Στις 10 Νοεμβρίου 2008 ο δρ Εμπεν Αλεξάντερ ξύπνησε με πονοκέφαλο. Μέσα σε 15 λεπτά η ενόχληση μετατράπηκε σε ανυπόφορο πόνο. Και λίγες ώρες αργότερα ο νευροχειρουργός και διδάσκων της Ιατρικής του Χάρβαρντ έπεσε σε κώμα, με τους γιατρούς να επιβεβαιώνουν ότι προσβλήθηκε από μια «σπάνια μορφή μηνιγγίτιδας», με αποτέλεσμα o εγκέφαλός του να τεθεί προσωρινά εκτός λειτουργίας – ο ίδιος περιγράφει την κατάστασή του ως «completely shut down» και «totally offline».

Οταν, επτά ημέρες μετά, ο δρ Αλεξάντερ συνήλθε, άρχισε να μιλάει για φτερωτά πλάσματα που πετούσαν ανάμεσα σε λευκά σύννεφα, για ένα φτερό μιας γιγάντιας πεταλούδας και για ουράνιες μουσικές. Αμέσως μετά, κατέληξε σε ένα συμπέρασμα απρόσμενο για ειδήμονα της επιστήμης: Είπε ότι είχε μια απόλυτα αληθινή μεταθανάτια εμπειρία, η οποία του απέδειξε ότι όχι μόνο υπάρχει Παράδεισος, αλλά και ότι η συνείδηση είναι κάτι ανεξάρτητο από το σώμα μας. Το αμερικανικό περιοδικό «Newsweek» έκανε την ιστορία του εξώφυλλο με τον τίτλο «Ο Παράδεισος είναι αληθινός», φιλοξενώντας ένα μακροσκελές άρθρο, όπου ο δρ Αλεξάντερ περιγράφει γλαφυρά όσα έζησε, κρατώντας, ωστόσο, όλες τις ζουμερές λεπτομέρειες για το 208 σελίδων βιβλίο του με τίτλο «Proof of Heaven: A Neurosurgeon’s Journey into the Afterlife», το οποίο κυκλοφόρησε στις 23 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Simon & Schuster. Η ιστορία ήταν υπερβολικά εμπορική για να είναι αληθινή. Εκτοτε, γιατροί, νευρολόγοι και ερευνητές έσπευσαν να καταρρίψουν ένα ένα τα επιχειρήματά του. Το ΒΗmagazino μίλησε με αυτούς που γνωρίζουν τα μυστικά του εγκεφάλου καλύτερα από τον καθένα, επιχειρώντας να ξεκλειδώσει τα μυστήρια που κρύβει ένα μυαλό όταν πλησιάζει τον θάνατο.

Εμπειρία ναι, μεταθανάτια όχι

Τα συμπτώματα που περιγράφουν όσοι ισχυρίζονται ότι πέθαναν ή βρέθηκαν κοντά στον θάνατο και μετά επέστρεψαν ξανά στα εγκόσμια είναι κοινά στην πλειονότητα των περιπτώσεων: η αίσθηση ότι βγαίνουν από το σώμα τους, η εικόνα ενός τούνελ με φως στην άκρη του, η ζεστασιά από ένα φως που τους γεμίζει αγάπη και ηρεμία ή ακόμη και η συνάντηση με αγαπημένους που δεν βρίσκονται πλέον εν ζωή. Ωστόσο, ο Γεώργιος Ορφανίδης, διευθυντής Νευροχειρουργικής στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Γ. Γεννηματάς, μιλώντας στο ΒΗmagazino τονίζει ότι η συζήτηση γύρω από το αμφιλεγόμενο ζήτημα θα πρέπει να ξεκινήσει από τον ορισμό του εγκεφαλικού θανάτου. Ο Αλεξάντερ δεν πέθανε, ο εγκέφαλός του λειτουργούσε.

Ο Εμπεν Αλεξάντερ στηρίζει την αλήθεια της εμπειρίας του στο γεγονός ότι την έζησε ενώ βρισκόταν σε κώμα και, όπως υποστηρίζει, ο νεοφλοιός του ήταν τελείως ανενεργός και όχι απλώς δυσλειτουργικός. «Αν και θεωρούσα τον εαυτό μου πιστό χριστιανό, ήμουν περισσότερο κατ’ όνομα, παρά κυριολεκτικά» τονίζει στο άρθρο του, θέλοντας να προλάβει όσους χαμογέλασαν ειρωνικά όταν διάβασαν τις «επουράνιες» περιγραφές του. Παρ’ ότι θιασώτης της ψυχρής επιστήμης, ο νευροχειρουργός γράφει ότι έκανε στροφή 180 μοιρών στη ζωή του, γιατί οι αποδείξεις ήταν πολύ ισχυρές για να τις αγνοήσει. «Δεν υπάρχει επιστημονική εξήγηση για το γεγονός ότι, ενώ ήμουν σε κώμα, το μυαλό μου – ο συνειδητός, εσωτερικός εαυτός μου – ήταν ζωντανό και σε καλή κατάσταση» περιγράφει.

Οι επικριτές του, ωστόσο, επισημαίνουν ότι αυτό είναι ουσιαστικά το επιχείρημα που αποδυναμώνει την ιστορία του και αποδεικνύει ότι είναι αδύνατο να υπάρξει συνείδηση χωρίς τον εγκέφαλο. Ο Παύλος Σακκάς, νευρολόγος – ψυχίατρος και αναπληρωτής καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εξηγεί στο ΒΗmagazino τι συνέβη στον εγκέφαλο του Αλεξάντερ: «Οπως φαίνεται από τη διήγηση του ιδίου, εμφάνισε μηνιγγοεγκεφαλίτιδα από ένα κοινότατο μικρόβιο, το E.coli. Αυτή η προσβολή του από το μικρόβιο έδινε στις απεικονίσεις του εγκεφάλου του την εικόνα της μη λειτουργίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα κύτταρα των περιοχών αυτών ήταν νεκρά. Προφανώς δεν ήταν, γι’ αυτό και αργότερα, όταν καταπολεμήθηκε το μικρόβιο και υποχώρησε η φλεγμονή, τα περισσότερα κύτταρα των περιοχών αυτών του εγκεφάλου επανέλαβαν τη λειτουργία τους».

Ο Νικόλαος Τάσκος, καθηγητής Νευρολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μέλος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας, μας λέει ότι ουσιαστικά ο νευροχειρουργός έπεσε σε κώμα ύστερα από ένα δυνητικά αναστρέψιμο παθολογικό αίτιο και πως «όταν πρόκειται για κώμα μικρής χρονικής διάρκειας, δεν επιτρέπεται να τεθεί οποιαδήποτε άλλη διάγνωση, όπως εγκεφαλικός θάνατος». Ο Γεώργιος Ορφανίδης επιβεβαιώνει την άποψη των δύο επιστημόνων, τονίζοντας ότι αυτό που περιγράφει στο άρθρο του «Newsweek» ο Αλεξάντερ συνεπάγεται εγκεφαλικό θάνατο, κάτι το οποίο δεν ισχύει στην περίπτωσή του. «Ακόμη και αν ο νεοφλοιός του δεν λειτουργούσε, το στέλεχος του εγκεφάλου του βρισκόταν σε λειτουργία και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει ιατρικά».

«Ηταν ένα όνειρο»

Για τον Αλεξάντερ, το γεγονός ότι βίωσε μια τόσο έντονη εμπειρία ενόσω είχε μηδαμινή εγκεφαλική λειτουργία, όπως υποστηρίζει, αποτελεί ατράνταχτη απόδειξη ότι η συνείδησή του συνέχισε να υφίσταται και χωρίς την υποβοήθηση του εγκεφάλου. «Πώς είναι δυνατόν, όμως, να γνωρίζει πότε είδε όλες αυτές τις “παραδεισένιες” εικόνες;» ρωτούν οι σκεπτικιστές. Η απάντηση που δίνουν είναι ότι η όλη εμπειρία έλαβε χώρα είτε την ώρα που έπεφτε σε κώμα είτε καθώς συνερχόταν από αυτό. Το ίδιο πιστεύουν και οι έλληνες επιστήμονες, όπως ο Παύλος Σακκάς: «Αυτό που αναφέρει ως μεταθανάτια εμπειρία δεν ήταν παρά κάτι ανάλογο με τα όνειρα που βλέπουμε. Το στάδιο του ύπνου κατά το οποίο βλέπουμε όνειρα, το στάδιο REM δηλαδή, διαρκεί ελάχιστα λεπτά, όμως ένα όνειρο μπορεί να περιλαμβάνει σενάριο με χρονική έκταση ωρών ή και ημερών. Ετσι και στην περίπτωσή του, όταν ξύπνησε, θυμήθηκε μια εμπειρία μεγάλης διάρκειας».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δύο είναι οι κυρίαρχες καταστάσεις που φέρεται να βιώνει κάποιος εν είδει μεταθανάτιας εμπειρίας: ότι εισέρχεται σε ένα σκοτεινό τούνελ με φως στο βάθος του, καθώς και ότι βγαίνει από το σώμα του, βλέποντας όλα όσα συμβαίνουν από ψηλά. Για το πρώτο φαινόμενο, ο Παύλος Σακκάς δίνει την ακόλουθη εξήγηση. «Η εικόνα μιας φωτεινής πηγής, που πλησιάζει ή απομακρύνεται, προφανώς θα ήταν η τελευταία εικόνα του ανθρώπου αυτού προτού αποσυνδεθεί ο ινιακός λοβός του, το μέρος εκείνο του φλοιού με το οποίο βλέπουμε, ή η πρώτη εικόνα όταν έγινε η επανασύνδεσή του» περιγράφει. Για τον Νικόλαο Τάσκο, η περίφημη εικόνα του τούνελ ενδεχομένως συνδέεται και με «πολιτισμικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις ή άλλες αντιλήψεις που επικρατούν στις κοινωνίες, σε μια πιθανή προσπάθεια οπτικοποίησης του Παραδείσου».

Για την περίπτωση όπου ο ασθενής νιώθει ότι έχει βγει από το σώμα του και ακούει όλα όσα συμβαίνουν σε ένα χειρουργείο ή ένα δωμάτιο, ο Γεώργιος Ορφανίδης έχει να δώσει μια εξαιρετικά απλή απάντηση, η οποία προκύπτει μέσα από την πολυετή πείρα του. «Σπανίως, τυχαίνει κάποιοι ασθενείς να μου περιγράφουν όσα λέγαμε κατά τη διάρκεια μιας επέμβασης. Αν ο αναισθησιολόγος έχει δώσει στον ασθενή μυοχαλαρωτικά, αλλά δεν τον κοιμίζει καλά, τότε αυτός δεν μπορεί να κουνηθεί, αλλά ακούει όσα λέμε. Δεν νιώθει κανέναν πόνο, αλλά έχει αντίληψη».

Η ζωή μετά

Η επιστήμη και η θρησκεία σπάνια βρίσκουν λόγους να συμφωνήσουν, με την πρώτη να επιμένει να δίνει εξηγήσεις και τη δεύτερη να δηλώνει ότι δεν τις έχει ανάγκη. Επιπλέον, οι άνθρωποι συμφιλιώνονται δύσκολα με την ιδέα του θανάτου – δεν είναι τυχαίο ότι τα κυρίαρχα στοιχεία των μεταθανάτιων εμπειριών είναι κοινά, γεμίζοντας όσους τις βιώνουν με αγάπη και ηρεμία.

Για αρκετούς, αυτό που απέδειξε η μεταθανάτια εμπειρία του δρος Αλεξάντερ είναι όχι ότι υπάρχει Παράδεισος, αλλά ότι υπάρχει η ανάγκη μας να πιστέψουμε σε αυτόν. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί ανταπαντούν ότι η μαρτυρία ενός επιστήμονα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Είναι, όμως, αυτό αρκετό για να πιστέψουμε και εμείς; «Δεν σημαίνει ότι επειδή εγώ είμαι γιατρός είμαι και πιο καλλιεργημένος από εσένα» απαντά χαρακτηριστικά ο Γεώργιος Ορφανίδης. «Η συνείδηση που έχουμε είναι η λειτουργία κάποιων νευρικών κυττάρων. Αν πεθάνουν αυτά, τότε δεν υπάρχεις. Δεν μπορείς να πεις “πέθανα και πήγα κάπου”, διότι, πολύ απλά, δεν πέθανες» τονίζει.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος συνεχίζει να αποτελεί μυστήριο για τους σημερινούς ερευνητές και οι μεταθανάτιες εμπειρίες δεν έχουν εξηγηθεί ακόμη σε βάθος. «Κανένας δεν γνωρίζει απόλυτα τον εγκέφαλο. Αυτό που ερμηνεύουν σήμερα οι άνθρωποι ως μεταφυσικό είναι πολύ πιθανό να έχει μια απλή επιστημονική εξήγηση» λέει ο Γεώργιος Ορφανίδης. Το πόνημα του δρος Αλεξάντερ μπορεί να κάνει πολλούς επιστήμονες να ξεσπάσουν σε τρανταχτά γέλια ή να σηκώσουν καχύποπτα το φρύδι, ωστόσο ωθεί και αρκετούς πιστούς να συνεχίσουν να ελπίζουν ότι ήμαστε πολύ περισσότερα από φθαρτή ύλη. Σε κάθε περίπτωση, την απάντηση έχουν μόνο όσοι δεν βρίσκονται πλέον εδώ και σίγουρα κανείς δεν βιάζεται να τους συναντήσει.

Η εμπειρία

«Βρέθηκα σε ένα μέρος με γαλάζιο ουρανό και μεγάλα, ροζ σύννεφα, ανάμεσα στα οποία πετούσαν διάφανα πλάσματα. Από ψηλά ερχόταν ένας ήχος από δυνατές ψαλμωδίες, ο οποίος σου έδινε την αίσθηση μιας βροχής που σε ακουμπάει, αλλά δεν σε μουσκεύει. Ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν μόνος. Μια νέα γυναίκα με ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια πετούσε μαζί μου επάνω στο φτερό μιας γιγάντιας πεταλούδας. Αν και δεν μου μίλησε, μέσα από το βλέμμα της μου μετέδωσε μηνύματα που με γέμισαν με ένα απίστευτο αίσθημα ανακούφισης. “Θα σου δείξουμε πολλά, αλλά πρέπει να γυρίσεις πίσω” είπε, δίχως να χρησιμοποιήσει κανονικές λέξεις. Τότε φύσηξε ένα ζεστό αεράκι, όπως αυτά του καλοκαιριού, αλλάζοντας τα πάντα τριγύρω μου με θεϊκό τρόπο. Καθώς το μυαλό μου κατακλυζόταν από ερωτήσεις, άρχισα να κινούμαι προς τα κάτω, μέσα σε ένα σκοτεινό, απέραντο κενό, που ταυτόχρονα με καθησύχαζε. Στο βάθος του, τρεμόπαιζε μια φωτεινή σφαίρα και ένιωσα πως ξαναγεννιέμαι».