ροσπάθησε να σπουδάσει ιατρική, απέτυχε όμως στις προκαταρκτικές εξετάσεις και εγκατέλειψε το πανεπιστήμιο. Ασχολήθηκε με επιστημονικές μελέτες, με τον μυστικισμό και την αλχημεία, προσπαθώντας μάλιστα να φτιάξει χρυσάφι. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος αλλά και ως βιβλιοθηκάριος. Μελέτησε τις πολιτικές επιστήμες, τις θρησκείες και τη γλωσσολογία. Η πολυτάραχη και «δύσκολη» ζωή του Αυγούστου Στρίντμπεργκ ήταν μια διαρκής αναζήτηση. Ο σουηδός δραματουργός οφείλει φυσικά τη φήμη του στο θεατρικό έργο του. Πίσω όμως από αυτό κρύβεται μια διαρκής προσπάθεια να ανακαλύψει και να κατακτήσει νέες θεωρίες, νέες τάσειςΩ κρύβεται ένας ασταμάτητος πειραματισμός που τον «ταξίδευε» διαρκώς από το πραγματικό στο φανταστικό, από την επιστήμη στον μυστικισμό, από τη λογική στην παράνοια.


Μια από τις λιγότερο γνωστές «στιγμές» των καλλιτεχνικών και επιστημονικών διαδρομών του είναι η ενασχόλησή του με τη φωτογραφία, που αυτή την εβδομάδα παρουσιάζεται μέσα από μια ενδιαφέρουσα έκθεση στο Ιδρυμα Γουλανδρή – Χορν. Ο Στρίντμπεργκ υπήρξε και φιλόδοξος και καλός φωτογράφος απαθανατίζοντας με την κάμερά του οικεία του πρόσωπα, τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και κάνοντας πειράματα: αναζητώντας μιαν άλλη, διαφορετική από αυτήν που συνήθως γνωρίζουμε, οπτική των αντικειμένων, των τοπίων, των φυσικών φαινομένων.


Από το φθινόπωρο του 1886, ενώ ο δραματουργός έγραφε το τελευταίο μέρος του αυτοβιογραφικού του έργου «Ο γιος της δούλας», παράλληλα ξεκίνησε να φωτογραφίζει τον εαυτό του αλλά και τους δικούς του ανθρώπους. (Μερικά χρόνια μετά, στα μέσα της δεκαετίας του 1890, άρχισε να θεωρεί πως οι φωτογραφίες – πορτρέτα είχαν μαγικές ιδιότητες. Πίστευε πως μέσα από αυτές μπορούσε να έρθει σε τηλεπαθητική επαφή με τη γυναίκα του και τα παιδιά του). Από το σύνολο του φωτογραφικού του έργου έχουν σήμερα διασωθεί περίπου 60 φωτογραφίες. Οι περισσότερες είναι πορτρέτα. Από τις «πειραματικές» του φωτογραφίες σώζονται περίπου είκοσι, από το 1892 ως το 1896. Τότε ο Στρίντμπεργκ παρήγαγε σελεστογραφίες (αστρικούς ουρανούς) καθώς και κρυσταλλοφωτογράμματα. Τέλος, γύρω στο 1907, έκανε φωτογραφικές – νεφικές έρευνες, για τις οποίες υπάρχουν αναφορές στο «Αποκρυφικό ημερολόγιό» του.



Το φθινόπωρο του 1886 στην ελβετική πόλη Γκέρσαου ο Στρίντμπεργκ παρήγαγε την πιο γνωστή σήμερα σειρά φωτογραφιών του, την οποία ο ίδιος ονόμαζε «αντιθετικές φωτογραφίες»: ο καλλιτέχνης «αντιτάχθηκε» στη ρομαντική παράδοση που επικρατούσε τότε στις φωτογραφικές απαθανατίσεις και στράφηκε προς έναν περίεργο ρεαλισμό, ο οποίος όμως εμπεριείχε και πολλά θεατρικά στοιχεία.


Εκείνη την εποχή όλες οι φωτογραφίσεις πορτρέτων γίνονταν σε στούντιο με τεχνητό φωτισμό. Στη συνέχεια οι φωτογραφίες τυπώνονταν σε μέγεθος καρτ-ποστάλ και συχνά περνούσαν από έντονο ρετουσάρισμα. Ο Στρίντμπεργκ, αρνούμενος να ακολουθήσει τη μόδα της εποχής, έβγαλε τα μοντέλα του έξω από τις ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες, στο φυσικό περιβάλλον. Φυσικά και ο χώρος όπου γινόταν η φωτογράφιση και τα ρούχα που φορούσαν τα μοντέλα ήταν επιλεγμένα με προσοχή. Ο φωτισμός όμως ήταν εντελώς διαφορετικός από ό,τι στα γνωστά επαγγελματικά πορτρέτα. Το ίδιο και το καδράρισμα: ο καλλιτέχνης δοκίμαζε οπτικές γωνίες που κανένας άλλος φωτογράφος δεν χρησιμοποιούσε εκείνη την εποχή.


Παράλληλα, μετά από παρότρυνση του γάλλου φωτογράφου Ναντάρ, άρχισε να φωτογραφίζει τον εαυτό του, σε διαφορετικό κάθε φορά ρόλο: ο Στρίντμπεργκ συγγραφέας, αλλά και κιθαρίστας, και αθλητής, ο Στρίντμπεργκ μεταμφιεσμένος σε ρώσο μηδενιστή ή σε δανδή με ημίψηλο και ρεντικότα, ο Στρίντμπεργκ σύζυγος και πατέρας αποτέλεσαν μια ενότητα την οποία σκόπευε να εκδώσει σε άλμπουμ σχολιάζοντας ο ίδιος, με την πένα του, την κάθε φωτογραφία. Το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ.


Κατά τη διετία 1892 – 1893, οπότε ο συγγραφέας ζούσε στο Βερολίνο, οι πειραματισμοί του στην τέχνη της φωτογραφίας έγιναν ακόμη πιο έντονοι. Τα ψυχολογικά πορτρέτα που δημιούργησε ήταν οι απεικονίσεις προσώπων καδραρισμένων σε ακραία, πολύ κοντινά πλάνα, με το φόντο σκοτεινό ή θολό. Ηταν οι μελέτες, όπως θεωρούσε και ο ίδιος, των χαρακτήρων, των προσωπικοτήτων των ανθρώπων που αποφάσιζε να απαθανατίσει. Το 1906, μάλιστα, σε συνεργασία με τον φωτογράφο Χέρμαν Αντερσον, κατασκεύασε τη «θαυμαστή κάμερα»: επρόκειτο για μια φωτογραφική μηχανή η οποία είχε μήκος ένα ολόκληρο μέτρο και χρησιμοποιείτο για τη φωτογράφιση προσώπων σε φυσικές διαστάσεις.


Στα μέσα του 1895 η ψυχολογική κρίση που βίωνε ο Στρίντμπεργκ είχε φθάσει στο αποκορύφωμά της. Η αδυναμία του να συγγράψει τον «υποχρέωσε» να εκτονώσει με άλλους τρόπους την τεράστια ενέργεια δημιουργίας που έκρυβε μέσα του. Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική αλλά και με την αλχημεία ήταν «στιγμές» μιας περιόδου που έμεινε γνωστή ως «Κόλαση». (Πρόκειται για τον τίτλο αφηγήματος που έγραψε ο ίδιος και το οποίο αναφέρεται στα χρόνια της παρ’ ολίγον τρέλας του). Εκείνη περίπου την εποχή ο συγγραφέας ασχολήθηκε με τον κόσμο των άστρων. Τα βράδια τοποθετούσε στο ύπαιθρο φωτογραφικές πλάκες. Την επομένη τις εμφάνιζε θεωρώντας τις εκατοντάδες φωτεινές κουκίδες που εδημιουργούντο κατά την εκτύπωση γνήσιες απεικονίσεις του έναστρου ουρανού.


Οι φωτογραφικές αναζητήσεις του Στρίντμπεργκ φθάνουν σήμερα μέσα από τις φωτογραφίες που διασώζονται ως άλλη μια απόδειξη μιας πορείας που δεν αρκέστηκε στο ευνόητο αλλά και ξέφυγε από το λογικό, το πραγματικό. Ο διαταραγμένος ψυχικός κόσμος του, οι δραματικές στιγμές της ζωής του, αλλά και το ανήσυχο πνεύμα του «καθρεφτίζονται» έντονα και στην ενδιαφέρουσα ενότητα που εκτίθεται στο Ιδρυμα Γουλανδρή – Χορν. Πρόκειται για μια έκθεση που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρσοβία τον περασμένο Φεβρουάριο και η οποία, μετά από την Αθήνα, θα περιοδεύσει σε όλη την Ευρώπη. Διοργανωτές είναι η Πρεσβεία της Σουηδίας και το Πανεπιστήμιο Αθηνών.


* Η έκθεση «Ο Στρίντμπεργκ ως φωτογράφος» παρουσιάζεται στο Ιδρυμα Γουλανδρή – Χορν (Μ. Αυρηλίου 5, Πλάκα) από την Τρίτη ως τις 18 Οκτωβρίου. Ωρες λειτουργίας: καθημερινά 10.00 – 13.30 και 18.00 – 21.00 (Κυριακές, μόνο πρωί). Είσοδος ελεύθερη.