Στην αρχή νόµιζα πως ήταν συµπτωµατικό. Πριν από δύο-τρία χρόνια κάμποσες γυναίκες, φίλες και συνάδελφοι, εκεί γύρω στα 35 με 40, άρχισαν να μου εκμυστηρεύονται ότι έχουν ταραγμένο ύπνο. Δεν έδωσα μεγάλη σημασία. Το απέδωσα στον επαγγελματικό και προσωπικό φόρτο. Ομως, χρόνο με τον χρόνο, τα κρούσματα στο ευρύτερο και εν συνεχεία στο στενό περιβάλλον μου πολλαπλασιάζονταν. Μετά ήρθαν τα capital controls και η 17ωρη ολονυχτία του έλληνα Πρωθυπουργού, και η κατάσταση σαν να εκτραχύνθηκε (διόλου τυχαίο ότι το παλιρροϊκό κύμα αϋπνίας που κατακυρίευσε τον ελληνικό πληθυσμό συνοδευόταν από εξωτικές υπνικές διαταραχές όπως ο «βρουξισμός», ήτοι το τρίξιμο ή σφίξιμο των δοντιών που έστειλε μπόλικο κοσμάκη στον οδοντίατρο). Σήμερα είμαι σχεδόν πεπεισμένη ότι πρόκειται περί μάστιγας. Οταν σβήνουν τα φώτα, ολόκληρη η Αθήνα (για αυτήν μπορώ να είμαι σίγουρη) μένει ξάγρυπνη. Και τα πρωινά περιφέρεται με κόκκινα μάτια και συμπτώματα σχιζοειδούς προσωπικότητας, σαν τον Αλ Πατσίνο στο κινηματογραφικό «Ιnsomnia».
Σηµειωτέον ότι ακόµη και εγώ που επί σειρά ετών είχα τις υπνικές συνήθειες λέοντος –τουλάχιστον 20 ώρες ημερησίως – τυραννώ πια τους οικείους μου με διακεκομμένο (διανθισμένο με αναστεναγμούς λαβωμένου ζώου) ύπνο. Στο μεταξύ, οι εγχώριες ιστορίες αϋπνίας συνέχισαν να φθάνουν στ’ αφτιά μου, σε αυτή τη χώρα που, για να κλέψω από τον «Μάκβεθ», κάποιος σκότωσε τον ύπνο. Σήμερα έχω φτάσει σε σημείο να παίρνω μίνι συνεντεύξεις από άλλους συμπάσχοντες (τις οποίες προσφέρω μεγαλοθύμως στους ειδικούς του Κέντρου Μελέτης Υπνου του «Ευαγγελισμού», εάν τούτο μού ζητηθεί). «Εχω γίνει σαν τις γιαγιάδες» μου είπε το καλοκαίρι μια νεαρή γυναίκα στην ουρά του σουπερμάρκετ. «Ξυπνάω για τουαλέτα και δεν ξανακοιμάμαι. Παραδόξως, δεν σκέφτομαι τα οικονομικά. Σκέφτομαι μόνο πώς θα ξανακοιμηθώ και γιατί ξύπνησα». «Ξυπνάω με ταχυπαλμία γύρω στις 4 τα ξημερώματα» μου έλεγε προ ημερών ένας φίλος που συμβιώνει πλέον με τις νυχτερινές κρίσεις πανικού. «Υστερα αρχίζουν οι σκέψεις. Κοιμάμαι ξανά γύρω στις 5.30. Ολη την υπόλοιπη ημέρα σέρνομαι». Μόλις σήμερα το πρωί ένας οδηγός ταξί μού προσέφερε τη μαρτυρία του, χωρίς καν να τον «τσιγκλήσω», έτσι σαν παράπονο: «Ξυπνάω μέσα στη νύχτα και το κεφάλι μου βουίζει».
Οι ειδικοί συμφωνούν ότι η έλλειψη ποιοτικού ύπνου είναι η βασική διαταραχή της εποχής μας (πού να κυκλοφορήσουν σε μερικά χρόνια και οι επιδημιολογικές μελέτες για την Ελλάδα της κρίσης!). Σύμφωνα με την Great British Sleep Survey που διενεργήθηκε στη Γηραιά Αλβιώνα το 2010 (δημοσιεύθηκε δύο χρόνια αργότερα), πάνω από ένα 51% των Βρετανών κονταροχτυπιούνται κάθε νύχτα με έναν απρόθυμο Μορφέα (με τριπλάσιο αριθμό γυναικών να βρικολακιάζουν). Οι «παρενέργειες» της αϋπνίας διαχέονται σε όλα τα όργανα (την καρδιά, το συκώτι, τους πνεύμονες, τα νεφρά κ.ο.κ.) και σε όλα τα πεδία (συγκέντρωση, μνήμη, παραγωγικότητα, διάθεση κ.ο.κ.).
Το ανησυχητικό είναι ότι η υπνική αποστέρηση (όπως είναι ο επιστημονικός όρος) δεν πλήττει μόνο τους πολυστρεσαρισμένους ενηλίκους της Δύσης αλλά και τα παιδιά (από το δημοτικό ακόμη), καθώς και μια δημογραφική ομάδα που παραδοσιακά άφηνε το πάπλωμα να την «πλακώσει»: τους εφήβους. Οι «Νew York Times» έγραφαν προ καιρού για τους χρόνια κακονυχτισμένους μαθητές σε ένα λύκειο στη Σίλικον Βάλεϊ. Ηταν τόσο οξύ το πρόβλημα που η διεύθυνση του σχολείου αναγκάστηκε να λάβει δραστικά μέτρα: επιστράτευσε ειδικούς του ύπνου και υπνική διδακτέα ύλη, ενώ κάποιοι μαθητές εκπαιδεύτηκαν να εκτελούν χρέη «sleep ambassadors» (πρεσβευτές του ύπνου), μιλώντας για τα οφέλη ενός ανέφελου οκταώρου.
Πότε θα ξαναβρούμε τον ύπνο μας; Ουδείς γνωρίζει. Μέχρι, πάντως, να επιστρέψουμε σε αυτήν την πολυπόθητη κανονικότητα –όπου ο ύπνος είναι ένας φυσικός παρηγορητής και θεραπευτής και όχι ένα μεσαιωνικό μαρτύριο –ας κάνουμε όπως οι αστροναύτες. Ας προσδεθούμε με λουριά μέσα σε έναν υπνόσακο στο ταβάνι, ας αφήσουμε τα χέρια έξω να αιωρούνται και ας αναζητήσουμε μέσα σε αυτόν τον εφιάλτη με τη μηδενική βαρύτητα ένα στιβαρό όνειρο.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ