Ο ισπανός στρατιωτικός, πολιτικός και τυχοδιώκτης Καίσαρ Βοργίας γεννήθηκε στη Ρώμη και ήταν ο δεύτερος γιος και ένα από τα πολλά νόθα παιδιά που ο πατέρας του πάπας Αλέξανδρος Στ’ είχε αποκτήσει με τις ερωμένες του. Μητέρα του Καίσαρα ήταν η επιφανέστερη από αυτές, η Ρωμαία Βανόνα ΚατανέΪ, η οποία είχε χαρίσει στον Αλέξανδρο άλλα τρία παιδιά.



Ο πάπας Αλέξανδρος Στ’, κατά κόσμον Ροδρίγος, και ο Καίσαρ ήταν τα επιφανέστερα μέλη της μεγάλης ισπανικής οικογενείας των Βοργία (μεταξύ τους άλλος ένας πάπας καθώς και ένας άγιος), η οποία, αν και ανέπτυξε τη δράση της κυρίως στην Ιταλία, διατήρησε πολλά από τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά του τόπου καταγωγής της. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τον Καίσαρα Βοργία, ο οποίος, γεννημένος στην Ιταλία, σπούδασε αρχικά κοντά σε καταλανούς λογίους για να φοιτήσει αργότερα στα πανεπιστήμια της Περούτζια και της Πίζας, από όπου έλαβε πτυχίο Νομικής.


Στα πρώτα νεανικά του χρόνια ο Καίσαρ, ακολουθώντας ως δεύτερος γιος τη συνήθεια της εποχής, στράφηκε στο εκκλησιαστικό στάδιο. Οταν ο πατέρας του ήταν ακόμη καρδινάλιος, ο πάπας Σίξτος Δ’ είχε απαλλάξει από το στίγμα του νόθου τον Καίσαρα ώστε να μπορέσει αυτός να καταλάβει εκκλησιαστικό αξίωμα. Ετσι το 1491 ο Καίσαρ έγινε επίσκοπος της Παμπλόνα, και όταν το 1492 ο πατέρας του ανέβηκε στον παπικό θρόνο ως Αλέξανδρος Στ’, αυτός προβιβάστηκε σε αρχιεπίσκοπο της Βαλένθια και το 1493 σε καρδινάλιο και αναδείχθηκε ο κυριότερος σύμβουλος του πατέρα του.


Ο αδελφοκτόνος καρδινάλιος


Αλλά ο Καίσαρ Βοργίας είχε άλλες βλέψεις και φιλοδοξίες, πράγμα που δεν νοιαζόταν διόλου να το κρύβει ως ιερωμένος, όταν έδειχνε μεγαλύτερο ζήλο για τις κοσμικές ενασχολήσεις, το κυνήγι και τις ερωτικές περιπέτειες, παρά για τα εκκλησιαστικά έργα. H μεγάλη ευκαιρία να βάλει σε εφαρμογή τα σχέδιά του για την απόκτηση εγκόσμιας εξουσίας τού δόθηκε το 1497 με τη δολοφονία του αδελφού του Χουάν. Κυκλοφόρησε τότε ευρύτατα η φήμη ότι στη δολοφονία είχε συνεργήσει και ο Καίσαρ. Δεν του έλειπαν ούτε ο χαρακτήρας ούτε οι λόγοι για να κάνει κάτι τέτοιο δεδομένου ότι φθονούσε βαθιά τον αδελφό του, θεωρώντας ότι ο Χουάν, αν και μικρότερος, είχε ευνοηθεί εις βάρος του αποκτώντας αξιώματα που κανονικά ανήκαν σε αυτόν.


Ο θάνατος του Χουάν άνοιξε στον Καίσαρα τον δρόμο για να απαλλαγεί (με το αιτιολογικό ότι ήταν νόθος), το 1498, από το εκκλησιαστικό αξίωμά του και να μεταβληθεί σε πολέμαρχο αναλαμβάνοντας τη διοίκηση των στρατιωτικών δυνάμεων του πάπα πατέρα του, την οποία κατείχε προηγουμένως ο δολοφονηθείς αδελφός του.


Από την άλλη ο σκολιός δρόμος που ακολουθούσε στα πολιτικά του μαγειρέματα ο Αλέξανδρος επρόκειτο σύντομα να συμπέσει με την πορεία τού γιου του προς την επιδίωξη πολιτικής ηγεμονίας. Το 1495 ο Αλέξανδρος, υπόδειγμα «κοσμικού» πάπα, είχε συνασπίσει τον γερμανό αυτοκράτορα, την Ισπανία, τη Βενετία και το Μιλάνο στην Ιερή Ενωση της Βενετίας για να εκδιώξουν από την Ιταλία τον βασιλιά της Γαλλίας Κάρολο H’. Αυτό δεν εμπόδισε τον Αλέξανδρο να προσέλθει τώρα σε αμοιβαίως εξυπηρετική συμφωνία με τον νέο βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο IB’ κηρύσσοντας άκυρο τον γάμο του και λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα γαλλική ενίσχυση για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στη Ρομάνια. Ο Καίσαρ επισκέφθηκε τη Γαλλία κομίζοντας ως δώρο για τον πρωθυπουργό της Ζορζ ντ’ Αμπουάζ τον τίτλο του καρδιναλίου, παντρεύτηκε την Καρλότα ντ’ Αλμπρέ, αδελφή του βασιλιά της Ναβάρας Ιωάννη, και επέστρεψε στην Ιταλία μαζί με τον στρατό του Λουδοβίκου, ο οποίος τον είχε εν τω μεταξύ ονομάσει δούκα του Βαλαντινουά – γι’ αυτό οι Ιταλοί τον έλεγαν «ο Βαλεντίνο».


H σφαγή της Σενιγκάλια


Τα επόμενα τέσσερα χρόνια (1499-1502) ο Καίσαρ Βοργίας, επικουρούμενος από μεγάλη γαλλική στρατιωτική δύναμη, αλώνισε την κεντρική Ιταλία καταλαμβάνοντας τη μία μετά την άλλη σειρά ολόκληρη ημιανεξάρτητες πόλεις. H επιδίωξη του Αλέξανδρου να υποτάξει τη Ρομάνια στην παπική κυριαρχία μεταβλήθηκε γρήγορα σε κατακτητικό σχέδιο με σκοπό τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στην κεντρική Ιταλία, με ηγεμόνα τον Καίσαρα.


Τον Νοέμβριο του 1499 ο Καίσαρ Βοργίας κατέλαβε την Ιμολα, τον Δεκέμβριο το Φόρλι, τον Οκτώβριο του 1500 το Ρίμινι και το Πέζαρο, τον Απρίλιο του 1501 τη Φαέντσα. Τον Μάιο του ίδιου χρόνου ο πατέρας του τον ανακήρυξε δούκα της Ρομάνια και τον Αύγουστο ο Καίσαρ διοργάνωσε τη δολοφονία του δούκα του Μπισέλιε, δεύτερου συζύγου της αδελφής του Λουκρητίας, πράξη πάντως που φαίνεται να είχε ως κίνητρο την προσωπική εκδίκηση και όχι πολιτικές διαφορές. Το 1502 ο Καίσαρ κατέλαβε το Ουρμπίνο, το Καμερίνο και τη Σενιγκάλια. Στο σημείο αυτό την πορεία του ανέκοψε συνωμοσία αξιωματικών του στρεφόμενη εναντίον του. Ο Καίσαρ Βοργίας διέπραξε τότε το διασημότερο από τα εγκλήματα που αποδίδονται στην πολυαίμακτη σταδιοδρομία του. Φάνηκε υποχωρητικός και συμφιλιωτικός απέναντι στους συνωμότες και τους κάλεσε να συναντηθούν μαζί του στη Σενιγκάλια για να συζητήσουν. H συνάντηση πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 1502 αλλά ήταν παγίδα και ο Βοργίας κατέσφαξε τους συνωμότες.


Ο Καίσαρ Βοργίας βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής του. Παρ’ όλο όμως που δεν του έλειπαν η ευφυΐα και η ικανότητα και κάποια χαρισματικά προσόντα (μαθαίνουμε άλλωστε ότι ήταν «ο ωραιότερος άνδρας της Ιταλίας»), ήταν άνθρωπος αλαζονικός και αδίστακτος και με τις πράξεις του είχε δημιουργήσει πολλούς εχθρούς: ολόκληρη η Ιταλία τον βδελυσσόταν. H βιαιότητα, οι συνωμοσίες και η έλλειψη ενδοιασμών ήταν συνηθισμένα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των ηγεμόνων της εποχής, φαίνεται όμως ότι ο Καίσαρ Βοργίας υπερέβαινε κάθε μέτρο. Οι φημολογίες που διέσπειραν σε βάρος του οι πολυάριθμοι εχθροί του και που τον παρουσίαζαν σαν πραγματικό τέρας, ενείχαν προφανώς δόση υπερβολής, δεν φαίνεται όμως να απείχαν πολύ από την αλήθεια.


Ο θαυμασμός του Μακιαβέλι


Μέσα στη γενική αποδοκιμασία που περιέβαλλε το πρόσωπό του και στην απέχθεια και τον φόβο που ενέπνεαν οι πράξεις του, ο Καίσαρ Βοργίας βρήκε έναν διόλου τυχαίο θαυμαστή: τον πολιτικό και συγγραφέα Νικολό Μακιαβέλι. Ως διπλωματικός αντιπρόσωπος της πατρίδας του Φλωρεντίας, ο Μακιαβέλι γνώρισε τον Βοργία κατά τις εκστρατείες του και εντυπωσιάστηκε τόσο από τις μεθόδους αυτής της «νέας δύναμης στην Ιταλία», όπως τον χαρακτήρισε, που δεν ήταν σαν «τους άλλους μικροηγεμόνες», ώστε τον χρησιμοποίησε ως πρότυπο για τη φημισμένη πολιτική πραγματεία του, τον Ηγεμόνα.


Τον Αύγουστο του 1503 πέθανε ξαφνικά ο πάπας Αλέξανδρος. Χωρίς την προστασία του πατέρα του και στερημένος από τον πακτωλό του παπικού χρήματος ο Καίσαρ Βοργίας είδε την τύχη του να παίρνει ραγδαία την κατιούσα. Ο νέος πάπας Ιούλιος B’ (μετά την πολύ σύντομη θητεία τού Πίου Γ’) ήταν ορκισμένος εχθρός της οικογένειας Βοργία. Δεν αναγνώρισε τον τίτλο του Καίσαρα ως δούκα της Ρομάνια και κατ’ απαίτησή του οι εκτοπισμένοι ηγεμόνες άρχισαν να ανακτούν τις πόλεις τους, που τις είχε καταλάβει ο Βοργίας. Επί ένα εξάμηνο ο Βοργίας έμεινε κρατούμενος του πάπα ώσπου το 1504 παραδόθηκε στον Φερδινάνδο B’ της Ισπανίας, ο οποίος τον φυλάκισε. Το 1906 ο Βοργίας δραπέτευσε και κατέφυγε στον κουνιάδο του βασιλιά της Ναβάρας, στην υπηρεσία του οποίου σκοτώθηκε πολεμώντας κατά την πολιορκία μιας πόλης που είχε εξεγερθεί.


KEIMENA: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ