Πριν ακόμα διαμορφωθεί μία σαφής εικόνα περί των προσφάτως διαμειφθέντων μεταξύ του έλληνος πρωθυπουργού κ. Τσίπρα και του σκοπιανού ομολόγου του κ. Ζάεφ στο Νταβός σχετικά με το «Μακεδονικό» πρόβλημα και πριν να διευκρινισθούν και συγκεκριμενοποιηθούν οι εν προκειμένω πραγματικές διαθέσεις της σκοπιανής πλευράς ανακοινώθηκαν αρμοδίως και επισήμως τα πρώτα αμφοτέρωθεν Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) προς επιβεβαίωση της καλής ατμόσφαιρας και του εποικοδομητικού κλίματος που επεκράτησε κατά τις ανωτέρω συνομιλίες.
Χωρίς να αμφισβητείται η σκοπιμότης και η αξία της λήψεως ΜΟΕ μεταξύ δύο αντιπαρατιθέμενων μερών ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την ομαλοποίηση των σχέσεών τους και τη διευθέτηση των τυχόν διαφορών τους, θα πρέπει, εν τούτοις, να επισημανθεί η εξίσου αδιαμφισβήτητη και επιτακτική ανάγκη της τηρήσεως ισομερούς κατά το δυνατόν αναλογίας των εκατέρωθεν παραχωρήσεων στο πλαίσιο των ΜΟΕ. Διότι τότε μόνον θα επιτευχθεί ο σκοπούμενος στόχος της αποκαταστάσεως ειλικρινούς και αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των ενδιαφερομένων εφόσον είναι αυταπόδεικτο ότι στην ενάντια περίπτωση κατά την οποία η μία πλευρά μειονεκτεί της άλλης στο όλο εγχείρημα το αποτέλεσμα θα είναι τελικά εκ διαμέτρου αντίθετο του επιδιωκομένου με αναζωπύρωση της καχυποψίας και δυσπιστίας του ενός έναντι του άλλου.
Υπό την έννοια αυτή τίθεται το εύλογο ερώτημα κατά πόσον μια αντικειμενική σύγκριση των δημοσίως τουλάχιστον εξαγγελθέντων ΜΟΕ μεταξύ της Ελλάδος και της ΠΓΔΜ επιβεβαιώνει ακριβώς την αρχή της αναλογικότητος των εκατέρωθεν «προσφορών».
Αφενός ο σκοπιανός πρωθυπουργός έχει μέχρι στιγμής εξαντλήσει τις γενικόλογες συμβιβαστικές και μετριοπαθείς προθέσεις του με την εκδήλωση ετοιμότητος να «ανακαλέσει» την προ ετών προφανώς προκλητική ονομασία του αεροδρομίου των Σκοπίων σε αεροδρόμιο «Μεγάλου Αλεξάνδρου» καθώς και την παρόμοια ονοματοδοσία σε κάποιους δρόμους.
Πέραν όμως της καθαρά συμβολικής αξίας της χειρονομίας αυτής η οποία, στο κάτω-κάτω, μιμείται την ανάλογη παλαιότερη κίνηση του τότε προέδρου Γκλιγκόροφ να αφαιρέσει από τη σκοπιανή σημαία τον Ηλιο της Βεργίνας, ο κ. Ζάεφ απέφυγε επιμελώς να προχωρήσει σε κάποιο ουσιαστικότερο βήμα σχετικά με τις αλυτρωτικές συμπεριφορές της χώρας του, ενώ φρόντισε ταυτόχρονα να υπογραμμίσει τις πολιτικές και κοινωνικές δυσκολίες που, όπως ισχυρίζεται, αντιμετωπίζει στο εσωτερικό μέτωπο. Πράγμα απόλυτα κατανοητό και συνεπές προς την αρχή ότι μία συμβολική παραχώρηση συμβάλλει μεν στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, χωρίς όμως να θίγει και να προδικάζει την ουσία του επίδικου ζητήματος.
Αντιθέτως από της πλευράς μας προσφέραμε, προς απόδειξη της καλής πίστεώς μας, κάτι πολύ απτότερο και σημαντικότερο ενός απλού συμβολισμού. Συγκεκριμένα, προχωρήσαμε σε μία μάλλον γαλαντόμα δέσμευση κυρώσεως της δευτέρας φάσεως της συμφωνίας συνδέσεως της ΠΓΔΜ με την ΕΕ καθώς και διευκολύνσεως της υποψηφιότητος της γείτονος στην πρωτοβουλία Αδριατικής – Ιονίου.
Ουσιαστικά δηλαδή ανοίξαμε τον δρόμο προς τη σταδιακή αποδυνάμωση του οπλοστασίου μας με τη «σαλαμοποίηση» των θέσεών μας. Οι οποίες εξαρτούν ακριβώς την παροχή της απαραίτητης συναινέσεώς μας για την όποια εισδοχή των Σκοπίων σε Διεθνείς Οργανισμούς από το προαπαιτούμενο της αναθεωρήσεως του σκοπιανού Συντάγματος, της έμπρακτης αποκηρύξεως των αλυτρωτικών αναφορών και συμπεριφορών και της επιτεύξεως συμφωνίας για ένα όνομα προς γενική, εσωτερική και διεθνή χρήση.
Βεβαίως η συμμετοχή μας σε ΜΟΕ δεν σημαίνει κατ’ανάγκη ότι απεμπολούμε το δικαίωμά μας να αρνηθούμε τη συναίνεση αυτή εάν δεν εξασφαλισθεί σφαιρική, ικανοποιητική λύση του όλου προβλήματος. Ωστόσο, μία τυχόν εσπευσμένη ουσιαστική και όχι απλώς συμβολική συμβολή μας στα ΜΟΕ συνεπάγεται τον κίνδυνο υπονομεύσεως, συν τω χρόνω, των όποιων θεσμικών δυνατοτήτων αντιδράσεως διαθέτουμε, τόσο έναντι των Σκοπιανών όσο και έναντι των γνωστών κατά περίπτωση ενδιαφερομένων τρίτων. Οι οποίοι, ασφαλώς, θα χαρακτηρίσουν «κεκτημένο» των διαπραγματεύσεων την «καλή αρχή» που θα έχουμε, υποτίθεται, οικειοθελώς εγκαινιάσει ώστε να εντείνουν τις πιέσεις τους εις βάρος μας για περαιτέρω παραχωρήσεις και, μάλιστα, με την πρόσθετη προειδοποιητική «απειλή», η οποία έχει και άλλοτε χρησιμοποιηθεί εναντίον μας, ότι θα φέρουμε την αποκλειστική ευθύνη για τις αρνητικές συνέπειες μιας ενδεχόμενης υπαναχωρήσεώς μας.
Ας μη σπεύδουμε, λοιπόν, σε χάραξη στρατηγικής και τακτικής και σε συνακόλουθες επιλογές υπό το κράτος του θυμικού μάλλον παρά της λογικής, όπως δυστυχώς έχει συχνά παρατηρηθεί στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής μας. Και ας μη παρασυρόμεθα από μία καταλλήλως καλλιεργούμενη εκάστοτε ευφορία και αισιοδοξία εν όψει «παραθύρων» που αφήνουν να διαφανούν αμφίβολες αίσιες προοπτικές ή από τον εγγενή φόβο «απωλείας ευκαιριών», σχεδόν πάντοτε ανυπάρκτων.
Αυτό, λοιπόν, που απαιτείται και στη σημερινή συγκυρία του Σκοπιανού είναι η ψύχραιμη και αντικειμενική αξιολόγηση των δεδομένων και των άμεσων αλλά και μακροπρόθεσμων παραμέτρων του προβλήματος. Ωστε να αξιοποιήσουμε μεν στο έπακρον δυνατόν κάθε τυχόν περιθώριο επιτεύξεως αποδεκτής λύσεως αλλά και, κυρίως, να αποφύγουμε το δις (αν μη και το πολλάκις) εξαμαρτείν με λάθη του παρελθόντος και με άκαιρες, χωρίς ανάλογο αντάλλαγμα, παραχωρήσεις. Σαν αυτές που σφράγισαν αρνητικά το άλλο μεγάλο εθνικό θέμα, χαρακτηριστικό παράδειγμα των οποίων αποτελεί η προ ετών «δωρεάν» παρασχεθείσα συγκατάθεσή μας στην προώθηση της ευρωπαϊκής ενταξιακής πορείας της Τουρκίας χωρίς να απαιτήσουμε και να εξασφαλίσουμε, ως οφείλαμε, την προηγούμενη αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από την Κύπρο.
Ο κ. Χρήστος Γ. Ζαχαράκις είναι πρέσβης ε.τ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ