Το σκληρό μπρα ντε φερ ανάμεσα στον υπουργό Δικαιοσύνης κ.Σταύρο Κοντονήκαι τον πρόεδρο του ΣτΕ κ.Νικόλαο Σακελλαρίου, ως προς το ζήτημα του πόθεν έσχες των δικαστικών λειτουργών, έδωσε τον τόνο στην ετήσια γενική συνέλευση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδας, με οικοδεσπότη τον πρόεδρό της κ.Δημήτρη Ασπρογέρακα, την Κυριακή το πρωί, στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Ο πρόεδρος του ΣτΕ έφθασε να «καταγγείλει ωμή παρέμβαση στον χώρο της Δικαιοσύνης», χτυπώντας το χέρι στο βήμα από το οποίο μιλούσε, ενώ δήλωσε ότι «οι αποφάσεις, θέλει – δεν θέλει κανείς, πρέπει να γίνονται σεβαστές. Γιατί αυτό θέλειτο Σύνταγμα».



Είχε προηγηθεί η ομιλία του υπουργού, κατά την οποία ο ίδιος επέλεξε υψηλούς τόνους, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ως «πρόβλημα» το γεγονός της έκδοσης απόφασης του ΣτΕ που ακυρώνει τον έλεγχο του πόθεν έσχες.



Σε δευτερολογία του μάλιστα, είχε εκτιμήσει ότι «όταν υπάρχουν εξαιρέσεις από τη δήλωση για αντικείμενα η χρήματα σε θυρίδες, φαλκιδεύεται ο νόμος. Αυτό που ισχύει για όλους, για τον πολιτικό κόσμο, πρέπει να ισχύει και για τους δικαστικούς λειτουργούς».



Ο κ. Σακελλαρίου τοποθετήθηκε σχετικά, για να χειροκροτηθεί σε κάποια σημεία της ομιλίας του: «Ήλπιζα ότι μετά και την τελευταία μου τοποθέτηση (…), θα είχε τερματιστεί αυτή η στείρα αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και δικαστών. Την είδα να αναζωπυρώνεται απότο βήμα αυτό. Καταγγέλλω την ωμή παρέμβαση στον χώρο της Δικαιοσύνης».



Και συμπλήρωσε: «Υποκείμεθα σε κριτική, και το έχουμε δηλώσει, καλοπροαίρετη κριτική, υποδείξεις δεν δεχόμεθα απο πουθενά.

Είμαστε σε ένα σκοτάδι, στο σκοτάδι που μας έθεσαν τα μνημόνια. Ειναι μακρά η πορεία μέχρι να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης. (…)

Χρειάζεται ενότητα όλων μας, δεν είναι δυνατόν ορισμένοι να διανοούνται ότι δεν υπάρχουν δικαστήρια στη χώρα… Καλώ σε αυτοσυγκράτηση, για τελευταία φορά. Είμαι υποχρεωμένος να υπογραμμίσω και να προειδοποιήσω. Οι δικαστικές αποφάσεις, θελει κανείς δεν θελει, πρέπει να γίνονται σεβαστές. Γιατι αυτο θελει το Σύνταγμα».



Ο κ. Σακελλαρίου επεσημανε με νόημα ότι η δημοκρατική νομιμοποίηση των δικαστών απορρέει εκ του Συντάγματος.



«Παρουσία μου, ήταν άκαιρη αυτή η παρέμβαση. (…) Λυπάμαι πολύ που αναγκάζομαι να υιοθετήσω τέτοιους τόνους», είπε ο πρόεδρος του ΣτΕ απευθυνόμενος στους παριστάμενους εισαγγελείς. «Η Δικαιοσύνη δεν είναι ούτεκωφή, ούτε βωβή, ας γίνει αυτόαντιληπτό».



Ο υπουργόςαναφέρθηκεεπίσηςστους πλειστηριασμούς, κάνονταςλόγογια εκτεταμένη παραπληροφόρηση. Το νομοθετικό πλαίσιο που υφίσταται προστατεύει την πρώτη κατοικία δανειοληπτών μέχρι μεγάλου ποσού. Στη διαδικασία αυτή, η κυβέρνηση έκρινε ότιπρέπει να υπάρχειδικαστική εμπλοκή, να κρίνει ποιος χρειάζεται προστασία. Βρεθήκαμε μπροστά στο φαινόμενο να βαφτίζονται πρώτες κατοικίες βίλες με πισίνες. Αυτοί που έπαιρναν τα δάνεια, δεν έδιναν ούτεευρώ. (…) Και ο ελληνικόςλαός πλήρωνε αδρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών».



Ο κ. Κοντονής δεν δίστασε, στο ίδιο επικριτικό ύφος, να αναφερθεί στον χρόνο έκδοσης του βουλεύματος για το ποδόσφαιρο, «πάνω από έναν χρόνο απότη διατύπωση της σχετικής εισαγγελικής πρότασης».



«Το κρίσιμο βούλευμα, το περίμενε η κοινωνία πάνω από 13 μήνες. Δοκιμάστηκαν οι αντοχές της δικαιοσύνης. Πρωτόγνωρο είναι να υπάρχει τέτοια καθυστέρηση για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Αποφάσεις δεν μπορούν να κρύβονται πίσω από το ανέλεγκτο της δικαστικής κρίσης».



Η απάντηση ήλθε αργότερα από την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, δια στόματος του κ.Νίκου Σαλάτα. «Είναιψέμανα λέγεται ότι το βούλευμακαθυστέρησε 13-14 μήνες. Της εισαγγελικής πρότασης ακολούθησαν αιτήσεις εξαίρεσης (…), για να χρεωθεί η δικογραφία τελικά τον Μάιο του 2017. Εκδόθηκε δηλαδή το βούλευμασε 6 μήνες… Και δεν θα έπρεπε να έχουνασκηθεί οι (πειθαρχικές) διώξεις αυτές, γιατίθα έλεγε κανείς ότιμπορείνα φοβηθούν οι δικαστές που θα ασχοληθούν με το θέμααυτό». Ο ίδιοςέκλεισε την ομιλία του λέγοντας ότι«δεν μπορείνα έρχεται ο υπουργόςκαι να μας μιλάει με αυτότο ύφος εδώ μέσα».





Η αντίδραση της Ενωσης Εισαγγελέων



Η υπόθεση του πόθεν έσχες προκάλεσε διάλογο σε υψηλούς τόνους και ανάμεσα στον υπουργό και τον κ. Ασπρογέρακα.



«Ούτε έγκλημα είναι, ούτε απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων είναι , αλίμονο μας αν ίσχυε κάτι τέτοιο. (…) Φέρτε μας έναν νόμο να πάμε να καταθέσουμε αυτά που πρέπει. Δεν θέλω να πιστεύω ότι κάποιος απόμας θα κρύψει ενσυνειδήτως περιουσιακά στοιχεία…».



Και πρόσθεσε ο πρόεδρος της Ενωσης:

«Είναι επικίνδυνη η ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης. Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει από τον δικαστή να υπερβεί τις αντοχές του και να προβεί σε απόφαση χωρίς να είναισίγουρος»





Ο υπουργόςξεκαθάρισε στο σημείο αυτό, ότι«ουδείς μίλησε για απόκρυψη, αυτόείναιερμηνεία».



Σε χαμηλούς τόνους κινήθηκαν τοσο ο Πρόεδρος Αρείου Πάγου κ.Βασίλης Πέππας,όσοκαι η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κυρίαΞένη Δημητρίου, οι οποίοιεπέλεξαν να κάνουν ομιλίες αμιγώς δικαστικού ενδιαφέροντος.



Παρέμβαση από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε ο κ.Κώστας Καραγκούνης, ο οποίος τόνισε ότι «ανεξάρτητα απότα φάλτσα της πολιτικής, η Ελλάδα έχει ανεξάρτητη δικαιοσύνη». Ο ίδιος εκτίμησε ότι «η Δικαιοσύνη έχει καταφέρει να είναι ένα βήμα μπροστά από την πολιτική», φέρνοντας ως παράδειγμα τόσο το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, όπου ενώ «ήταν σαφές τι επιχειρούσε να κάνει η κυβέρνηση, η δικαιοσύνη δεν λειτούργησε ως πολιτικό παραμάγαζο», όσο και την απόφαση για τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς και τη μη έκδοσή τους. «Οι δικαστές δεν έδωσαν σημασία σε παραινέσεις (…), άκουσαν το Σύνταγμα», είπε χαρακτηριστικά.



Της ακεραιότητας αλλά και της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος υπεραμύνθηκε ο κ.Νικόλας Κανελλόπουλος, εκπροσωπώντας τη Δημοκρατική Συμπαράταξη.


Δήλωση υπουργού Δικαιοσύνης

Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Σταύρος Κοντονής προέβη στην ακόλουθη δήλωση:

«Σε μια ευνομούμενη πολιτεία οφείλουν όλοι και πρώτοι όσοι λαμβάνουν αποφάσεις, είτε πολιτικοί είτε δικαστές, να ελέγχονται ως προς τα εισοδήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία.Σε σχέση με την αναιτιολόγητη επίθεση του Προέδρου του ΣτΕ στο πρόσωπό μου σχετικά με τα παραπάνω αυτονόητα δε θα κάνω κανένα περαιτέρω σχόλιο. Άλλωστε και οι κρίνοντες κρίνονται και κρίνονται τόσο για τις αποφάσεις τους, όσο και για τις δημόσιες τοποθετήσεις τους».