Aποστολή στις Κάννες

Δυόμισι ώρες έξω από τη σουίτα 119 του InterContinental Carlton στην Κρουαζέτ είναι πολλές. Τόσο, όμως, πρέπει να περιμένει κάποιος για να συναντήσει από κοντά τον πιο περιζήτητο ένοικο του ξενοδοχείου, παραμονή της έναρξης του 66ου Φεστιβάλ των Καννών. «Ο υπέροχος Γκάτσμπυ», το φιλμ που υπογράφει ο Μπαζ Λούρμαν, έχει προκαλέσει τσουνάμι δημοσιότητας χάρη στο καταιγιστικό μάρκετινγκ και στη στυλιζαρισμένη αισθητική του, έχει δημιουργήσει μόδα στις διεθνείς πασαρέλες και έχει εκτινάξει τις πωλήσεις του μυθιστορήματος του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ παγκοσμίως. Ολα αυτά μερικές ώρες προτού η ταινία ανοίξει επίσημα το μεγαλύτερο κινηματογραφικό και κοσμικό γεγονός της χρονιάς. Εξού λοιπόν και η αναμονή.

Ευτυχώς ο Μπαζ Λούρμαν έχει κέφια και μας αποζημιώνει για την καθυστέρηση. Αθλητικός τύπος, επιμελώς αξύριστος, ντυμένος σπορτίφ (μπορντό μακό, μπλε λινό παντελόνι, καφέ μοκασίνια) έδειχνε να βρίσκεται σε πολύ καλή φόρμα. Και κάπως έτσι, έπειτα από τις απαραίτητες συστάσεις, ο 50χρονος αυστραλός σκηνοθέτης έφτασε να μιλάει… για τη Μύκονο. Για τους φίλους του που τον έχουν γυρίσει στα νησιά του Αιγαίου. Και για «του Βαγγέλη» στην Πλάκα. «Α, μα τι φανταστικό μέρος το εστιατόριο του Βαγγέλη. Με εκείνη την υπέροχη ταράτσα, τόσο ρομαντικά, έβλεπες την Ακρόπολη κατά πρόσωπο. Εχω χρόνια να πάω και πολύ θα το ήθελα να ξαναβρεθώ εκεί». (Φεύγοντας, μου ζήτησε να δώσω στον Βαγγέλη τα χαιρετίσματά του, οπότε ελπίζω να διαβάσει αυτό το κείμενο.)

All that jazz

Ο Λούρμαν στρέφεται προς το μέρος του γερμανού συναδέλφου, ο οποίος περίμενε μαζί μου για να κάνουμε από κοινού αυτή τη συνέντευξη και τον ρωτάει από ποια πόλη είναι. Η ματιά του αστράφτει όταν ο συνάδελφος του αναφέρει το Βερολίνο. «Αν μπορώ να πω ότι γνωρίζω κάτι για τη σύγχρονη μουσική και το nightclubbing, το οφείλω στο Βερολίνο» λέει ο σκηνοθέτης και όσοι ξέρουν τις ταινίες του γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει μουσική σε ταινία του Μπαζ Λούρμαν. «Να ’ναι καλά αυτός ο σπουδαίος μουσικός – δεν θα πω ποιος – που με μύησε στη σκηνή του Βερολίνου όπου είχε ζήσει επί χρόνια» συνεχίζει, και υποψιάζομαι ότι αναφέρεται στον Ντέιβιντ Μπάουι (αλλά από τακτ δεν τον ρωτώ).

Η μουσική είναι ένας όμορφος τρόπος, ώστε η κουβέντα μας να περάσει στον «Υπέροχο Γκάτσμπυ». Δίνω τα συγχαρητήριά μου στον Λούρμαν για την απίστευτη δουλειά που έχει γίνει στη μουσική της ταινίας, τόσο από τον Κρεγκ Αρμστρονγκ που συνέθεσε το πρωτότυπο μουσικό θέμα της όσο και από την ορχήστρα του Μπράιαν Φέρι που παίζει τους Jazz Age σκοπούς οι οποίοι ακούγονται κατά τη διάρκειά της. Κομμάτια όπως το «Let’s Μisbehave» του Κόουλ Πόρτερ, το «Rhapsody in Βlue» του Τζορτζ Γκέρσουιν και το «Saint Louis Βlues» του Λούις Αρμστρονγκ εναρμονίζονται τέλεια με ήχους του ράπερ Jay-Z («No Church in the Wild», «Izzo (H.O.V.A.)», «100$ Βill», «Crazy in Love») σε μια μουσική πανδαισία που σε κάνει να θες να αγοράσεις αμέσως το σάουντρακ (σημειωτέον, κυκλοφορούν δύο σάουντρακ και το ένα, ονόματι «Yellow Cocktail Music», περιέχει μόνο την τζαζ μουσική του Φέρι και της ορχήστρας του).

«Ναι, μου αρέσει η μουσική» λέει ο Λούρμαν. «Προσπαθώ πάντα να δίνω έμφαση στον μουσικό ήχο των ταινιών μου, περνάω ατελείωτες ώρες στα στούντιο ηχογράφησης. Ομως εδώ, όλα οφείλονται τελικά στον ίδιο τον Φιτζέραλντ», συνεχίζει ο Λούρμαν, «γιατί είναι ο πρώτος συγγραφέας που ενέταξε την τζαζ μουσική και την αφροαμερικανική μουσική του δρόμου στην αμερικανική λογοτεχνία. Η τζαζ βρίσκεται στην καρδιά του “Υπέροχου Γκάτσμπυ”. Το ερώτημα ήταν πώς θα μπορούσε η τζαζ να αποκτήσει την αμεσότητα της δικής μας εποχής, να γίνει δηλαδή η μουσική της στιγμής σήμερα, όπως ήταν την εποχή που γράφτηκε το μυθιστόρημα».

«O Γκάτσμπυ είναι το σήμερα»

«Ο Γκάτσμπυ είναι εμείς, είναι η εποχή μας, είναι το σήμερα και είναι το πού οδεύουμε» λέει ο Λούρμαν ότι σκέφτηκε όταν, το 2003, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στη Σιβηρία με το τρένο, ήρθε σε επαφή με το κείμενο του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ. Στο τρένο βαριόταν του θανατά. Ανοιξε ένα μπουκάλι κρασί και αποφάσισε να ακούσει (όχι να διαβάσει) το βιβλίο σε μια ηχογραφημένη έκδοσή του. «Ενα τέτοιο μυθιστόρημα το εκλαμβάνεις πολύ διαφορετικά όταν το διαβάζεις στα 17 και μετά το ξαναδιαβάζεις στα 40» λέει. «Γι’ αυτό, άλλωστε, είναι τόσο σπουδαίο».

Του ζητώ να αναπτύξει λίγο τη σκέψη του. Πώς εντάσσεται ο «Υπέροχος Γκάτσμπυ» στον 21ο αιώνα; Πώς, κατά τη γνώμη του Μπαζ Λούρμαν, έχει μετατραπεί σε ένα διαχρονικό μυθιστόρημα; «Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 είχε γίνει τρομοκρατική επίθεση στη Γουόλ Στριτ» απαντά ο Λούρμαν. «Ηταν οι αναρχικοί και οι κομμουνιστές που το έκαναν. Την επομένη το χρηματιστήριο έπεσε κατακόρυφα. Μετοχές άρχισαν να πωλούνται σε ανθρώπους που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν άμεσα. Τότε ήταν η εποχή που δημιουργήθηκε το μότο “αγόρασε τώρα, πληρώνεις αργότερα”. Μια ηθική ελαστικότητα». Αυτή ακριβώς την ηθική ελαστικότητα, λέει ο Λούρμαν, ότι είχε αρχίσει να νιώθει την εποχή που ήρθε σε επαφή με το βιβλίο, το 2003. «Σας θυμίζω ότι είχε μόλις προηγηθεί η πτώση των Διδύμων Πύργων και ότι ο κόσμος ήταν ζαλισμένος και θολός. Σίγουρα, όμως, έβγαζε πολλά λεφτά. Νομίζω ότι εκείνη ακριβώς την εποχή ζούσαμε την αρχή της οικονομικής κρίσης που έμελλε να ξεσπάσει στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 2000. Το γεγονός ότι δεν κατάφερα να γυρίσω τον “Υπέροχο Γκάτσμπυ” τα χρόνια που το ήθελα δεν αίρει το στοιχείο της αμεσότητάς του ακόμη και στις μέρες μας».

Πράγματι, το στοιχείο της «ηθικής ελαστικότητας» είναι εμφανές στον κεντρικό ήρωα του μυθιστορήματος, τον φίλο του Τζέι Γκάτσμπυ (Λεονάρντο Ντι Κάπριο), τον Νικ Κάραγουεϊ (Τόμπι Μαγκουάιρ). Ο Κάραγουεϊ, ο οποίος είναι επίσης η φωνή του Φιτζέραλντ, καθ’ ότι ο αφηγητής της ιστορίας εργάζεται στη Γουόλ Στριτ και βγάζει χρήματα πουλώντας μετοχές. «Ξαφνικά το χρήμα – με το οποίο δεν έχω κανένα πρόβλημα –
γίνεται ο στόχος και όχι το μέσο για να φτάσουμε σε έναν στόχο», λέει ο Λούρμαν, «μας θυμίζει κάτι αυτό;».

Για τον Λούρμαν δεν έχει τελικά σημασία πώς ο Τζέι Γκάτσμπυ απέκτησε τα χρήματά του. «Σημασία έχει αν είναι ένας καλός άνθρωπος» λέει. Σημασία έχει αν υπάρχει μέσα του ένα ηθικό κίνητρο που ξεπερνάει το χρήμα για να τον ωθήσει. «Και, ναι, υπάρχει, γιατί ο έρωτας είναι η σπίθα της δημιουργίας του. Είναι μια γυναίκα». Είναι ο απόλυτος έρωτας και έχει πρόσωπο και όνομα: η Ντέιζι Μπιουκάναν (Κάρεϊ Μάλιγκαν).

Φιτζέραλντ καλεί Σαίξπηρ

«Ο Γκάτσμπυ είναι ο Αμερικανός Αμλετ!» συνεχίζει με ενθουσιασμό ο σκηνοθέτης. «Είναι καταδικασμένος να καταλήξει στην τραγωδία. Γιατί τα ιδανικά του παραείναι μεγάλα. Δεν είναι τυχαίο που ο Φιτζέραλντ ήταν μεγάλος θαυμαστής του Τζόζεφ Κόνραντ. Ο Γκάτσμπυ θυμίζει πολύ τον Κουρτζ στην “Καρδιά του σκότους”. Και το θέμα είναι ότι όπως ο Κουρτζ έτσι και ο Γκάτσμπυ τελικά δεν αλλάζει. Παραμένουν και οι δύο στο ύψος της ηθικής τους. Ο Κουρτζ γεννιέται και πεθαίνει με τον τρόμο στα χείλη του και ο Γκάτσμπυ γεννιέται και πεθαίνει με την Ντέιζι στα δικά του χείλη. Είναι εικονικοί ήρωες».

Η υπεύθυνη της Warner μπαίνει στη σουίτα και με αυστηρό ύφος λέει: «Τελευταία ερώτηση». «Με τρομάζει» χαριτολογεί ο Λούρμαν. Αρπάζω την ευκαιρία για να κλείσω αυτή την κουβέντα ζητώντας από τον σκηνοθέτη να σχολιάσει αν βρίσκει ενδιαφέρον το γεγονός ότι παρά το ότι ο «Υπέροχος Γκάτσμπυ» είναι ένα κλασικό μυθιστόρημα που από την εποχή του θανάτου του συγγραφέα δεν έχει πάψει να πουλάει κάθε χρόνο χιλιάδες αντίτυπα, σήμερα, χάρη στην ταινία, οι πωλήσεις του εκτοξεύθηκαν στα ύψη. Το «hype» της ταινίας, άλλωστε, είναι τόσο έντονο, που μια γενικότερη τάση επιστροφής στα 20s είναι ήδη γεγονός. Η σημαντικότερη, όμως, επιστροφή που σημείωσε η «μόδα» του Γκάτσμπυ αφορά το ίδιο το βιβλίο, που προσφάτως επανεκδόθηκε και σημειώνει ρεκόρ πωλήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ετήσιες πωλήσεις του «Υπέροχου Γκάτσμπυ» από τον εκδοτικό οίκο Simon & Schuster φθάνουν περίπου τις 500.000. Εφέτος, όμως, έχουν ήδη πωληθεί 280.000 αντίτυπα. Ως e-book, ο «Γκάτσμπυ» πωλεί 80.000 αντίτυπα ετησίως. Μέσα στο 2013 έχουν γίνει πάνω από 125.000 πωλήσεις. Και όλα αυτά χάρη στην ταινία!

«Ξέρεις κάτι;» ρωτάει ο Λούρμαν. «Τη χρονιά που ο Φιτζέραλντ πέθανε, αγόραζε ο ίδιος αντίτυπα του Γκάτσμπυ μόνο και μόνο για να δείξει ότι το βιβλίο πουλούσε – κάτι που δεν ήταν αλήθεια. Δυστυχώς, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, η επιτυχία ήρθε μετά τον θάνατο του δημιουργού. Ενιωσα κάπως περίεργα όταν έμαθα ότι μόνο την περασμένη εβδομάδα οι πωλήσεις του βιβλίου ήταν περισσότερες από το σύνολο των πωλήσεων όσο ο Φιτζέρλαντ ήταν ζωντανός! Αλλά δεν με πειράζει αυτό. Αντιθέτως, με κολακεύει που ακούω ότι πολύς κόσμος θα διαβάσει το βιβλίο επειδή είδε την ταινία. Γιατί αν ένα παιδί διαβάσει το βιβλίο επειδή είδε την ταινία, νιώθω ότι έχω καταφέρει κάτι πολύ μεγαλύτερο και πολύ πιο ουσιαστικό από μια κινηματογραφική επιτυχία. Τουλάχιστον έτσι θα ξέρω ότι δεν ήταν μια απόλυτη σπατάλη χρόνου».

* Η ταινία «Ο υπέροχος Γκάτσμπυ» προβάλλεται στις αίθουσες σε διανομή Village Films. Tο μυθιστόρημα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αγρα και Πατάκη.

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 19 Μαΐου 2013