«Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η ευρωπαϊκή οικονομία επιτέλους ανακάμπτει και μαζί με αυτήν και η αυτοπεποίθησή μας. Πνέει και πάλι ούριος άνεμος για την Ευρώπη».
Τα αισιόδοξα αυτά λόγια ανήκουν στον πρόεδρο Γιούνκερ. Μάλλον όμως αντήχησαν κάπως παράφωνα για πολλούς συμπατριώτες μας. Αν έτυχε να ακούσουν τη συγκεκριμένη ομιλία, «η Ελλάδα δεν είναι Ευρώπη;» θα αναρωτήθηκαν. Πού είναι στη χώρα μας ο ούριος άνεμος;
Οι χιλιάδες άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι εργαζόμενοι κατώτατου μισθού θα σκέφθηκαν «πού είναι αυτή η Ευρώπη όλα αυτά τα χρόνια;».
Ομως την κρίση αυτή τελικά την αντιμετωπίσαμε μαζί με την Ευρώπη, είτε το θέλουμε είτε όχι, και, ναι, η Ελλάδα διασώθηκε.
Παρά την απογοήτευση, λοιπόν, αξίζει να υπερασπιστούμε το μέλλον της Ευρώπης και το μέλλον της Ελλάδας εντός αυτής. Εξαιτίας της κρίσης, εντέλει, η υπεράσπιση της θέσης της χώρας εντός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ από μια θέση «κανονική», μια θέση ισότιμη.
Κάποιοι λένε: Μήπως θα ήταν καλύτερα να χωρίσουν οι δρόμοι, να αφήσουμε ξανά να μας αγκαλιάσει η ζεστασιά τους έθνους-κράτους; Να, κοίτα τους Βρετανούς, κοίτα τους Καταλανούς..
Τουναντίον, πιστεύω ακράδαντα ότι η μόνη ευρωπαϊκή πορεία που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας μας όσο και όλων, δυνατών τε και αδυνάτων, είναι μια πορεία περισσότερο ενοποιητική.
Η πορεία προς μια πιο ενωμένη, δημοκρατική Ευρώπη όπου όλες οι χώρες προχωρούν με τον ίδιο βηματισμό, χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς 1η και 2η κατηγορία ή 1η και 2η ταχύτητα, αφαιρεί από τη φαρέτρα του εθνικιστικού λαϊκισμού την αντιπαράθεση μεταξύ κρατών-μελών που μπορεί να έχει διχαστικές συνέπειες –όπως συνέβη με το Brexit. Και μπορεί να δράσει αποτρεπτικά και στις αποσχιστικές τάσεις που εκδηλώνονται εντός εθνικών συνόρων.
Για να εκπληρωθεί η υπόσχεση της κανονικότητας, κάτι που οι πολιτικοί μας το οφείλουν όχι μόνο στην ΕΕ, αλλά κυρίως στους έλληνες, πιστεύω ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για ενδοσκόπηση και διαλογισμό. Σε ποιο σημείο πήραμε τη ζωή μας λάθος;
Γιατί φτάσαμε, εν έτει 2017, να ζούμε τρίτο Μνημόνιο, ασφυκτική λιτότητα, ανεργία και αποψίλωση του μάχιμου, πεπαιδευμένου και νέου σε ηλικία εργατικού δυναμικού; Πιστεύω πως η απάντηση βρίσκεται σε τρεις άξονες:
1. Δεν υπήρξε ποτέ μακρόπνοος και μακροχρόνιος αναπτυξιακός σχεδιασμός και υλοποίηση ενός παραγωγικού μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης.
2. Δεν υπήρξε σχεδόν ποτέ πολιτική συνεννόηση. Στην πραγματικότητα, τη μια μέρα χτίζαμε, την άλλη γκρεμίζαμε, αναλόγως με το πού έπνεε ο πολιτικός άνεμος.
3. Δεν προσαρμοστήκαμε ποτέ σε ένα ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης. Δεν κάναμε τις αλλαγές στη διοίκηση και στο Δημόσιο όταν υπήρχαν χρήματα και χρόνος γι’ αυτό. Κλείσαμε τα μάτια στα κακώς κείμενα, αφήσαμε τα ελλείμματα να διογκωθούν και οδηγήθηκε ένας λαός να ζει μέσα σε μια επίφαση ευημερίας, μια «φούσκα» που αναπόφευκτα έσκασε.
Είναι μάλλον τώρα η ύστατη ώρα και για την Ελλάδα, η τελευταία ευκαιρία. Το πέρασμα από την εξουσία όλου του φάσματος των πολιτικών δυνάμεων του τόπου πρέπει να μας έχει κάνει πιο σοφούς, πιο πραγματιστές.
Ναι, η Ελλάδα μπορεί να βγει από την εποχή των Μνημονίων. Αλλά αυτό δεν σημαίνει επιστροφή στις πρακτικές του παρελθόντος.
Σημαίνει εξωστρέφεια και επένδυση στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Σημαίνει απομυθοποίηση της εικόνας του ελληνικού λαού ως «περιούσιου λαού». Σημαίνει πίστη και καλλιέργεια περιβάλλοντος σταθερότητας για τους επενδυτές. Σημαίνει ευρωπαϊκή στήριξη στα πρώτα μας μετα-μνημονιακά βήματα.
Αυτός είναι ο δρόμος με την Ευρώπη. Και τώρα που ξέρουμε ότι τρίτος δρόμος δεν υπάρχει, αυτός είναι και ο μοναδικός δρόμος.
Ο Πάνος Καρβούνης είναι επικεφαλής του γραφείου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ