Στέφανος Τραχανάς
Το Φάντασμα της Οπερας
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2014,
σελ. 161, τιμή 10 ευρώ

Ο Στέφανος Τραχανάς διδάσκει Φυσική στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης, διηύθυνε έως πρόσφατα τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης ενώ τώρα είναι πρόεδρος της εκδοτικής επιτροπής τους. Δικά του είναι τα πολύ κατανοητά πανεπιστημιακά συγγράμματα «Κβαντομηχανική Ι, ΙΙ», «Συνήθεις Διαφορικές Εξισώσεις» και παλαιότερα «Σχετικιστική Κβαντομηχανική».

Αυτά είναι τα τυπικά γύρω από τον συγγραφέα, διότι γι’ αυτό που είναι πιο γνωστός (και αγαπητός, κυρίως στους φοιτητές του) είναι η ανεξάντλητη διάθεσή του για συζητήσεις γύρω από θέματα της Επιστήμης και της Κοινωνίας, ενώ ο ιστότοπος που εμψυχώνει με πολλή όρεξη (http://physicsgg.me/) είναι μοναδικός για τον έλληνα αναγνώστη, αν λίγο ενδιαφέρεται για τις θετικές επιστήμες. Και εκεί επίσης υπάρχουν δωρεάν μαθήματα πανεπιστημιακής Φυσικής από τον ίδιο και από άλλους πολύ καλούς καθηγητές, στα πρότυπα των όσων γίνονται σήμερα στο ΜΙΤ και στο Χάρβαρντ. Η μεταδοτικότητά του στα δύσκολα μονοπάτια της Κβαντομηχανικής, αν κρίνω από τα βιβλία του που έχω διαβάσει, πρέπει να είναι αξιοζήλευτη, αλλά τώρα ο αναγνώστης με «Το Φάντασμα της Οπερας» έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη σκέψη του βραβευμένου το 2012 και για «Εξαίρετη Πανεπιστημιακή Διδασκαλία» συγγραφέα γύρω από το εξής, απαλλαγμένο εντελώς από μαθηματικές εξισώσεις, πρόβλημα: Η επιστήμη ως άλλο «φάντασμα της όπερας» είναι μια δημιουργική δύναμη που κυβερνά τον κόσμο από το… υπόγειο. Εμφανίζεται όμως σε δύο διαφορετικές εκδοχές. Το φάντασμα στη Φύση και το φάντασμα στον Πολιτισμό μας.
Το φάντασμα στη Φύση είναι οι θεμελιώδεις νόμοι, οι νόμοι του μικροκόσμου, που κυβερνούν τον φυσικό κόσμο από τα έγκατα της ύλης, ενώ το φάντασμα στον πολιτισμό μας είναι πλέον η ίδια η επιστήμη ως «κοινωνικός θεσμός». Για το φάντασμα στη Φύση αφιερώνει τρία κεφάλαια, ένα για την αρχή της αβεβαιότητας και τη συνεισφορά της στην ανάδυση της ζωής στο Σύμπαν, ένα για τη φράση από την εποχή του Γαλιλαίου «το βιβλίο της Φύσης είναι γραμμένο στη γλώσσα των Μαθηματικών» και ένα για την ελληνική κληρονομιά στην Επιστήμη. Πέρα από την αρχή της αβεβαιότητας, την οποία ο συγγραφέας εξηγεί με λαμπρό τρόπο, χωρίς να καταφύγει σε εξισώσεις, μέσα σε 18 σελίδες, θίγει και το πολύ σοβαρό θέμα: Χωρίς μια καλή γενική παιδεία επάνω στα μεγάλα επιτεύγματα της επιστήμης ο σύγχρονος μορφωμένος άνθρωπος δεν θα συμβαδίζει με την εποχή του. Στο σχετικό με την εποχή του Γαλιλαίου κεφάλαιο ένα από τα βασικά πράγματα που θέλει να τονίσει ο συγγραφέας είναι πως «το αντιδογματικό πνεύμα και ο έλλογος σκεπτικισμός που χαρακτηρίζουν την επιστήμη θα είναι πάντα στο περιθώριο» και προχωρεί στο να αποδείξει ότι ο Γαλιλαίος έθεσε τις βάσεις του πιο ανατρεπτικού πνευματικού κινήματος στην παγκόσμια ιστορία. Στο τρίτο κεφάλαιο το σχετικό με τη Φυσική του Αριστοτέλη ισχυρίζεται ότι «έφερε το θέμα της αναζήτησης του νόμου της κίνησης στο επίκεντρο της φυσικής επιστήμης». Για τον συγγραφέα η αριστοτελική θεωρία της ελεύθερης πτώσης (λανθασμένη με τα σημερινά δεδομένα) είναι πολύ πιο εύλογη από ό,τι είμαστε συνήθως διατεθειμένοι να δεχθούμε.
Στο υπόλοιπο τμήμα του βιβλίου, από τις σελίδες 105 ως και 161, ασχολείται με ένα αρκετά οδυνηρό θέμα που συνοψίζεται κατά τη γνώμη μου στη φράση: «Ενας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός πολιτών βγαίνουν από το εκπαιδευτικό σύστημα έτοιμοι να παραδοθούν στις πιο ακραίες μορφές ανορθολογισμού και παραεπιστήμης». Με αρκετά παραδείγματα, τα οποία φθάνουν ως και στο ερώτημα για την ύπαρξη των εξωγήινων, θέλει να μας επισημάνει την έλλειψη επιστημονικής νοοτροπίας στην αντιμετώπιση καθημερινών κοινωνικών προβλημάτων. Το ότι θα πρέπει να έχουμε μια στάση διαρκώς ανοιχτή στο ενδεχόμενο να έχουμε κάνει λάθος.
Σε διάφορα σημεία του βιβλίου αισθάνθηκα να έχω κάποιες αντιρρήσεις. Κυρίως ως προς το ότι μου φάνηκε πως τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί, αν και ανεπτυγμένα με εξαιρετική ευστροφία, είναι κάπως μονόχνοτα κλασικά και αφήνει να σκέπτεσαι πώς μπορούν να εφαρμοστούν αυτές οι ιδέες όταν έχεις ένα λιγότερο βολικό πρόβλημα, όπως π.χ. η υπερθέρμανση του πλανήτη, όπου μπλέκουν και οι πολιτικοί, ενώ επιστήμονες εδώ και χρόνια αντικρούουν επιστήμονες, ή το πώς έγινε και ο Αϊνστάιν έφθασε στο τέλος της ζωής του χωρίς να έχει πειστεί για την Κβαντομηχανική. Και επίσης πόση σημασία έχει αν την πρώτη ατομική θεωρία αυτοί που τη διατύπωσαν ήταν Ελληνες.
Πέρα όμως από αυτά, αν κάποιος θα ήθελε να διαβάσει ένα μόνο, χωρίς εξισώσεις, βιβλίο σχετικό με την Επιστήμη αυτή τη χρονιά, αυτό κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να είναι «Το Φάντασμα της Οπερας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ