«Ναι στο Σύνταγμα/πιστεύω μας να γίνει. Ναι στο Σύνταγμα/για ενότητα, γαλήνη. Ναι στο Σύνταγμα/για αγάπη και ομόνοια. Ναι στο Σύνταγμα/για ευτυχισμένα χρόνια», ακουγόταν η φωνή του Γιώργου Οικονομίδη το μακρινό εκείνο 1968. Ηταν το πρώτο από τα «δημοψηφίσματα» του Παπαδόπουλου, αυτό στο οποίο το 97% των Ελλήνων «ενέκρινε» το «Σύνταγμα» της χούντας. Λέγεται ότι ο Οικονομίδης ήταν αριστερός στα νιάτα του, αρκετά χρόνια πριν εξελιχθεί σε επίσημο προπαγανδιστή του παπαδοπουλικού καθεστώτος και του Παπαδόπουλου προσωπικά. Πιθανότατα. Αλλωστε, αν δεν με απατά η μνήμη μου, ήταν και κάπως συγγενής με τον δικτάτορα, μέσω της περιβόητης Δέσποινας. Ο Οικονομίδης αναλάμβανε, λοιπόν, να επενδύσει τότε με τη φωνή του κάθε είδους εκδηλώσεις και περιστάσεις, από τραγουδάκια για το «Σύνταγμα» του 1968 μέχρι τις γιορτές για την Πολεμική Αρετή των Ελλήνων στο Καλλιμάρμαρο.
Δεν είναι σε καμιά περίπτωση στις προθέσεις μου να συγκρίνω την κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου με τη χούντα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει προκύψει ως αποτέλεσμα της εκπεφρασμένης βούλησης του ελληνικού λαού. Οι όποιες κορόνες, επομένως, περί «χούντας που μας κυβερνά» είναι αποδοκιμαστέες χωρίς δεύτερη κουβέντα. Βέβαια, όταν οι Τσιπροκαμμένοι ήταν αντιπολίτευση, κάθε άλλο παρά αυτήν τη γραμμή πλεύσης ακολουθούσαν. Οι ύβρεις και οι ακραίοι και ανιστόρητοι χαρακτηρισμοί για τους τότε κυβερνώντες (δωσίλογοι, γερμανοτσολιάδες, νενέκοι, μερκελιστές, ακόμα και χούντα) περίσσευαν. Ας είναι, όμως. Ας είμαστε επιεικείς με τους χθεσινούς υβριστές. Ας πούμε ότι τους παρέσυραν η δίψα τους και η λαχτάρα τους για εξουσία.
Το ότι η σημερινή κυβέρνηση είναι νόμιμα εκλεγμένη δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι αποκλείεται να διακατέχεται –ή έστω να διακατέχονται κάποια στελέχη της –από καθεστωτική νοοτροπία ή καθεστωτικές τάσεις. Μια ματιά στον τρόπο με τον οποίο στελεχώνεται ο κρατικός μηχανισμός από τους κυβερνώντες αρκεί. Παντού συριζοφρουροί, συγγενείς και φίλοι, νεοπροσήλυτοι παλαιοπασόκοι. Είτε πρόκειται για κρίσιμες θέσεις του οικονομικού τομέα, είτε για τις υπηρεσίες υγείας, είτε για τον χώρο της κουλτούρας και των τεχνών, τα δείγματα γραφής δεν απέχουν πολύ από μια μορφή ρεσάλτου στην κρατική μηχανή. Ελπίζω πάντως ο καθεστωτισμός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να σταματά κάπου εκεί. Γιατί, αν όχι…
Κάθε καθεστώς, ήδη εδραιωμένο, υπό εκκόλαψη ή επίδοξο, έχει και τον Οικονομίδη του. Και βέβαια, αυτός ο ρόλος, του επίσημου προπαγανδιστή της κυβέρνησης (ας ελπίσουμε όχι «του καθεστώτος»), ανήκει δικαιωματικά στον μεγάλο αρχιερέα του λαϊκισμού, τον πρώην αυλικό της Δήμητρας Λιάνη-Παπανδρέου, τον Λάκη Λαζόπουλο. Είναι αναμφισβήτητα ο πιο κατάλληλος για να ταΐζει τον μέσο ψηφοφόρο του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ με την απαραίτητη δόση εθνολαϊκισμού, και μάλιστα με το προκάλυμμα της «σάτιρας». Εδώ και χρόνια άλλωστε, αυτό είναι το κοινό του και αυτά τα κυρίαρχα μοτίβα του. Αντιδυτικισμός της πιο πρωτόγονης μορφής, πινελιές αντιευρωπαϊσμού, μπρούτος αντιγερμανισμός, ατάκες στα όρια αυτού που κάποιος πρωτοπόρος αντιλαϊκιστής είχε αποκαλέσει «κτηνοτροφικό λαϊκισμό», συστηματική υπόσκαψη όλων των «αντιπάλων» του ΣΥΡΙΖΑ. Και όλα αυτά, διανθισμένα (οποίος ευφημισμός!) με φτηνό ψευδοσυναισθηματισμό, με ανέκδοτα επιπέδου σχολικού λεωφορείου, με απόψεις του τύπου «Ιστορία είναι αυτό που μας έλεγε η γιαγιά μας» (με αφορμή τον μύθο του Κρυφού Σχολείου, αν θυμάμαι καλά), με σεξουαλικά υπονοούμενα αντίστοιχα εκείνων με τα οποία θα υπογελούσαν σύζυγοι συνταξιούχων αστυνομικών σε επαρχιακή πόλη της δεκαετίας του 1960.
Κάθε εποχή και το ύφος της. Ετσι, όπως η εποχή της παρακμής του ΠαΣοΚ και του εκφυλισμού του έχει ταυτιστεί με την «Αυριανή» και τον Κουτσόγιωργα, με τον Μαρούδα και τον Τόμπρα (αυτόν πόσοι, άραγε, τον θυμούνται;), όπως η εποχή του Μεγάλου Σιωπηλού της Ραφήνας έχει ταυτιστεί με τα «μπρίφινγκ» του Αντώναρου και με τις διαβεβαιώσεις περί «ήπιας προσαρμογής» της οικονομίας μας, όπως η εποχή της χούντας έχει ταυτιστεί με τις στριγκλιές του Παπαδόπουλου, την ψευδοχαρούμενα αισιόδοξη φωνή του Οικονομίδη και τα κηρύγματα από τηλεοράσεως του Γεωργαλά, έτσι και η περίοδος των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα μείνει ανεξίτηλα σημαδεμένη από τη φωνή του μεγάλου αρχιερέα του εθνολαϊκισμού, από την -πολιτική, αλλά και όχι μόνον –ευτέλεια και κακογουστιά που κυριαρχούν στο Τσαντίρι του.
Ο Νίκος Ξυδάκης, τότε δημοσιογράφος της «Καθημερινής» και σήμερα υπουργός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, έγραφε το 2007: «Στο Αλ Τσαντίρι ο Λαζόπουλος δεν είναι πια κωμωδός, δεν χτίζει χαρακτήρες, δεν πλάθει μύθο. Δεν είναι καν σατιριστής, διότι η σάτιρά του δεν στρέφεται εναντίον κάθε ισχυρού. […] Στο Αλ Τσαντίρι ο Λαζόπουλος είναι δημαγωγός». Ποίαν άλλην χρείαν μαρτύρων έχομεν;
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ