Γυρίζοντας πίσω το ρολόι του χρόνου, μπορεί να εντοπίσει ο καθείς την αφετηρία των δεινών της παρούσης περιόδου.
Τον Μάρτιο του 2014 η χώρα είχε διαμορφώσει ατμόσφαιρα προόδου για την εξέλιξη των δημοσίων οικονομικών και εκμεταλλευόμενη το θετικό κλίμα που επικρατούσε τότε στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα κατάφερε να πραγματοποιήσει την πρώτη επιτυχή έξοδο στις αγορές από το 2009.
Η κυβέρνηση Σαμαρά υπερεκτίμησε την «επιτυχία» και άρχισε να χτίζει πολιτικά σενάρια προόδου και απελευθέρωσης από το Μνημόνιο.
Εκείνα τα σενάρια ενισχύθηκαν έτι περαιτέρω μετά την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές που ακολούθησαν.
Τότε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, υπό την πίεση των αποτελεσμάτων και του επελαύνοντος Αλέξη Τσίπρα που δήλωσε ότι δεν θα συναινέσει στην εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και θα επιβάλει πρόωρες εκλογές, εγκατέλειψε την πιστή εφαρμογή του προγράμματος και διεκδίκησε πολιτική λύση από τους εταίρους και τους δανειστές. Μετέθεσε στην Τράπεζα της Ελλάδος τον Γιάννη Στουρνάρα, εγκατέστησε τον Γκίκα Χαρδούβελη στο υπουργείο Οικονομικών και ενσωμάτωσε στην κυβέρνησή του όλες τις εκδοχές του λαϊκισμού.
Ταυτόχρονα επισκέφθηκε το Βερολίνο και στη συνάντησή του με την Ανγκελα Μέρκελ διεκδίκησε πολιτική λύση στο ελληνικό πρόβλημα. Εμεινε μάλιστα με την ψευδή εντύπωση ότι την έλαβε και άρχισε συστηματικά να διαπραγματεύεται με πολιτικούς όρους.
Υπολόγιζε ότι θα κλείσει εγκαίρως την πέμπτη αξιολόγηση και μαζί θα δημιουργούσε το κατάλληλο πολιτικό περιβάλλον είτε για να εκλέξει νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας είτε για να αντιμετωπίσει από καλύτερες θέσεις τον κ. Τσίπρα, σε περίπτωση μιας εκλογικής αναμέτρησης.
Προδόθηκε όμως διπλά στους σχεδιασμούς του. Και η θέση της χώρας δυσκόλεψε, καθώς εγκαταλείφθηκαν οι πολιτικές που θα επέτρεπαν την έξοδο στις αγορές, και οι ως τότε σύμμαχοί του τον εγκατέλειψαν, επειδή απλά τον θεώρησαν τελειωμένο και έκριναν ότι έπρεπε να διαπραγματευτούν με τον επερχόμενο.
Το δυστύχημα για τη χώρα και τον ελληνικό λαό ήταν ότι και ο κ. Τσίπρας διαπνεόταν από τη λεγόμενη πολιτική διαπραγμάτευση. Αυτός μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Πίστευε ότι με τη νωπή εντολή στα χέρια του θα μπορούσε να επιβάλει τη θέλησή του και να ελευθερώσει τη χώρα από το Μνημόνιο. Ουδέν ψευδέστερον, όπως απεδείχθη.
Κάπως έτσι η χώρα έχασε την ευκαιρία του 2014, Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν εξελέγη από την προηγούμενη Βουλή, οι εκλογές έγιναν, ο Σαμαράς έχασε και ήλθε ο Τσίπρας να δοκιμάσει τις δυνάμεις και τις ικανότητές του στην πολιτική διαπραγμάτευση.
Πάνω από τρεις μήνες τώρα άλλοτε απειλεί, άλλοτε υπαναχωρεί και άλλοτε μπλοφάρει, χωρίς αποτέλεσμα. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, υπό την πίεση των άδειων ταμείων, αποδέχθηκε την αξία της τεχνικής διαπραγμάτευσης και φάνηκε κάποιο φως στο βάθος του τούνελ.
Ωστόσο πάλι ταλαντεύεται, παίζοντας με τις κάλπες και το δημοψήφισμα.
Κακά τα ψέματα, η πολιτική διαπραγμάτευση δεν αρκεί. Εξαιτίας της η χώρα είναι ακυβέρνητη εδώ και έναν χρόνο.
Αν υποτυπωδώς οι κυβερνήτες μας εφάρμοζαν το πρόγραμμα, τώρα η Ελλάδα θα είχε βγει στο ξέφωτο.
Αυτή είναι η πικρή αλήθεια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ