Ο κ. Κ. Καραμανλής και ο κ. Γ. Παπανδρέου έχουν περάσει πολλά μεσημέρια χαζεύοντας σε βιβλιοπωλεία της Harvard Square στη Βοστώνη και στα καφέ της περιοχής. Ο αρχηγός της ΝΔ θυμάται με νοσταλγία τις ημέρες του στο Πανεπιστήμιο Φλέτσερ και όταν επισκέπτεται την Αμερική κάνει πάντοτε μια επίσκεψη στην αγαπημένη του πόλη. Το ίδιο και ο υπουργός Εξωτερικών, που βρίσκεται πιο συχνά στις ΗΠΑ για υπηρεσιακά ταξίδια αλλά και για να δει τον γιο του που συνεχίζει την παράδοση σπουδάζοντας στην ίδια πόλη. Και οι δύο γεμίζουν τις αποσκευές τους σε κάθε ταξίδι με βιβλία εξωτερικής πολιτικής: ο κ. Καραμανλής με βιβλία που αφορούν θέματα διεθνούς ασφάλειας και ο κ. Παπανδρέου με τίτλους που έχουν να κάνουν με την επίλυση εθνικών διαφορών και με τον ρόλο μη κυβερνητικών οργανώσεων. Και οι δύο διατηρούν επαφή με συμφοιτητές τους: ο κ. Καραμανλής με τους συναποφοίτους του Φλέτσερ (όπως ο αναλυτής της RAND κ. Ιαν Λέσερ) και ο κ. Παπανδρέου με όσους γνώρισε στο Αμχερστ. Κοινή τους γνωριμία ο κ. Αντ. Σαμαράς. Ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών θυμάται τον προκάτοχό του να συμμετέχει σε ασκήσεις ρητορείας και να μην κρύβει τις πολιτικές φιλοδοξίες του στους διαδρόμους του Αμχερστ. Οι δύο γόνοι των μεγαλύτερων πολιτικών δυναστειών της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας δεν συνέπεσαν όμως ποτέ στην Αμερική.



Η προσωπική σχέση του κ. Κ. Καραμανλή και του κ. Γ. Παπανδρέου αναπτύχθηκε τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ήταν και οι δύο απλοί βουλευτές. Βρέθηκαν πολλές φορές σε εκδηλώσεις στη Θεσσαλονίκη και πέρασαν αρκετές βραδιές σε μπαράκια της συμπρωτεύουσας κουβεντιάζοντας κυρίως θέματα εξωτερικής πολιτικής. Την περίοδο εκείνη το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων βρισκόταν στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Οι δύο αμερικανοσπουδαγμένοι βουλευτές πίστευαν ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική είχε οδηγηθεί σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο. Καταλάβαιναν όμως το πολιτικό ρίσκο που θα προκαλούσε η δημόσια κριτική της επίσημης ελληνικής γραμμής και γι’ αυτό προτιμούσαν τις κατ’ ιδίαν συζητήσεις.


Οι προσωπικές επαφές αραίωσαν με τον καιρό. Οταν στις εκλογές του ’96 βρέθηκαν μαζί στο ίδιο τηλεοπτικό στούντιο του Mega για ένα προεκλογικό πάνελ, ήταν σαφές ότι δεν υπήρχε καμία ιδιαίτερη «χημεία» ανάμεσά τους. Τυπικά ευγενείς, αντήλλασσαν αστειάκια στο δωμάτιο του μακιγιάζ αλλά έμοιαζαν και οι δύο να έχουν αλλού το μυαλό τους. Τέσσερα χρόνια μετά ο κ. Καραμανλής βρίσκεται στη Ρηγίλλης, ο κ. Παπανδρέου στο νεοκλασικό κτίριο της Βασιλίσσης Σοφίας και οι προσωπικές σχέσεις έχουν αντικατασταθεί από έντονη αντιπαλότητα.


Ο κ. Καραμανλής και οι συνεργάτες του αποφάσισαν στις αρχές του φθινοπώρου ότι η πολιτική του κ. Παπανδρέου και ο ίδιος προσωπικά έπρεπε να μπουν στο στόχαστρο των επιθέσεων της Νέας Δημοκρατίας. Σύμφωνα με την ανάλυση της Ρηγίλλης, η κοινή γνώμη αρχίζει να δυσφορεί με την τροπή που έχουν πάρει οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και με το γεγονός ότι η Αγκυρα δεν έχει μετακινηθεί ούτε μία ίντσα από τις θέσεις της μετά το Ελσίνκι. Το επιτελείο της ΝΔ βλέπει όμως και τα σενάρια που εμφανίζουν τον κ. Παπανδρέου ως τον ισχυρότερο δελφίνο σε περίπτωση αποχώρησης του κ. Σημίτη από την αρχηγία του κυβερνώντος κόμματος. «Με τη δημοτικότητά του και το brandname που έχει, μόνο αν καλλιεργήσουμε τις ανησυχίες και τις αμφιβολίες του κόσμου από τώρα θα μπορέσουμε να τον αντιμετωπίσουμε σε δύο-τρία χρόνια» τονίζει χαρακτηριστικά επικοινωνιακό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας.


Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέφυγε για ένα μεγάλο διάστημα το σφυροκόπημα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Αμέσως μετά το Ελσίνκι ο βουλευτής και πρώην πρέσβης κ. Π. Μολυβιάτης καθώς και ο πρώην πρέσβης και νυν ευρωβουλευτής κ. Χρ. Ζαχαράκις εισηγούντο κατά μέτωπο επίθεση προς τον κ. Παπανδρέου και το ελληνικό οκέι στην τουρκική υποψηφιότητα για την ΕΕ. Η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη πάλι υιοθετούσε μια λιγότερο επικριτική στάση, όπως και ο επίτιμος αρχηγός του κόμματος κ. Κ. Μητσοτάκης. Ανάμεσα στις δύο απόψεις βρίσκονταν ο σύμβουλος του κ. Καραμανλή κ. Ι. Βαληνάκης και ο τότε εκπρόσωπος κ. Αρης Σπηλιωτόπουλος. Ο κ. Βαληνάκης υποστήριζε ότι η Ελλάδα έπρεπε να στηρίξει την ευρωπαϊκή προοπτική της Αγκυρας αλλά να διαπραγματευθεί πιο σκληρά με τους ευρωπαίους εταίρους της εξασφαλίζοντας περισσότερα ανταλλάγματα. Αντιδρούσε όμως στις σκληρές τοποθετήσεις των παλαίμαχων διπλωματικών.


ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ Ο αντίκτυπος της αντιπαράθεσης


Ο εκνευρισμός των διπλωματών, πολλοί εκ των οποίων γνωρίζουν προσωπικά τους κκ. Μητσοτάκη, Μολυβιάτη, Ζαχαράκι και Βαληνάκη, συνεχίστηκε όμως, όπως και η μεταφορά πληροφοριών και τηλεγραφημάτων. Εμπειροι πρέσβεις ζητούσαν ραντεβού με τον πρώην πρωθυπουργό και του εξέθεταν την «απελπιστική», όπως τη χαρακτήριζαν, κατάσταση του υπουργείου. «Δεν έχουμε ζήσει χειρότερη εμπειρία, ακόμη και ο Πάγκαλος μας άκουγε περισσότερο» ήταν μια φράση που ακούστηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες της οδού Αραβαντινού. Στο στόχαστρο των υπαλλήλων καριέρας βρέθηκε εξαρχής ο κ. Αλεξ Ρόντος, ο άνθρωπος που αναλάμβανε τις δύσκολες αποστολές στα Βαλκάνια. Είτε με το πρόσχημα ότι δεν μιλούσε καλά τα ελληνικά είτε με άλλες δικαιολογίες ο κ. Ρόντος δέχθηκε σειρά επιθέσεων. Τελευταίες αφορμές η συνέντευξη που έδωσε για τον ρόλο του στην κρίση της Γιουγκοσλαβίας (ο ίδιος υποστηρίζει ότι επρόκειτο για off the record ενημέρωση και όχι επίσημη συνέντευξη) και η διοργάνωση συνεδρίου αλβανών ηγετών στο Καβούρι από το Πανεπιστήμιο Πρίνστον. Ο κ. Ρόντος επιμένει ότι η Ελλάδα πρέπει να καλλιεργήσει σχέσεις με μετριοπαθή στοιχεία της ηγεσίας της Αλβανίας και του Κοσσυφοπεδίου αν θέλει να αποφύγει εντάσεις στο μέλλον. Η ΝΔ τον κατηγορεί πάλι για έμμεση ενίσχυση του αλβανικού μεγαλοϊδεατισμού.


Οπως και να έχει, ο κ. Παπανδρέου δεν προτίθεται να «θυσιάσει» τον κ. Ρόντο, τον οποίο θεωρεί έναν από τους πλέον πολύτιμους συνεργάτες του. Του ζήτησε να μειώσει τη δημόσια παρουσία του και να αποφύγει νέες αποκαλυπτικές δηλώσεις, αλλά αποκλείει το ενδεχόμενο απομάκρυνσής του. Ο ίδιος ο υπουργός αντιλαμβάνεται, όπως τονίζουν στενοί συνεργάτες του, το τεράστιο επικοινωνιακό έλλειμμα που αντιμετωπίζει καθώς και τους κινδύνους από τις αντιπολιτευτικές επιθέσεις εναντίον του.


Η αντιπαράθεση Καραμανλή – Παπανδρέου απασχολεί εν τω μεταξύ αμερικανούς, τούρκους και ευρωπαίους διπλωμάτες, που προσπαθούν να δουν «ως πού θα το τραβήξει η ΝΔ» και πώς θα επηρεαστεί η πολιτική του κ. Σημίτη έναντι της Αγκυρας. Οσο για τους ξένους δημοσιογράφους περιμένουν με αγωνία να δουν πότε η ελληνική πολιτική σκηνή θα παραγάγει το επόμενο μεγάλο σόου, μια αντιπαράθεση δυναστειών με τη μορφή της εκλογικής αναμέτρησης Καραμανλή – Παπανδρέου.