Υποθέτω η είδηση ότι ο ατοµικός εργασιακός χώρος συρρικνώνεται εκ νέου στο Μανχάταν, την οποία διάβαζα προ ημερών στους «Νew York Times», έχει για την Ελλάδα της ανεργίας του 25,8% και των τροφείων της ΔΕΗ την ίδια σημασία που έχουν και τα γεύματα διαλογισμού για τους εργαζομένους της Google ή της Facebook. Κι όμως, το ότι οδηγούμεθα σταδιακά στην περαιτέρω συρρίκνωση του χώρου όπου περνάμε –φευ! –το 70% της ύπαρξής μας, άρα μοιραία και της ιδιωτικότητάς μας, δεν μπορεί να μας αφήνει παγερά αδιάφορους. Διότι σε αυτό ακριβώς φαίνεται να αποβλέπουν, σύμφωναπάντα με το δημοσίευμα των «New York Times», οι διευθυντές των μεγάλων εταιρειών παρέα με τους αρχιτέκτονες και τους ντιζάινερ που προσλαμβάνουν για να μειώσουν τα τετραγωνικά και τα κόστη. Στο ότι οι τοίχοι γύρω τους θα στενεύουν, αλλά οι τρελαμένοι από τον πανικό της καθημερινής επιβίωσης εργαζόμενοι δεν θα το προσέξουν καν.
Κι όµως, η σµίκρυνση του ατομικού ζωτικού χώρου –στη Βόρεια Αμερική εκτιμάται ότι έπεσε από τα 20,9 κυβικά μέτρα το 2010 στα 16,35 κυβικά μέτρα το 2012, σύμφωνα με στοιχεία της ένωσης εμπορικών ακινήτων CoreNet Global –προβλέπεται να έχει περαιτέρω αντίκτυπο στην παραγωγικότητα και στην ψυχική υγεία των εργαζομένων. Η αρχή έχει γίνει άλλωστε με τα «ανοιχτά γραφεία» (χωρίς δηλαδή χωρίσματα ή κουβούκλια) που είναι πλέον ο κανόνας. Υποτίθεται ότι στόχος τους είναι να καλλιεργήσουν την επικοινωνία και την αλληλεπίδραση μεταξύ των εργαζομένων σε ένα πνεύμα εταιρικής camaraderie. Οπως όμως έγραφε πέρυσι η ρωσοαμερικανίδα δημοσιογράφος Μαρία Κονικόβα σε άρθρο της στον «New Yorker» με τίτλο «The Open-Office Trap» («Η παγίδα του ανοιχτού γραφείου»), όλο και περισσότερες έρευνες καταδεικνύουν τις παρενέργειες του γραφείου που δεν θέτει όρια. Μια από τις πρώτες μεγάλες εξ αυτών ήταν εκείνη που διενήργησε το 1997 μια εταιρεία πετρελαίου και αερίου στον Δυτικό Καναδά, η οποία ζήτησε από μια ομάδα ερευνητών στο Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι να αξιολογήσει τη μετάβαση των εργαζομένων από το παραδοσιακό γραφείο στο ανοιχτό. Οι μελετητές διερεύνησαν τον βαθμό ικανοποίησης των εργαζομένων από το εργασιακό περιβάλλον τους, τα επίπεδα στρες, την παραγωγικότητα και τις μεταξύ τους σχέσεις, αρχικά ύστερα από τέσσερις εβδομάδες και εν συνεχεία ύστερα από έξι μήνες. Διαπιστώθηκε ότι οι εργαζόμενοι καταπονούνταν από το νέο γραφείο τους ενώ η προσοχή τους διεσπάτο ανελέητα και ότι οι σχέσεις με τους συναδέλφους τους όχι μόνο δεν συσφίχθηκαν, αλλά το αντίθετο. Η παραγωγικότητα δε έφτασε στα Τάρταρα.
Τι θα γίνει τώρα που το ανοιχτό γραφείο αφήνει ακόμη λιγότερο χώρο για κάθε εργαζόμενο προς όφελος του τραπεζιού συνεδριάσεων ή των κοινόχρηστων χώρων; Η προσοχή σου, λένε οι ειδικοί, είναι καταδικασμένη να διασπαστεί (και η πρόσφατη μόδα του «refuge room», του «δωματίου-καταφυγίου» στις μεγάλες εταιρείες, δεν προσφέρει τίποτα). Ολα δε συνηγορούν στο ροκάνισμα της ιδιωτικότητάς σου. Από τον θόρυβο της καφετιέρας και το κουσκούς συναδέλφων –που όχι, δεν ευνοεί τη λεγόμενη «accidental creativity» («τυχαία δημιουργικότητα»), αλλά σκοτώνει πολύτιμο χρόνο. Αλλά και από το ότιτουλάχιστον πέντε άτομα θα σε ακούσουν στο τηλέφωνο να κλείνεις ραντεβού, την επόμενη Πέμπτη, στις 4 το απόγευμα, για κολονοσκόπηση.
Μεσούσης αυτής της τάσης εξοικονόµησης χώρου(«space saving trend») που τείνει να γίνει πανδηµική, θυµάµαι την έκθεση εργασιακού ντιζάιν «Workspheres» που επισκέφθηκα το 2001 στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης. Επρόκειτο για µια περιήγηση στο «γραφείο» του µέλλοντος, µε έξι διεθνούς φήµης οµάδες ντιζάινερ να αγκαλιάζουν τη φουτουριστική εργονοµία. Θυµάµαι µεταξύ άλλων το προφητικό «Bed in business». Ενα γιγάντιο χάι τεκ κρεβάτι µε µια οθόνη υπολογιστή σε καθεµία από τις τέσσερις άκρες του, πληκτρολόγια και ποντίκι ενσωµατωµένα σε πουπουλένια µαξιλάρια, ένα εργασιακό περιβάλλον στο οποίο µπορούσες άνετα να ξεκουραστείς, να κάνεις σεξ ή brainstorming, να δουλέψεις 15ωρα, να κάνεις «αποσυµπίεση». Ενα πεπερασµένο εργασιακό περιβάλλον που ήθελε, µε το ζόρι, να σε βγάλει από τα όριά σου.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 08 Μαρτίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ