Με αυτόν τον εύγλωττο τίτλο πορεύτηκε έναν ολόκληρο μήνα το Φεστιβάλ Φιλίππων. Ψυχή και εμπνευστής του ο Θοδωρής Γκόνης. Συμπαραστάτες το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας και ο δήμος της πόλης. Ενεργοί φίλοι και υποστηρικτές τόσο οι Καβαλιώτες όσο και οι κάτοικοι της ευρύτερης μακεδονίτικης περιοχής. Κι ανάμεσα στους δημιουργούς, στους φίλους, στους θεατές, ντόπιους και ξένους, ο ποιητής στις «πειραγμένες» φωτογραφίες του Δημήτρη Χαντζόπουλου να σουλατσάρει στο λιμάνι και να ανεμίζει στα πλακόστρωτα στενά και στους δρόμους της αριστοκρατικής και φιλόξενης πόλης. Δεν γνωρίζω αν ο ποιητής επισκέφθηκε και περπάτησε την Καβάλα ενόσω ζούσε. Οι εικόνες του όμως μέσα στην εορτάζουσα πόλη και τα λόγια του στις παντοειδείς εκδηλώσεις του Φεστιβάλ, στις παραστάσεις, στις εκθέσεις και στις σχετικές ομιλίες σίγουρο είναι ότι κρατούσαν ολοζώντανη, φυλαγμένη «τη μορφή του ανθρώπου».
«Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ’ ένα μικρόψυχο καιρό;» αναρωτιέται και ο ίδιος ο ποιητής ως μεταφράζει τον επίμαχο στίχο από το Ψωμί και το Κρασί του Φρειδερίκου Χέλντερλιν. Κι ωστόσο ο ίδιος επιμένει, όπως άλλωστε αιώνες τώρα, και προφανώς και σήμερα ακόμη, επιμένουν οι ποιητές να δίνουν τις απαντήσεις τους: αυτοί οι μικρόψυχοι, βαρβαρικοί καιροί, αυτοί ακριβώς είναι που χρειάζονται τους ποιητές. Εδώ και τώρα είναι που μας χρειάζονται τα γράμματα, οι τέχνες, η λογοτεχνία, το θέατρο, η ίδια η ποίηση. Και είναι αυτή η ιδεολογική βάση για τη χρησιμότητα των ποιητών, ειδικά στους μίζερους καιρούς μας, που παρακίνησε τους οργανωτές του Φεστιβάλ των Φιλίππων να εντάξουν στα δρώμενα και στις παραστάσεις τους τον λόγο, το έργο, τη σκέψη του νομπελίστα ποιητή.
Τι ακούστηκε, τι προβλήθηκε και κυρίως ποια αισιοδοξία φανερώθηκε μέσα από τα ποικίλα δρώμενα, μέσα από τον ποιητικό, δοκιμιακό, μεταφραστικό, θεατρικό και κυρίως τον πολιτικό λόγο του Σεφέρη στην εορτάζουσα Καβάλα; Ενα και κύριο πιστεύω είναι που τονίστηκε: πως αν είναι και μπορεί και εξακολουθεί και παραμένει ακόμη αυτός ο τόπος ζωντανός, πως αν του μένει κάτι ελπιδοφόρο μέσα στις στάχτες και στον κουρνιαχτό των ημερών, αυτό έχει να κάνει με τον πολιτισμό του. Τα γράμματα, τις επιστήμες, τις σπουδές, τις τέχνες, τον λαϊκό και τον λόγιο (ας μου επιτραπεί) πολιτισμό του. Απέναντι στην αμορφωσιά και τη βαρβαρότητα των κατά καιρούς κυβερνώντων, απέναντι στην ηθελημένη κάποτε και υβριστική συμπεριφορά ακαλλιέργητων και κουφονόων πολιτικών, η ποίηση, η λογοτεχνία, οι τέχνες, το θέατρο, η καθόλου πνευματική δημιουργία, η παιδεία πάνω από όλα, είναι οι δυνάμεις του Καλού. Ακόμη κι αν οι δυνάμεις του Κακού κυβερνούν με αυταρχισμό και παντελή έλλειψη σεβασμού στα ελληνικά γράμματα, στην παιδεία, στον πολιτισμό μας.
Αυτός είναι ο λόγος, πιστεύω, για τον οποίο οι υπεύθυνοι του Φεστιβάλ Φιλίππων διάλεξαν ως «χορηγό αισιοδοξίας» έναν ποιητή που, μολονότι από φυσικού του δεν ήταν και πολύ «αισιόδοξος», έστελνε πάντοτε σημάδια πως μπορούμε να «σηκωθούμε λίγο ψηλότερα». Αμποτες και άλλες πόλεις της δοκιμαζόμενης χώρας να εύρουν τον τρόπο και τον δρόμο να προβάλουν και να υπερασπιστούν τον πολιτισμό μας όπως έκανε η ευγενική πόλη της Καβάλας. Αμποτες σε αυτή τη συνεχή «πτώση των βάσεων» να μπορέσουν να δράσουν και άλλοι υπέρ του ελληνικού πολιτισμού, του διαχρονικού και του παρόντος. Με χορηγούς αισιοδοξίας τους ποιητές μας, τους συγγραφείς μας, τους λόγιους, τους επιστήμονες, τους ευαίσθητους και συνάμα άτεγκτους, αυστηρούς δημοκρατικούς πολίτες αυτού του έθνους, αυτού του κόσμου «του μικρού, του μεγάλου».
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ