Ο πρώην υπουργός οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, προτιμά να το λέει «στικάκι». Ο σημερινός πρόεδρος του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός Οικονομικών και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος, το αποκαλεί «φλασάκι». Ωστόσο, το κεντρικό ερώτημα γύρω από το USB stick που περιέχει τη «λίστα Λαγκάρντ» ξεπερνά κατά πολύ σε σημασία εκείνο περί του ορθού νεολογισμού. Μπορούν να βρίσκονται σε έναν φορητό σκληρό δίσκο όλες οι απαντήσεις; Τα ερωτήματα που έχουν γεννηθεί κατά το τελευταίο διάστημα εκτείνονται από το αν διέγραψε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου τους συγγενείς του μέχρι το πόσο βαθιά έχουν ριζώσει οι παθογένειες της Μεταπολίτευσης. Ασφαλώς, είναι νωρίς για να ικανοποιηθούν ακόμη και οι πλέον ολιγαρκείς ερωτώντες. Η υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ» αρχίζει τώρα να ξεδιπλώνει τη δυναμική της.

Ενα από τα μυστήρια που καλύπτουν τα στοιχεία της λίστας είναι η περίοδος στην οποία αναφέρονται, καθώς και η φύση τους. Αμφισβητείται έντονα η περίπτωση να πρόκειται για λογαριασμούς ταμιευτηρίου, ειδικώς μετά τις αποκαλύψεις για λογαριασμούς που άνοιξαν και έκλεισαν μέσα σε μία ημέρα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ανώτατου τραπεζικού παράγοντα με τον οποίο ήλθε σε επαφή το ΒΗmagazino, «αρκετοί λογαριασμοί προέρχονται από το τμήμα private banking της τράπεζας». Πολλοί λογαριασμοί που υπάρχουν στη «λίστα Λαγκάρντ» ενδέχεται να ήταν λογαριασμοί επενδυτών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας την περίοδο του μεγάλου πυρετού τού 1999. Τραπεζικές και πολιτικές πηγές συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι η εν λόγω λίστα ενδέχεται να περιέχει τμήμα της «λίστας του Χρηματιστηρίου», δηλαδή «παίκτες» της περιόδου με ειδικά προνόμια ή ακόμη και λογαριασμούς που χρησιμοποιήθηκαν για να διακινηθούν χρήματα άλλων γνωστών σκανδάλων της τελευταίας 15ετίας.

Η εκδοχή Παπακωνσταντίνου

Η εκδοχή του για το πώς περιήλθε στα χέρια του το CD εκ Γαλλίας με τη «λίστα Λαγκάρντ» περιέχει ασάφειες, όπως περίπου όλα τα σχετικά με την υπόθεση. Η άφιξη, τον Οκτώβριο του 2010, μέσα σε διπλωματικό σάκο από τα χέρια του πρέσβη Χαλαστάνη στο Παρίσι, η μη πρωτοκόλληση της άφιξης του υλικού, ακολούθως η μεταγραφή της λίστας σε USB stick «επειδή τα CD σπάνε», η φύλαξη του αρχικού CD, η παράδοση δέκα έως είκοσι ονομάτων προς διερεύνηση στον Γιάννη Καπελέρη, η παράδοση του «στικ» στον Γιάννη Διώτη και, τέλος, η λησμονιά της τύχης τής λίστας αποτελούν όλα αντικείμενα προς διερεύνηση. Τοποθετεί την ενημέρωσή του για την ύπαρξη της λίστας στο τέλος της άνοιξης του 2010, έπειτα από συνομιλία του με τον τότε διοικητή της ΕΥΠ, Κωνσταντίνο Μπίκα, και ασφαλώς αρνείται όχι μόνο το ότι προέβη σε αλλοίωση της λίστας, αλλά και το ότι τη διάβασε. Ωστόσο, άνθρωποι του υπουργείου επί των ημερών του υποστηρίζουν ότι ο ίδιος πάντοτε έδινε μεγάλη σημασία σε κάθε λογής λίστες με φοροφυγάδες (επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, γιατρούς…) που εμφανίζονταν κατά καιρούς στο υπουργείο και σπεύδουν να υπογραμμίσουν το παράδοξο.

Οσα λέγονται στο ΠαΣοΚ

«Δράστης ή αποδιοπομπαίος τράγος», έγραφε ο τίτλος του βρετανικού περιοδικού «Economist» επάνω από τη φωτογραφία του Γιώργου Παπακωνσταντίνου και από ρεπορτάζ για την αλλοίωση της «λίστας Λαγκάρντ» προς όφελος των συγγενών του. Οι υποστηρικτές του τελευταίου ενδεχόμενου πάντοτε σημειώνουν ότι αυτό το «δράστης» είναι μια πολύ βολική εκδοχή για τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Σύμφωνα με πηγές από το ΠαΣοΚ, ο πρόεδρος του κόμματος παρακολουθεί προσεκτικά εξαρχής τις εξελίξεις στο θέμα. Ειδικά την περίοδο που η λίστα διέρρευσε στο περιοδικό «Hot Doc.», οι συζητήσεις στην Ιπποκράτους πύκνωσαν αξιοσημείωτα. Πλάι στην εκδοχή που θέλει τον Γιάννη Διώτη να είναι υπεύθυνος για τη διαρροή, λέγεται ότι σε μυστική σύσκεψη κορυφαίων στελεχών ακούστηκε η απορία «Θέλετε να πιστέψουμε ότι πήρε τη λίστα το πρωί ο Διώτης και ως το απόγευμα δεν το γνώριζε ο Μιχάλης;». Είναι γνωστό ότι ο πρώην υπουργός Μιχάλης Χρυσοχοΐδης διατηρεί σχέσεις με τον πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ. Αλλωστε συνεργάστηκαν κάτι παραπάνω από στενά, ο μεν ως υπουργός Δημόσιας Τάξης και ο δε ως εισαγγελέας, για την εξάρθρωση της 17ης Νοέμβρη, το 2002. «Οι σχέσεις μας με τον κ. Διώτη είναι καλές, αλλά τυπικές. Δεν μας συνδέει κάποια παλαιότερη εμπειρία» είχε δηλώσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατά την ακρόασή του από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής τον περασμένο Οκτώβριο. Ορισμένοι στην Ιπποκράτους διατηρούν τη υποψία ότι η διαρροή της λίστας έγινε εν γνώσει του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, κάτι που ο τελευταίος διαψεύδει εμφατικά. Πέρα από το παραπολιτικό «παιχνίδι» τού ποιος μπορεί να υποσκάπτει τον σημερινό πρόεδρο του κόμματος, σε κλειστές συσκέψεις του ΠαΣοΚ γίνεται λόγος και για πολιτικές σκοπιμότητες εκ μέρους της Αριστεράς που έχουν βάλει στο στόχαστρο την ιστορία του ΠαΣοΚ και όχι απλώς τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου και τις εξαδέλφες του ή τον Ευάγγελο Βενιζέλο.

Η στάση ΝΔ και ΔΗΜΑΡ

Πρόταση για τη συγκρότηση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής που θα διερευνήσει την εμπλοκή του πρώην υπουργού Οικονομικών και πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης, εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, έχουν καταθέσει οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, με την υποστήριξη της Χρυσής Αυγής. Σύμφωνα με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, οι κατηγορίες που βαρύνουν τον Ευάγγελο Βενιζέλο είναι εκείνες της υπεξαγωγής εγγράφου, της απιστίας στην υπηρεσία και της παράβασης καθήκοντος, δηλαδή τις ίδιες που καταλογίζουν στον Παπακωνσταντίνου, πλην της πλαστογραφίας.

Το Μέγαρο Μαξίμου, δίχως να είναι ιδιαιτέρως ένθερμο στις δηλώσεις του για τον Βενιζέλο, παρέχει επαρκή στήριξη στον πρόεδρο του ΠαΣοΚ, η εμπλοκή του οποίου θα μπορούσε να στερήσει πολύτιμες έδρες από την ήδη πληγωμένη τρικομματική κυβέρνηση και επομένως να απειλήσει την υπόστασή της. Στα γραφεία της Δημοκρατικής Αριστεράς στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου, οι εκτιμήσεις στις συσκέψεις συγκλίνουν με εκείνες στο Μέγαρο Μαξίμου. Σύμφωνα με την εκδοχή πηγών που γνωρίζουν την πολιτική σκέψη του Φώτη Κουβέλη, το ζητούμενο είναι να διατηρηθεί πάση θυσία η κοινωνική και η κυβερνητική ομαλότητα ως την επόμενη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το Κοινοβούλιο, με την ελπίδα ότι αυτός θα είναι ο νυν πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ. Οι πιο πρόσφατες αποκαλύψεις των οικονομικών εισαγγελέων Γρηγόρη Πεπόνη και Σπύρου Μουζακίτη, ότι η ημερομηνία μεταγραφής του USB (9 και 10 Ιούλίου 2011) εμπίπτει στη θητεία Βενιζέλου, περιπλέκουν ακόμη περισσότερο το κλίμα. Ωστόσο τότε το στικάκι βρισκόταν μόνο στα χέρια του Ιωάννη Διώτη.

Οι ενστάσεις του ΣΥΡΙΖΑ

Ο αέρας που πνέει στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι σίγουρα λιγότερο «συντηρητικός» σε σχέση με την εξέλιξη της υπόθεσης. Γνωστοί βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως η Ζωή Κωνσταντοπούλου, εμφανίζονται αξιοσημείωτα δύσπιστοι απέναντι στην εκδοχή του Γιώργου Παπακωνσταντίνου και του Ευάγγελου Βενιζέλου σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες η «λίστα Λαγκάρντ» έφτασε στην Ελλάδα, καθώς και για τη χρονική στιγμή που αυτό συνέβη. Την Πρωταπριλιά του 2010, η εφημερίδα «Το Ποντίκι» κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο τίτλο «Ελβετικό CD καίει φοροφυγάδες» και εσωτερικά το άρθρο «φωτογράφιζε» τη «λίστα Λαγκάρντ», ενώ έκανε αναφορά σε 2.650 ονόματα. Την ίδια ημέρα, ο τότε γραμματέας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του υπουργείου Οικονομικών, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, σχολιάζοντας στον ΒΗΜΑ FM 99,5 το δημοσίευμα, αποκαλύπτει ότι την ίδια περίοδο ιδιώτης είχε εμφανιστεί στο γραφείο του με τη λίστα που αργότερα ονομάστηκε «Λαγκάρντ» και ζήτησε 7,5 εκατομμύρια ευρώ για την πώλησή της στο υπουργείο. Ο ίδιος υποστήριξε ότι έκτοτε δεν είχε νεότερα, αλλά πηγές του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρουν ότι δόθηκαν ενδεικτικά 20 ονόματα από το περιεχόμενο της λίστας από τον ιδιώτη στην ΕΥΠ προκειμένου να διερευνήσει τη γνησιότητά της και αυτή εξακριβώθηκε.

Επιπλέον, πηγές από τον ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν τη σύμπτωση της ύπαρξης μυστικού κονδυλίου του υπουργείου Εξωτερικών ύψους δέκα εκατομμυρίων ευρώ που εκταμιεύτηκε εκείνη την περίοδο με υπογραφή του Φίλιππου Σαχινίδη και επίσης σημειώνουν ότι η τιμή στην οποία πωλήθηκε αντίστοιχο «γερμανικό κομμάτι» της λίστας στην Ανγκελα Μέρκελ ήταν πάλι της τάξεως εκατομμυρίων ευρώ. Ακόμη τονίζεται ότι τα παραπάνω φέρονται να έχουν συμβεί πριν από την ένταξη της Ελλάδας στον Μηχανισμό Στήριξης. Ενα ακόμη πρόσωπο που ανέφερε δύο φορές στις τοποθετήσεις του στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής ότι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε τη λίστα την άνοιξη του 2010 είναι ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ αργότερα διασαφήνισε ότι «όταν είπα “άνοιξη του 2010” εννοούσα ότι ο Κωνσταντίνος Μπίκας μού είπε ότι αυτό συνέβη την άνοιξη του 2010». Το κυριότερο συμπέρασμα στο οποίο έχει καταλήξει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι υπουργοί Οικονομικών του ΠαΣοΚ υποβάθμισαν τη σημασία της λίστας γιατί αυτή συνδέεται και με πρόσωπα που διατηρούν κρίσιμη θέση στο κόμμα. Τίποτα ωστόσο δεν έχει μέχρι σήμερα αποδειχθεί.

Ο ρόλος του Κλη

Ενα ακόμη αμφιλεγόμενο σημείο, στο οποίο αναφέρονται συχνά βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, είναι η ανάμειξη του πρέσβη Ηλία Κλη. Ο κ. Κλης, ο οποίος έχει διαψεύσει ότι έχει οποιαδήποτε σχέση με τη «λίστα Λαγκάρντ», έχει διατελέσει πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, αλλά και στη Μόσχα, κατά τη διάρκεια περιόδων διαφορετικών από εκείνες κατά τις οποίες φέρεται να διαβιβάστηκε η λίστα Λαγκάρντ. Ωστόσο, ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών, Ηλίας Πλασκοβίτης, στην ακρόαση του Οκτωβρίου αναφέρεται σε συνεννόηση με τον Κλη. Το ίδιο αναφέρει ένας άλλος μάρτυρας, ο Θεόδωρος Φλωράτος, ο οποίος, σύμφωνα με πηγές, «είναι από εκείνους που έφεραν τις πρώτες λίστες». Ο κ. Κλης είναι σήμερα σύμβουλος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων. Η πρόταση της τρικομματικής κυβέρνησης για παραπομπή του Γιώργου Παπακωνσταντίνου κάνει λόγο για παραδρομή από μέρους των δύο προσώπων που αναφέρθηκαν στον Κλη.

Αν η ιστορία της «λίστας Λαγκάρντ» μπορεί να αντιπαραβληθεί με την παραβολή της δημιουργίας του κόσμου, τότε η διαγραφή των εξαδέλφων του Γιώργου Παπακωνσταντίνου δεν είναι παρά η κίνηση της Εύας να δαγκώσει το μήλο. Οσα πρόκειται να ακολουθήσουν σχετικά με τη «λίστα Λαγκάρντ» θα είναι κατά πάσα πιθανότητα μια σαφής αντανάκλαση της εύθραυστης πολιτικής περιόδου που διανύει η χώρα.

Ενας ασυνήθιστος υπουργός

Η διαγραφή της Ελένης Παπακωνσταντίνου, του συζύγου της, Συμεών Σικιαρίδη, καθώς και του Ανδρέα Ρωσσώνη, συζύγου της αδελφής της Ελένης, Μαρίνας Παπακωνσταντίνου, θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη στιγμή που η φλόγα αγγίζει το φιτίλι. Την 28η Δεκεμβρίου, όταν τα Μέσα μετέδωσαν την είδηση για την αλλοίωση της λίστας, το ΠαΣοΚ προχώρησε αστραπιαία στη διαγραφή του πρώην υπουργού από το κόμμα. «Είναι σαφές ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν ανήκει πλέον στο ΠαΣοΚ» έγραφε η σχετική ανακοίνωση.

Η αλήθεια είναι ότι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, από όποια σκοπιά και αν το εξετάσει κάποιος, δεν διαθέτει τις συνήθεις καταβολές ενός στελέχους του ΠαΣοΚ. Ανιψιός του πατέρα των δύο μοιραίων εξαδέλφων, βουλευτή της Ενωσης Κέντρου που κατά τη Μεταπολίτευση προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, ο 52χρονος οικονομολόγος ξεκίνησε την πολιτική δραστηριότητά του από ένα ραντεβού με τον Μιλτιάδη Εβερτ κατά τη δεκαετία του ’90. Αν και πρώην μέλος του «Ρήγα Φεραίου», κατέληξε τελικώς στο ΠαΣοΚ και στον κύκλο των εκσυγχρονιστών. Μετά την ολοκλήρωση του διδακτορικού του στη London School of Economics και την απασχόλησή του στον ΟΟΣΑ στο Παρίσι, επέστρεψε το 1998 στην Ελλάδα προκειμένου να εργαστεί στο Μέγαρο Μαξίμου. Διορίστηκε σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη για θέματα της Κοινωνίας της Πληροφορίας, ενώ το γραφείο του βρισκόταν στο υπόγειο του Μεγάρου. Επειτα από δύο χρόνια συνεργάστηκε στενά με τον Νίκο Χριστοδουλάκη στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Ακολούθησαν η γνωριμία του με τον Γιώργο Παπανδρέου, η στενή σχέση τους, η θητεία του ως εκπροσώπου Τύπου του ΠαΣοΚ, καθώς και η υπουργοποίησή του, τον Νοέμβριο του 2009, με την επάνοδο των σοσιαλιστών στην κυβέρνηση.

Αν και δεν έλειπαν τα υπόλοιπα «ταιριαστά προφίλ» υπουργών στην κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου ήταν εκείνος που κυρίως εννοούσαν όσοι μίλησαν περί «κηπουρών». Υπήρξαν παροιμιώδεις οι συγκρούσεις του εντός του υπουργείου είτε με μέλη του «παλαιού ΠαΣοΚ» είτε με παλαιότερα στελέχη του υπουργείου. Από ένα σημείο και έπειτα, οι διαφωνίες με τον πρώην γενικό γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, Δημήτρη Γεωργακόπουλο, αποτελούσαν ρουτίνα. Ακόμη, ανώτατα στελέχη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους φέρονται να αποχωρούν από συναντήσεις τους ανήσυχα με τη συμπεριφορά τού τότε υπουργού, την οποία χαρακτηρίζουν αλαζονική.

Επιπλέον, υπάρχει μια σειρά από πρωτοβουλίες του Γιώργου Παπακωνσταντίνου ως υπουργού Οικονομικών οι οποίες κατακρίθηκαν ως υπερβολικά – έως και αμιγώς – επικοινωνιακού χαρακτήρα. Το κυνήγι – μέσω Google Earth – όσων είχαν αδήλωτες πισίνες στο σπίτι τους λέγεται ότι δεν τελεσφόρησε λόγω ολιγωριών· αντιστοίχως και ο εκτελωνισμός των σκαφών τα οποία τελικώς κατέληξαν στα – περισσότερο συμφέροντα φορολογικά, μα εξίσου κοινοτικά – λιμάνια της Μάλτας. Η σύσταση των πέντε ειδικών ομάδων εργασίας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, έπειτα από εισήγηση αυστραλού τεχνοκράτη τον Αύγουστο του 2010, επίσης δεν έφτασε πολύ μακριά, όπως και η «εκστρατεία» κατά των φοροφυγάδων γιατρών του Κολωνακίου, οι περισσότεροι εκ των οποίων είχαν προλάβει να προβούν σε περαίωση των υποχρεώσεών τους. Οταν τα παράπονα για τον Παπακωνσταντίνου έφτασαν ως το Μέγαρο Μαξίμου, η Ρεγγίνα Βάρτζελη, διευθύντρια του Γραφείου τού πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου, φέρεται να έχει απαντήσει σε «διαφωνούντα»: «Ο πρόεδρος του έχει εμπιστοσύνη».

Ο ίδιος περιγράφεται ως μια ευγενής, μα και «ολίγον εκτός πραγματικότητας» προσωπικότητα, περιχαρακωμένος στον στενό κύκλο των συνεργατών του. Εδινε πάντοτε θετική εικόνα στις συνεδριάσεις των Eurogroup, είχε διασυνδέσεις στην Ευρώπη, λόγω της θητείας του στον ΟΟΣΑ. Οι σχέσεις του με την τότε υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας και έπειτα διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, λέγεται ότι ήταν – τι ειρωνεία! – άριστες· μάλιστα, η Λαγκάρντ τού έστειλε τη φράση «Μας λείπεις» σε SMS, κατά τη διάρκεια ενός από τα πρώτα Eurogroup χωρίς εκείνον, μετά τον ανασχηματισμό του 2011. Διατηρεί ακόμη φιλικές σχέσεις με τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ στην τρόικα, Πόουλ Τόμσεν. Ανθρωπος του στενού περιβάλλοντός του σημειώνει ότι «κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την τρόικα, πολλά πράγματα εξελίχθηκαν χωρίς εντάσεις, μόνο λόγω του ψύχραιμου χαρακτήρα του».

Η λίστα του Χρηματιστηρίου

Κατά τη δεκαετία του ’90 – στην οποία, κατά μία εκδοχή, αποδίδονται τα στοιχεία της «λίστας Λαγκάρντ» – επικεφαλής του private banking της HSBC ήταν ο Αντώνης Καμινάρης, μετέπειτα αντιπρόεδρος στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, επί προεδρίας Τσουπίδη. Ο Καμινάρης ήταν τότε σύζυγος γόνου της εφοπλιστικής οικογένειας Χατζηπατέρα και διέθετε αξιοσημείωτα ευρύ rolodex επαφών, το οποίο αξιοποίησε προκειμένου να προσελκύσει στο private banking καλούς πελάτες. Πολλοί από τους πελάτες αυτούς θεωρείται ότι εντάσσονται στη λίστα Λαγκάρντ. Δεν είναι όμως μόνο αυτοί. Υπάρχει και μία άλλη κατηγορία, αυτή των παικτών στο ΧΑΑ.

Οπως λένε κορυφαία τραπεζικά στελέχη, πολλοί Ελληνες κατάφερναν, διαμέσου του ανοίγματος λογαριασμών σε ξένες τράπεζες, να εγγράφονται στις αυξήσεις κεφαλαίου στις επιχειρήσεις που εισάγονταν στο ΧΑΑ ως θεσμικοί επενδυτές. Συγκεκριμένα γινόταν το εξής: μια τράπεζα με έδρα εκτός Ελλάδος εγγραφόταν στις αυξήσεις ως θεσμικός επενδυτής και έτσι είχε τη δυνατότητα για μεγάλες τοποθετήσεις. Μπορούσε, ωστόσο, τις τοποθετήσεις αυτές σε μετοχές να τις «διοχετεύει» στους λογαριασμούς των πελατών της, οι οποίοι είχαν έτσι τη δυνατότητα να επενδύουν πολύ μεγαλύτερα κεφάλαια από αυτά που μπορούσαν ως ιδιώτες, αφού σχετικός νόμος επέτρεπε ως 50 ή ως 100 μετοχές. Πολλοί, μάλιστα, «έμπαιναν» στις αυξήσεις με «αέρα», δηλαδή αγόραζαν χιλιάδες μετοχές χωρίς να καταβάλλουν χρήματα, τις πωλούσαν έπειτα από π.χ. τρεις ημέρες, έπειτα από τρία συνεχή limit up, και στον λογαριασμό τους έμενε η διαφορά. Λέγεται, λοιπόν, ότι πολλοί καταθέτες στη «λίστα Λαγκάρντ» είναι στην πραγματικότητα παίκτες του ΧΑΑ, οι οποίοι μέσα από το άνοιγμα λογαριασμού στην Ελβετία απολάμβαναν το προνόμιο να συμμετέχουν στις αυξήσεις κεφαλαίου των εισηγμένων εταιρειών ως θεσμικοί επενδυτές και όχι ως ιδιώτες.

Ετσι εξηγείται, εν μέρει, η παρατήρηση από κύκλους της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι στη λίστα υπάρχουν πάνω από 400 νοικοκυρές. Πρόκειται για «παρένθετα πρόσωπα» ατόμων με θέσεις στον κρατικό μηχανισμό που δεν τους επέτρεπε να διατηρούν οι ίδιοι λογαριασμό ή, πολύ περισσότερο, να «παίζουν» στο Χρηματιστήριο. Η «λίστα Λαγκάρντ» λοιπόν ίσως συνδέεται και με το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου. Υπογραμμίζεται ακόμη ότι και άλλες τράπεζες, και όχι μόνο η HSBC, εικάζεται ότι χρησιμοποίησαν ανάλογες μεθόδους για να εξυπηρετήσουν εκλεκτούς πελάτες εκείνη την εποχή. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, σημαντικό ρόλο στη φούσκα του 1999 έπαιξαν ξένοι θεσμικοί, δηλαδή ξένες τράπεζες. Ωστόσο, ορισμένα από τα χρηματοοικονομικά οχήματα των ξένων θεσμικών έκρυβαν μέσα τους έλληνες επενδυτές, με «εσωτερική πληροφόρηση», σε επαφή με το Δημόσιο και με το πολιτικό σύστημα, οι οποίοι κέρδιζαν από τη φούσκα, στη δημιουργία της οποίας συνέβαλλαν.