ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ του Ιωσήφ Στάλιν όχι μόνο πλανάται επάνω από τον Περισσό,αλλά προκαλεί και πολιτικοϊδεολογικές παρενέργειες,όπως άλλωστε αναμενόταν.Η απόφαση της ηγετικής ομάδας του ΚΚΕ να ανοίξει εν όψει του 18ου
Συνεδρίου του κόμματος (θα συγκληθεί τον προσεχή Φεβρουάριο) το «καυτό» θέμα της ανάλυσης και ερμηνείας των αιτίων της κατάρρευσης («νίκης της αντεπανάστασης», κατά τον Περισσό) του υπαρκτού σοσιαλισμού και της συνολικής επανατοποθέτησης του ΚΚΕ έναντι του φαινομένου οικοδόμησης του σοσιαλισμού κατά τον 20ό αιώνα με
πυρήνα την εμπειρία της πρώην ΕΣΣΔέχει ανοίξει τον κύκλο της αντιπαράθεσης στο πλαίσιο του προσυνεδριακού διαλόγου ο οποίος μόλις ξεκίνησε και αναμένεται να κλιμακωθεί,καθώς τα θέματα που άνοιξε ο Περισσός έχουν προκαλέσει στο εσωτερικό του μεγάλες συζητήσεις και προβληματισμούς.

Τ ο κεντρικό περίγραμμα της προσέγγισης την οποία επιχειρεί το ΚΚΕ σχετικά με το σοσιαλιστικό εγχείρημα, όπως αποτυπώνεται στο σχετικό πολυσέλιδο κείμενο της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος (το οποίο είχε δημοσιεύσει «Το Βήμα») και θα τεθεί προς έγκριση από το συνέδριο, είναι ότι η συνεπής πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση ουσιαστικά ανακόπτεται μετά τον θάνατο του Στάλιν (1953) και με αφετηρία το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) υπό την ηγεσία του Νικήτα Χρουστσόφ ξεκινά η «δεξιά οπορτουνιστική στροφή» η οποία εμπεδώνεται επί Λεονίντ Μπρέζνιεφ (1964) και κορυφώνεται με την περεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ (1985). Στις προσεγγίσεις αυτές άσκησε σκληρή κριτική με άρθρο του, το οποίο δημοσιεύτηκε στο πλαίσιο του προσυνεδριακού διαλόγου, ένα πρώην μέλος και θεωρητικό στέλεχός του που είχε επαναπροσεγγίσει τον Περισσό και ήταν υποψήφιος βουλευτής του, ο καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο κ. Γ.Ρούσης , ο οποίος έλαβε και τη δημόσια απορριπτική απάντηση από τη γενική γραμματέα του ΚΚΕ κυρία Αλέκα Παπαρήγα. «Καταστροφική στροφή»
Στο κείμενό του (δημοσιεύθηκε στον «Ριζοσπάστη») κάνει λόγο για «σταλινική στροφή» του κόμματος η οποία «σε συνδυασμό με έναν σεχταρισμόο οποίος όλο και πιο έντονα διέπει όλες τις πτυχές της κομματικής δραστηριότητας, αν τελικά υιοθετηθεί από το 18ο Συνέδριο θα είναι καταστροφική». Ο κ. Ρούσης αποδίδει την εξέλιξη αυτή σε «ορισμένα ιδεολογικά στελέχη», μεταξύ των οποίων και ο κ. Μ.Μαΐλης, ο πανίσχυρος άνθρωπος του γραφείου Τύπου του κόμματος, τον οποίο επικαλείται στις υποσημειώσεις του, και ασκεί κριτική στις θέσεις περί «θεμελίωσης του σοσιαλισμού» και «διαμόρφωσης της βάσης της νέας κοινωνίας» επί Στάλιν, όπως και στην κομματική άποψη ότι «το πιο συνεπές ρεύμα της μαρξιστικής διανόησης και πολιτικής (ήταν εκείνο) υπό την ηγεσία του Στάλιν», ενώ παράλληλα θεωρεί λανθασμένη την αναγωγή της κολεκτιβοποίησης σε κυρίαρχο ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.

Ο αρθρογράφος στηλιτεύει την «από κάθε άποψη καταδικαστέα δικαιολόγηση της καταστολής του 1936-1938» η οποία επιχειρείται στο κείμενο των θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «αυτή η τοποθέτηση που δικαιολογεί τα εγκλήματα εκείνης της περιόδου και το μόνο που βρίσκει να πει είναι ότι υπήρξαν και ορισμένες “υπερβολές” στην αντιμετώπιση των “αντεπαναστατικών κέντρων”(!)οδηγεί στο λογικό συμπέρασμα ότι η ΚΕ υποστηρίζει ότι στον σοσιαλισμό του μέλλοντός μας,όπως γίνονταν επί Στάλιν,θα καταστέλλονται ως και θα τιμωρούνται με την εσχάτη των ποινών και οι εργαζόμενοι που τυχαίνει να διαφωνούν με την όποια κομματική γραμμή, ή ακόμη και εκείνοι που θα θεωρούνται εν δυνάμει διαφωνούντες, ή και τα ίδια τα κομματικά στελέχη,όπως έγινε με εκείνους τους 98 ανθρώπους,δηλαδή το 70% από τα 139 τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ του κόμματος τα οποία είχαν εκλεγεί στο 17ο Συνέδριό του,οι οποίοι συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν διά τουφεκισμού κατά κύριο λόγο την περίοδο 1937-1938!».

Αντιφατική στάση
Προειδοποιεί μάλιστα την ηγετική ομάδα ότι «μια τέτοια θέση εκθέτει το κόμμα,εμφανίζοντάς το σύμφωνο με εγκληματικές ενέργειες ενάντια ακόμη και στους ίδιους τους κομμουνιστές» καθώς και ότι «αμαυρώνει το κομμουνιστικό όραμα και το καθιστά αποκρουστικό, εμφανίζοντας τη σοσιαλιστική δημοκρατία σαν ένα καθεστώς ανελευθερίας» . «Τελικά,σε συνδυασμό με έναν γενικότερο σεχταρισμό, αντί να ενισχύει την ηγεμονική θέση του κόμματοςτο αποδυναμώνει, κινδυνεύοντας να το μετατρέψει σε σέκτα» επισημαίνει ο κ. Ρούσης, ο οποίος υπογραμμίζει το γεγονός ότι η «αγιοποίηση του Στάλιν» και η κριτική των μετά το 20ό Συνέδριο ηγεσιών του ΚΚΣΕ δεν επεκτείνεται και στην κριτική «όλων των μετά το 1956 και ως και πρόσφατα ηγεσιών του ΚΚΕ,οι οποίες ήταν σύμφωνες με αυτή την πολιτική». Ετσι ερμηνεύει και την αντιφατική στάση του Περισσού «να υποστηρίζει τις επεμβάσεις αυτής της κατά τα άλλα οπορτουνιστικής σοβιετικής ηγεσίας σε Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία κτλ.» και χαρακτηρίζει τα συμπεράσματά του «θεμελιακό λάθος» και «τραγωδία», καλώντας τα μέλη του κόμματος «να τοποθετηθούν δημόσια απέναντι σε αυτό».

ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΟΥΣ «ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΕΣ»
«Οταν θα γίνει σοσιαλισμός βεβαίως θα υπάρξει και βία»

Η κυρία ΠΑΠΑΡΗΓΑ δεν έκρυψε την προσωπική της πικρία για όσα της επεφύλαξε ο κ. Ρούσης: «Θα μπορούσε αυτά να τα είχε γράψει με ένα πιο συντροφικό ύφος, αλλά εν πάση περιπτώσει ο καθένας έχει το ύφος του…» είπε προ ημερών σε κομματική εκδήλωση στην Πάτρα, διατυπώνοντας παράλληλα την καινοφανή άποψη: «Δεν είμαστε ούτε σταλινικό ούτε μπρεζνιεφικό ούτε κόμμα του Λένιν».

«Είμαστε Κομμουνιστικό Κόμμα,ούτε σταλινικόούτε λενινιστικόούτε τίποτε από αυτά» είπε η κυρία Παπαρήγα δημιουργώντας ερωτηματικά, καθώς το ΚΚΕ δηλώνει παγίως στα προγραμματικά ντοκουμέντα του ότι είναι «λενινιστικό κόμμα νέου τύπου». Υποστηρίζοντας την κολεκτιβοποίηση επί Στάλιν, είπε ότι βοήθησε στην οικοδόμηση των βάσεων του σοσιαλισμού και ότι «νικήθηκαν οι τσιφλικάδες και οι κουλάκοι».

Υπερασπίστηκε δε τον Στάλιν, λέγοντας ότι «πολλές φορές διόρθωνε κι έλεγε: μη λέτε απαλλοτρίωση των τσιφλικάδων και των κουλάκων,αλλά απαλλοτρίωση της τσιφλικάδικης και κουλάκικης ιδιοκτησίας”,γιατί απαλλοτρίωση του τσιφλικά σημαίνει τον σκοτώνω,ας πούμε»! Βεβαίως, η κυρία Παπαρήγα παραδέχθηκε ότι η κολεκτιβοποίηση «έγινε με επιθετικό τρόπο» αλλά όπως επισήμανε στο κομματικό ακροατήριό της «εκ των υστέρων,ύστερα από 30-40 χρόνια, αφού έχεις πετύχει κάτι, μπορείς με την ηρεμία σου να πεις:θα μπορούσε να γίνει έτσι ή αλλιώς,αλλά την ώρα της μάχης και με εμφύλιο πόλεμο,με ιμπεριαλιστική περικύκλωση,πώς;» .

Στο πλαίσιο αυτό η «σιδηρά κυρία» του ΚΚΕ, κάνοντας μια παραπομπή στο μέλλον είπε: «Οταν θα γίνει σοσιαλισμός στην Ελλάδα, όλοι οι βιομήχανοι θα μας παραδώσουν τις βιομηχανίες τους και θα πούνε “πάρτε τα”;Θα είναι σκληρή η σύγκρουση. Και θα είναι και με τους συμμάχους τους, ανώτερα μεσαία στρώματα κτλ. Δεν κατάλαβα,δηλαδή.Βεβαίως θα υπάρξει βία,δεν το κρύβουμε».

Επιχειρώντας να ερμηνεύσει τη θεωρητική προσέγγιση της ηγεσίας, η κυρία Παπαρήγα ανέφερε: «Δεν βλέπουμε ότι μετά το 20ό Συνέδριο τέλειωσε,έπαψε να υπάρχει σοσιαλισμός» αλλά ότι «έγινε παρέκκλιση». Διατυπώνοντας έμμεσες αιχμές κατά του κ. Ρούση και όσων τυχόν ακολουθήσουν, η κυρία Παπαρήγα είπε: «Δεν έχουμε πει“άβατο” την κριτική για τον Στάλιν, έλεος πια. Αλλά υπάρχουν και κάποια όρια.Δηλαδή η ταξική πάλη δεν υπήρχε τότε;Ηταν φόρουμ η οικοδόμηση του σοσιαλισμού;Σεμινάριο;».

Οσον αφορά την πολιτική και φυσική εξόντωση των αντιπάλων του Στάλιν, η γραμματέας του ΚΚΕ επιχείρησε να μειώσει τη σημασία τους και να μετριάσει τις εντυπώσεις που προκάλεσε η πλήρης δικαιολόγησή τους: «Εγιναν ακρότητες;Εγώ σου λέω ότι μπορεί και να έγιναν.Αυτό θα μας μείνει, σύντροφοι, από εκείνη την περίοδο; Και, στο κάτω κάτω,ας τα πουν οι ίδιοι οι Σοβιετικοί.Είμαστε εμείς μέσα στην ΕΣΣΔτο ΄30 και το ΄35 να ξέρουμε; Πάμε να βγούμε απ΄ έξω και να κάνουμε τους έξυπνους; Ε,δεν είμαστε» είπε.

Καταφέρθηκε δε κατά των «οπορτουνιστών», επισημαίνοντας ότι την περίοδο εκείνη «η ιδεολογική διαπάλη ήταν έντονη με τους τροτσκιστές, με τον Μπουχάριν και με όλους αυτούς,τον Ζινόβιεφ,τον Κάμενεφ κτλ.,οι οποίοι ήταν αντίπαλοι της σοσιαλιστικής οικοδόμησης». Και συμπλήρωσε: «Αυτή η διαπάλη οδήγησε αυτούς τους ιδεολόγους να μετατραπούν πραγματικά σε εμπόδια. Εκείνη την περίοδο πώς λύνονταν τα ζητήματα; Δεν ήταν μια διαπάλη θεωρητική, όπως κάναμε εμείς το 1991 με το 13ο Συνέδριο».