αμερικανικής Επανάστασης, πραγματοποιείται ανελλιπώς ο αγώνας τον οποίο κάθε δρομέας του πλανήτη θέλει να τρέξει. Πρόκειται για το ιερό δισκοπότηρο των απανταχού της Γης δρομέων μεγάλων αποστάσεων.
Το γεγονός ότι είναι ο αρχαιότερος μαραθώνιος πόλης δεν είναι ο μόνος λόγος που τον καθιστά τον μαραθώνιο με το μεγαλύτερο κύρος. Είναι επίσης το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός που έχει χρονικό όριο συμμετοχής. Δηλαδή, για να δηλώσει κανείς συμμετοχή θα πρέπει να πιάσει το χρονικό όριο που αντιστοιχεί στην ηλικιακή του ομάδα και όχι απλώς να γραφτεί εγκαίρως, όπως συνήθως συμβαίνει σε άλλους μαραθώνιους. Και τα όρια είναι αρκετά «σφικτά». Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, λόγω της μεγάλης ζήτησης, μειώθηκαν κατά 5 λεπτά ανά ηλικιακό γκρουπ. Για παράδειγμα, για το ηλικιακό γκρουπ 40-44 ετών, το όριο είναι 3:15 για τους άνδρες και 3:45 για τις γυναίκες. Ομως και αυτό δεν επαρκεί. Διότι οι διοργανωτές του Boston Athletic Association (ΒΑΑ), ενός από τους αρχαιότερους αθλητικούς ομίλους των ΗΠΑ που ιδρύθηκε το 1887, ξεκινούν από τον ταχύτερο χρόνο και σταματούν όταν συμπληρωθούν οι θέσεις συμμετοχής. Συνήθως αυτό συμβαίνει 2-3 λεπτά πριν από το όριο. Και το όριο το πιάνει κανείς συμμετέχοντας σε κάποιον πιστοποιημένο μαραθώνιο από τον διεθνή σύνδεσμο μαραθωνίων Association of International Marathons and Distance Races (AIMS).
Βεβαίως, υπάρχουν και κάποιες, λίγες, θέσεις για φιλανθρωπικούς σκοπούς, οι οποίες μοιράζονται σε κατοίκους των επτά πόλεων εκτός της Βοστώνης από τις οποίες περνά ο αγώνας, ώστε να κινητοποιηθούν οι τοπικές κοινωνίες, να μαζέψουν χρήματα για φιλανθρωπίες που αφορούν κατά κύριο λόγο την πόλη τους και να συμμετέχουν με την παρουσία και την υποστήριξή τους την ημέρα του αγώνα.
Γιατί, όμως, ο μαραθώνιος έχει σημασία για τους Βοστωνέζους και συγκεντρώνει πάνω από 500.000, μέχρι και 1 εκατομμύριο, θεατές κατά μήκος της διαδρομής των 42,2 χλμ. ή των 26,2 μιλίων; Σύμφωνα με τους ντόπιους, μια εξήγηση είναι ότι πλέον ο αγώνας έχει γίνει ένα με τους κατοίκους της πόλης και των περιοχών από όπου περνάει. «Χρόνια τώρα, οικογένειες έχουν το δικό τους σταθερό σημείο όπου συγκεντρώνονται για να παρακολουθήσουν τον μαραθώνιο» λέει ο Νταν, ένας 50άρης Αμερικανός, όταν, πίνοντας μια μπίρα στο μπαρ μετά τον αγώνα, τον ρωτάω για την καταπληκτική ατμόσφαιρα και την υποστήριξη που ένιωσα σε όλη τη διαδρομή. «Στέκονται στο ίδιο σημείο που οι πατεράδες και οι παππούδες έβγαιναν για να παρακολουθήσουν τον μαραθώνιο, είναι πλέον παράδοση» λέει. Και σε μια χώρα όπως η Αμερική, με 240 χρόνια Ιστορίας, μια παράδοση 120 ετών δεν είναι και μικρό πράγμα, είναι σημείο αναφοράς.
Μια άλλη εξήγηση που δίνουν είναι ότι η Βοστώνη, ως πόλη με υψηλό αθλητικό πνεύμα, το οποίο εύκολα διαπιστώνει ο επισκέπτης καθώς κόσμος τρέχει στους δρόμους, παίζει μπάσκετ και τένις σε υπαίθρια γήπεδα, μπέιζμπολ και αμερικανικό ποδόσφαιρο στα πάρκα, δεν θα μπορούσε να μη δώσει έντονο χρώμα στον μαραθώνιο. Επικαλούνται, μάλιστα, το γεγονός ότι οι ομάδες της πόλης πρωταγωνιστούν στα αμερικανικά πρωταθλήματα –οι Boston Celtics στο μπάσκετ, με 17 πρωταθλήματα NBA, οι New England Patriots στο αμερικανικό ποδόσφαιρο, με τέσσερα πρωταθλήματα από το 2000, και οι Red Sox στο μπέιζμπολ, με 8 τρόπαια World Series και 12 συμμετοχές.
Το υψηλό αθλητικό πνεύμα των Βοστωνέζων αποδεικνύει εξάλλου και το γεγονός ότι στο 1 μίλι της διαδρομής έχουν στήσει άγαλμα στον «δικό μας» Στέλιο Κυριακίδη. Τον κυπριακής καταγωγής έλληνα δρομέα και αθλητή του Παναθηναϊκού, ο οποίος πριν από 70 χρόνια, το 1946, κέρδισε τον Μαραθώνιο της Βοστώνης σημειώνοντας το ρεκόρ Ευρώπης. Τον είχε προσκαλέσει ο φίλος του, Τζόνι Κέλι, ένας θρύλος του Μαραθωνίου της Βοστώνης, με δύο νίκες και επτά δεύτερες θέσεις σε 61 συμμετοχές (η τελευταία σε ηλικία 84 ετών!), με τον οποίο είχαν γνωριστεί στον Mαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου το 1936. Μεσολάβησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Κυριακίδης δεν μπόρεσε να πάει. Με τη λήξη του πολέμου, ο Κέλι επανέλαβε την πρόσκληση για τον μαραθώνιο του 1945. Αδύναμος από τον πόλεμο, ο Κυριακίδης δεν ήταν σε θέση να αγωνιστεί. Πήγε, όμως, τον επόμενο χρόνο, με τους Ελληνοαμερικανούς να τον «ταΐζουν στέκια», όπως λέει ο θρύλος, για να δυναμώσει. Στον αγώνα πήγαιναν μαζί με τον Κέλι μέχρι τα τελευταία μίλια, όταν ο Κυριακίδης, ακούγοντας τους Ελληνoαμερικανούς να τον παροτρύνουν να τρέξει «για την Ελλάδα», ανέπτυξε έναν ταχύτατο ρυθμό και κέρδισε τον αμερικανό αντίπαλό του, ο οποίος δήλωσε μετά: «Πώς θα μπορούσα να τον κερδίσω; Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για μια ολόκληρη πατρίδα».
Αυτό που άφησε πίσω του ο Κυριακίδης είναι το να τρέχεις τον μαραθώνιο για καλό σκοπό. Διότι αξιοποιώντας τη νίκη του κατάφερε να συγκεντρώσει για τη δοκιμαζόμενη Ελλάδα 250.000 δολάρια και δύο πλοία με είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, ρούχα και φάρμακα), το περίφημο «Πακέτο Κυριακίδη». Για τον λόγο αυτόν, στο άγαλμά του, όπου απεικονίζεται μαζί με τον Σπύρο Λούη (φωτό δεξιά), οι Αμερικανοί γράφουν «The Spirit of the Marathon» (To πνεύμα του Μαραθωνίου). Το άλλο άγαλμα δρομέα που υπάρχει στη διαδρομή είναι αυτό του Κέλι, το οποίο τον απεικονίζει να τρέχει χέρι χέρι σε νεαρή και σε μεγάλη ηλικία, προβάλλοντας τη διαχρονικότητα και τη δημοκρατικότητα του αθλήματος. Διότι ο μαραθώνιος πόλης είναι ο πιο δημοκρατικός αγώνας, αφού όλοι οι δρομείς, από τους κορυφαίους Αφρικανούς που τρέχουν την απόσταση των 42,2 χλμ. σε κάτω από 2 ώρες και πέντε λεπτά, μέχρι τον τελευταίο ερασιτέχνη που τερματίζει περπατώντας, τρέχουν την ίδια ημέρα, στον ίδιο αγώνα, υπό τις ίδιες συνθήκες και στην ίδια διαδρομή.
Σήμερα, κυρίως χάρη στο παράδειγμα του Κυριακίδη, οι μαραθώνιοι πόλης έχουν συνδεθεί στενά με φιλανθρωπίες, με αποκορύφωμα τον Μαραθώνιο του Λονδίνου, οι περισσότερες θέσεις του οποίου δίνονται σε φιλανθρωπικές οργανώσεις που τις διαθέτουν σε δρομείς υπό τον όρο ότι θα συγκεντρώσουν χρήματα (συνήθως γύρω στις 2.000 στερλίνες) για τους σκοπούς που προωθούν.
Είναι ιστορίες σαν του Κυριακίδη και του Κέλι που 120 χρόνια τώρα έχουν χτίσει και συντηρούν το «πνεύμα της Βοστώνης». Αλλά οι ιστορίες δεν αφορούν μόνο τους νικητές. Γιατί ο καθένας που συμμετέχει στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, όπως και σε κάθε μαραθώνιο, είναι με τον τρόπο του νικητής.
«Δεν είμαι δρομέας, ούτε με ενδιαφέρει το τρέξιμο» λέει ο Γκρεκ, ένας 40άρης Αμερικανός από τη Νέα Υόρκη και προσθέτει: «Εχω έρθει γιατί αγαπάω τον μαραθώνιο και ό,τι αντιπροσωπεύει. Για τον δρομέα που τρέχει για τον άρρωστο συγγενή του ή στη μνήμη ενός φίλου του, για τις φιλανθρωπικές οργανώσεις και τους δρομείς που θα συγκεντρώσουν πάνω από 10 εκατ. δολάρια, για τις προσωπικές ιστορίες που ακούμε κάθε χρόνο και σε εμπνέουν, όπως αυτή των Ντικ και Ρικ Χόιτ, του πατέρα και του γιου που έχουν τρέξει 32 Μαραθωνίους της Βοστώνης». Ο Ρικ Χόιτ έμεινε παράλυτος κατά τη γέννησή του όταν ο ομφάλιος λώρος τυλίχθηκε στον λαιμό του, με αποτέλεσμα να μην οξυγονωθεί σωστά ο εγκέφαλός του. Και όταν το 1977 ο Ρικ ζήτησε από τον πατέρα του να τρέξουν σε έναν αγώνα δρόμου για την ενίσχυση ενός συμμαθητή του που έμεινε παράλυτος από ατύχημα, του είπε μετά ότι «όταν τρέχω, αισθάνομαι ότι δεν είμαι άτομο με ειδικές ανάγκες». Εκτοτε έτρεξαν σε 32 Μαραθωνίους της Βοστώνης, ενώ από το 2015 και μετά που σταμάτησε ο Ντικ, ο Ρικ συνεχίζει να συμμετέχει με άλλους παρτενέρ. Υπάρχουν πάρα πολλές ιστορίες όπως αυτή των Χόιτ που κάθε χρόνο βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ιστορίες που δείχνουν αποφασιστικότητα και γενναιότητα, που συγκινούν και εμπνέουν τους Αμερικανούς, όπως οι ιστορίες των δρομέων που έχασαν άκρα τους στη βομβιστική επίθεση του 2013, αλλά επέστρεψαν για να τρέξουν τον μαραθώνιο, ή της 72χρονης Αμερικανίδας Φραν Ντροζντ, η οποία τερμάτισε εφέτος τελευταία, τρέχοντας για τον άνδρα της που μάχεται για τρίτη φορά τον καρκίνο.
Και οι Βοστωνέζοι δείχνουν να αναγνωρίζουν ότι ο καθένας που συμμετέχει έχει τη δική του ιστορία, τη δική του σκληρή προσπάθεια για να βρεθεί στον «μαραθώνιο των γρήγορων», με τα απαιτητικά όρια συμμετοχής, το εκτιμούν και του το ανταποδίδουν. «Θα σας κάνουν να αισθανθείτε σαν ροκ σταρ, απολαύστε το» μας έλεγαν στην ενημέρωση πριν από τον αγώνα. Και πράγματι, οι θεατές δημιουργούν στους δρομείς το συναίσθημα ότι είναι εκεί για τον καθένα ξεχωριστά. «Δεν άκουσα» τους έγνεφες βάζοντας το χέρι στο αφτί και γινόταν πανζουρλισμός, τους ευχαριστούσες για τη συμπαράσταση ακουμπώντας το χέρι στην καρδιά και σε αποθέωναν. Και αυτό γινόταν από τα πρώτα χιλιόμετρα της διαδρομής μέχρι τον τερματισμό.
Η ατμόσφαιρα προδιέθετε για το τι θα ακολουθούσε από τη στιγμή που τα κίτρινα σχολικά λεωφορεία έφεραν τους δρομείς από το κέντρο της Βοστώνης στα γήπεδα του σχολείου της πόλης Χόπκιντον, δυόμισι ώρες πριν από την εκκίνηση. Με djs, μουσική, κονφερασιέ που έδινε πληροφορίες για τον αγώνα και έκανε σχόλια για τους συμμετέχοντες, εθελοντές να κάνουν τατουάζ-αυτοκόλλητα και να μοιράζουν αντηλιακά, οι διοργανωτές διατηρούσαν αμείωτο τον ενθουσιασμό. Ακόμη και πολεμικά ελικόπτερα επιστράτευσαν για να μη βαρεθούν οι δρομείς περιμένοντας ξαπλωμένοι στο γρασίδι τη σειρά τους για την εκκίνηση.
Από την άλλη, για να διατηρήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών, έδωσαν εκκίνηση πρώτα στις ελίτ αθλήτριες που διεκδικούσαν την πρωτιά και είναι πιο αργές από τους ελίτ άνδρες, οι οποίοι ακολούθησαν με διαφορά μισής ώρας. Είχαν προηγηθεί τα αμαξίδια.
Ετσι, όταν έφυγε η μεγάλη μάζα των δρομέων, πλέον το πάρτι στη διαδρομή είχε στηθεί. Από τα πρώτα χιλιόμετρα, όπου ακόμη και τα μέλη του τοπικού κλαμπ της Harley-Davidson είχαν παρατάξει τις μηχανές τους, ακούγοντας αμερικανική hard rock μουσική με μια μπίρα στο χέρι, τα μέσα της διαδρομής όπου οι φοιτήτριες του Wellesley College είχαν δημιουργήσει την περίφημη «σήραγγα των ουρλιαχτών» (scream tunnel), με τις φωνές τους να ακούγονται για σχεδόν ένα χιλιόμετρο και τους εξοντωτικούς λόφους Νιούτον, όπου οι θεατές έτρεχαν παράλληλα με τους δρομείς ενθαρρύνοντάς τους, «το πνεύμα της Βοστώνης» ήταν κυρίαρχο, απογειώνοντας τους μαραθωνοδρόμους όταν μπήκαν στη Βοστώνη και μέχρι τον τερματισμό, στη σημαιοστολισμένη Boylston Street, όταν οι ενδορφίνες και η αδρεναλίνη είχαν χτυπήσει κόκκινο.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 7 Μαΐου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ