Οσοι έχουν την τύχη να επισκέπτονται ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις αντιλαμβάνονται με την πρώτη ματιά τη διαφορά.
Αισθάνονται την ποιότητα ζωής που πηγάζει κατ’ αρχάς από τη ρυμοτομία, την οργάνωση και τη λειτουργικότητα των πόλεων και συμπληρώνεται βεβαίως από την επίδοση του κράτους και την απόδοση της δημόσιας διοίκησης.
Συνδυαζόμενα τα παραπάνω με την εμπεδωμένη πειθαρχία και τον κυρίαρχο αλληλοσεβασμό αποδίδουν τον ξεχωριστό ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, που οι περισσότεροι λαοί του πλανήτη ζηλεύουν και επιθυμούν να απολαύσουν.
Αποτυπώνεται αυτός ο ξεχωριστός τρόπος ζωής, το λεγόμενο ευρωπαϊκό κεκτημένο, στα ευδιάθετα πρόσωπα, στην απλή και ανεπιτήδευτη εμφάνιση και εν γένει στη συμπεριφορά των πολιτών, που αν μη τι άλλο αποπνέει ευγένεια. Στη ζωντάνια επίσης των νέων που αθλούνται με κάθε ευκαιρία, στο πλήθος των μικρών παιδιών που με άνεση κινούνται στους δρόμους, αλλά και αποδίδεται με την αξιοπρεπή παρουσία των ηλικιωμένων, είτε απολαμβάνουν τον καφέ με την εφημερίδα τους είτε πάνε στον φούρνο για το φρέσκο ψωμί της ημέρας.
Ουδείς μιλά για επίγειους παραδείσους, αλλά η απόσταση που χωρίζει τις δικές μας πόλεις είναι δυσθεώρητη.
Και φανερώνει το ελληνικό έλλειμμα ή καλύτερα την εθνική μας καθυστέρηση.
Η ελληνική πολιτεία είχε πάμπολλες ευκαιρίες, τουλάχιστον τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, να προσεγγίσει τον διεκδικούμενο απ’ όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.
Δυστυχώς απέτυχε παταγωδώς. Αυτή είναι ίσως και η μεγαλύτερη ευθύνη του ελληνικού πολιτικού προσωπικού. Οτι ενώ είχε τις παραστάσεις και τη γνώση, δεν κατέβαλε τις απαιτούμενες συντονισμένες και οργανωμένες προσπάθειες για να διασφαλίσει την προσέγγιση του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Κάθε φορά ξεκινούσαν την προσπάθεια κόμματα και ηγεσίες, αλλά ποτέ δεν διέθεταν όλες τις δυνάμεις προκειμένου να επιμείνουν και να ολοκληρώσουν.
Χάνονταν οι ηγεσίες μας στον δρόμο, μπερδεύονταν σε αγώνες άγονους για την εξουσία και εγκατέλειπαν χωρίς συνέπειες στη μέση της διαδρομής.
Φταίμε και εμείς, οι δημοσιογράφοι, ο Τύπος, τα μέσα ενημέρωσης, γιατί δεν επιμείναμε με την ένταση και το πάθος που οι συνθήκες επέβαλλαν σε κρίσιμες και μεταβατικές περιόδους.
Φταίμε επειδή εν τέλει δεν υπερασπιστήκαμε με την απαιτούμενη ένταση τον ευρωπαϊκό δρόμο, επειδή παρασυρθήκαμε από πολιτικούς ανταγωνισμούς, γιατί εγκλωβιστήκαμε και εμείς σε αγώνες άγονους, επειδή γίναμε παρακολούθημα ανοήτων, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο, συγκρούσεων.
Και πολλοί από εμάς είμαστε ασυγχώρητοι επειδή γνωρίζαμε ή απλά διαισθανόμαστε από πολύ νωρίς ότι η χώρα δεν είχε άλλον δρόμο να βαδίσει πέρα από αυτόν της προσέγγισης του ευρωπαϊκού κεκτημένου και δεν αντιδράσαμε δυναμικά στα πολλά παραστρατήματα της πολιτικής.
Υπάρχει ωστόσο ακόμη ευκαιρία και δυνατότητα. Ειδικά τώρα, που κατέρρευσαν ή καλύτερα αυτοαποκαλύφθηκαν και οι τελευταίες αυταπάτες, να εκδηλωθεί πανστρατιά αναγέννησης και ανασυγκρότησης όχι μόνο της οικονομίας, αλλά συνολικά της εθνικής μας ζωής.
Δεν μας ταιριάζει άλλη μιζέρια, δεν αντέχεται πια η αυτοκαθήλωση στης Ανατολής τα ήθη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ