Μια βόλτα στο Πάρκο Περιβαλλοντικής Αναισθητοποίησης (εννοείται πως το «Ευαισθητοποίησης» που αναγράφεται στην πινακίδα της εισόδου είναι παραπλανητικό και ψευδεπίγραφο) στο Ιλιον είναι ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί σε όλη τη χώρα: έχουμε συνηθίσει σε τέτοιο (αρρωστημένο) βαθμό τον βάλτο στον οποίο μας υποχρεώνουν να ζήσουμε, που δεν αντιδρούμε, δεν είμαστε σε θέση να καταλάβουμε πόσο άσχημο, ανθυγιεινό, βλαπτικό για την υγεία μας είναι το περιβάλλον που μας φιλοξενεί. Ετσι και στο αφιερωμένο στον Αντώνη Τρίτση πάρκο, ο κόσμος έκανε τζόκινγκ δίπλα σε λιμνάζοντα νερά που βρωμούσαν, έκανε πικνίκ κάτω από χτικιασμένα δέντρα, περπατούσε σε έναν σκουπιδότοπο σαν να μην είχε επίγνωση της θλίψης που τον περιτριγύριζε. Υπήρχαν και μερικοί που σχολίαζαν την καταστροφή, οι περισσότεροι, όμως, έδειχναν να απολαμβάνουν τον περίπατο σε ένα περιβάλλον αισθητικής Τσερνόμπιλ μετά την έκρηξη.
Κοίταξα τις χελώνες που αργοπεθαίνουν σε μια παμβρώμικη (πρώην) λίμνη. Δεν τους έφτανε η θλιβερή κατάντια τους, τις πλησίασε ένα παιδάκι και άρχισε να τους πετάει πέτρες. Οι γονείς του δεν αντέδρασαν, προγραμματισμένοι, φαίνεται, να βολτάρουν πίνοντας φραπέ από χάρτινα ποτήρια, ευτυχείς και ανέμελοι, ακόμη και αν δίπλα τους γινόταν σφαγή.
Ενιωσα κοµπάρσος σε σειρά επιστημονικής φαντασίας, σε ένα ελληνικό «Westworld», για να ανατρέξω στη νέα τηλεοπτική επιτυχία η οποία διαδραματίζεται σε έναν κόσμο που κατοικείται από ανθρωποειδή. Περιστοιχιζόμουν από τις δημιουργίες ενός διεστραμμένου επιστήμονα που εκτελούσαν συγκεκριμένες διαταγές: «Οικογένεια ρομπότ Οικονόμου σήμερα απολαύσει ψεύτικο ήλιο, μυρίσει πλαστικά λουλούδια, σκοτώσει χελώνες, κάνει χελωνόσουπα, θαυμάσει σκουπιδότοπο, επιστρέψει εργαστήριο για συντήρηση, στοπ». Αν σε έχουν προγραμματίσει, αν σε ελέγχουν απόλυτα, μόνο τότε μπορεί να διασχίσεις το Πάρκο Περιβαλλοντικής Αναισθητοποίησης χωρίς να αγανακτήσεις. «Ηταν υπέροχη βόλτα, αγαπητή κυρία Οικονόμου, στοπ». «Ηταν, αγαπητέ κύριε Οικονόμου, στοπ. Επόμενη Κυριακή πάμε βαρκάδα Ψυττάλεια, στοπ». «Ή χωματερή Ανω Λιοσίων, στοπ!». «Λατρεύω χωματερές, στοπ!».
Είχα επισκεφθεί το Πάρκο Τρίτση για πρώτη φορά πριν από περίπου πέντε χρόνια. Ποτέ δεν ήταν καταπληκτικό (αν και θα μπορούσε, εάν το φρόντιζαν περισσότερο). Η εικόνα που αντίκρισα σε αυτή τη νέα επίσκεψή μου ήταν χειρότερη από εκείνη που θυμόμουν. Ολα σπασμένα, γραμμένα, ξερά και ρημαγμένα. Και το τεχνητό ποταμάκι που έδινε χάρη στο τοπίο είχε μετατραπεί σε ένα βρωμερό έλος γεμάτο τεράστια κουνούπια.
Δεν µπόρεσα να µείνω πάνω από δέκα λεπτά, έφυγα άρον άρον, αφού πρώτα έκανα ένα πέρασμα από το Κτήμα Σερπιέρη, στην καρδιά του πάρκου, μπας και κατάφερνα επιτέλους να επισκεφθώ το καστράκι που έχτισε εκεί η βασίλισσα Αμαλία. Ημουν και πάλι άτυχος. Μπαίνεις μόνο αν πάρεις μέρος σε οργανωμένη ξενάγηση στους αμπελώνες, μετά δοκιμής οίνου, που «μπορεί να γίνει το ερχόμενο Σάββατο, αλλά δεν είναι και σίγουρο», έτσι τουλάχιστον μου είπαν. Ισως αν υπήρχε η δυνατότητα επίσκεψης σε ώρες μουσείου, πληρώνοντας εισιτήριο, χωρίς να είσαι υποχρεωμένος να περάσεις από τις καλλιέργειες… Δεν υπάρχει. Τουλάχιστον υπάρχει φροντίδα από τον ιδιώτη που εκμεταλλεύεται το κτήμα γύρω από το ιστορικό κτίσμα, αλλιώς θα είχε την τύχη που έχει το υπόλοιπο πάρκο. Θα ρήμαζε. Και όμως, στην τεράστια αυτή έκταση, η Αμαλία είχε στήσει ένα πρότυπο Κέντρο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, φυτεύοντας χιλιάδες δέντρα και φυτά, υπό την επίβλεψη των ανακτορικών κηπουρών, και φιλοξενώντας εκατοντάδες ζώα. Πόσο εύκολα μετατρέψαμε εκείνο το μικρό θαύμα σε τραγωδία! Τραγωδία που επαναλαμβάνεται, ως γνωστόν, σε κάθε πάρκο της Αθήνας, σε κάθε γωνιά που πρασινίζει. «Εντοπίστηκε πράσινο στην οδό Τάδε, στοπ. Σπεύσατε ξεράνατε, στοπ!».
Λίγες ημέρες μετά, πέρασα από το Πεδίον του Αρεως. Στα γνωστά χάλια και αυτό. Ξερό το ποταμάκι εδώ και χρόνια, τουλάχιστον δεν έχει μετατραπεί σε έλος. Λίγο πριν βγω στη Μαυροματαίων, είδα δύο αστυνομικούς να ελέγχουν τα χαρτιά ενός μετανάστη. Πίσω από την πλάτη τους (κυριολεκτικά!) γινόταν εκείνη ακριβώς τη στιγμή αγοραπωλησία και χρήση ναρκωτικών. Αθήνα διαμαντόπετρα, η μοναδική πρωτεύουσα της Ευρώπης όπου τα πάρκα είναι εστίες μόλυνσης, παραβατικότητας και θλίψης. Ούτε μπορούμε ούτε θέλουμε να τα συντηρήσουμε – προστατεύσουμε. Ας φανούμε τουλάχιστον πρακτικοί. Ας τα χτίσουμε να ξεμπερδεύουμε μια και καλή με αυτά, στοπ! Καθαρές λύσεις, στοπ!

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ