Στα 100 δισ. ευρώ ανέρχονται η φοροδιαφυγή και η «μαύρη οικονομία» στην Ελλάδα σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Οικονομικών κ. Δ. Γεωργακόπουλο. Μιλώντας στην κοινή συνεδρίαση των διοικητικών συμβουλίων των Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων Αθηνών και Πειραιώς, προσδιόρισε την έκταση της φοροδιαφυγής στο 40% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.

Τόνισε μάλιστα την ανάγκη αναμόρφωσης των ελεγκτικών μηχανισμών, την αναδιάρθρωση των υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομικών, την ηλεκτρονική διασύνδεση, την ηλεκτρονική διασταύρωση στοιχείων, την εκπαίδευση των υπαλλήλων στις νέες μεθόδους και τα ηλεκτρονικά μέσα, την ανασύσταση του ΣΔΟΕ, τους τακτικούς περιοδικούς ελέγχους με κεντρική επιλογή, το point system, τους προληπτικούς κυκλικούς ελέγχους, τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και την επιβολή ποινών που φθάνουν ως την κατάσχεση για όσους φοροδιαφεύγουν και διαθέτουν μεγάλα περιουσιακά στοιχεία.

Το νούμερο των 100 δισ. ευρώ στο οποίο αναφέρθηκε ο κ. Γεωργακόπουλος προκάλεσε αίσθηση. Χθες το απόγευμα όμως η Εθνική Τράπεζα με έκθεσή της εξήγησε επακριβώς πώς προέρχεται αυτό το τεράστιο ποσό, το οποίο αν είχε ενσωματωθεί στην πραγματική οικονομία θα εξαφάνιζε αυτόματα τα ελλείμματα και η χώρα δεν θα ερχόταν ποτέ στη σημερινή θέση. Το τμήμα μελετών της Εθνικής Τράπεζας υπολογίζει τη φοροδιαφυγή στα 50 δισ. ευρώ ή 20% του ΑΕΠ ετησίως. Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, αυτή είναι η διαφορά που προκύπτει μεταξύ των εθνικών λογαριασμών και των στοιχείων που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις που καταθέτουν κάθε χρόνο τα νοικοκυριά στις Εφορίες. Πρόκειται για εισοδήματα που δεν δηλώνονται και αφορούν στη μεγάλη τους πλειονότητα πηγές εσόδων εκτός μισθών. Συγκεκριμένα, ενώ δηλώνονται μη μισθολογικά έσοδα από τα νοικοκυριά συνολικού ύψους 23 δισ. ευρώ (9,6% του ΑΕΠ) τα αντίστοιχα μεγέθη που αποτυπώνονται στις στατιστικές του κράτους φτάνουν τα 70 δισ. ευρώ.

Η τράπεζα μάλιστα σημειώνει ότι στο παραπάνω ποσό δεν περιλαμβάνεται η «μαύρη» οικονομία που από άλλες μελέτες έχει υπολογισθεί ότι ξεπερνά το 25% του ΑΕΠ ή τα 60 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό υπερκαλύπτει την εκτίμηση του κ. Γεωργακόπουλου για τα 100 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι με μια οργανωμένη πολιτική οι δυνατότητες αύξησης των φορολογικών εσόδων είναι σημαντικές.

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Εθνικής, χωρίς την άνοδο των εσόδων από φορολογία, η δημοσιονομική προσαρμογή και η μείωση του ελλείμματος κατά 10% δεν μπορούν να επιτευχθούν. Μάλιστα, σημειώνουν ότι επιβάλλοντας έναν μέσο φόρο της τάξης του 20% στη διαφορά μεταξύ πραγματικών και δηλωθέντων εισοδημάτων, μπορούν να εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία πόροι ύψους 9,5 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 4% του ΑΕΠ.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος αντιστοιχούν στο 4,6% του ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας έναντι 8,7% που είναι ο μέσος όρος στην ευρωζώνη. Βασικοί λόγοι για αυτή τη μεγάλη απόκλιση αποτελούν οι σημαντικές φοροαπαλλαγές που προβλέπονται στα εισοδήματα στην Ελλάδα, οι υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από τους εργοδότες στα Ταμεία και η εφαρμογή προνομιακών συντελεστών σε ορισμένες κατηγορίες εισοδημάτων όπως σε μισθούς ή μερίσματα.