Όταν η νύχτα πέφτει στο Βερολίνο, τα φώτα της καγκελαρίας ανάβουν. Το κτίριο μοιάζει με φωταγωγημένο υπερωκεάνιο – κάθε καμπίνα και πολυέλαιος. Μόνο μια από αυτές στο υπόγειο είναι μισοφωτισμένη. Στο κέντρο της, περιτριγυρισμένη από μυστικοσυμβούλους, η Άνγκελα Μέρκελ επεξεργάζεται τις τελευταίες λεπτομέρειες του Plan F, του σχεδίου, με το οποίο θα κάνει τον βίο αβίωτο στον μελλοντικό πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Μια κούκλα-βουντού στο τραπέζι προδίδει καθαρά τις προθέσεις της…

Πολύ πιθανόν, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να είχε νιώσει ήδη κάποια πρώτη βελονιά, ή να έχει κάποιον πράκτορα στην καγκελαρία, που τον ενημερώνει για τις μαύρες μαγείες: Μόνο έτσι εξηγείται η αντεπίθεση που εξαπέλυσε εναντίον της καγκελάριου το απόγευμα της Παρασκευής στην διακαναλική του συνέντευξη στο Ζάπειο. «Δεν αναγνωρίζω στην κ.Μέρκελ το προνόμιο να είναι κάτι ξεχωριστό από τους άλλους 28 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι μια από τους 28 και ως εκ τούτου δεν βρίσκω κανένα λόγο να προτρέξω σε μια ιδιαίτερη συνάντηση μαζί της» είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου. «Η διαπραγμάτευση θα γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέσα στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, εκεί που υπάρχουν πολλοί που θα είναι αρωγοί στη δική μας στρατηγική, διότι έχουν ίδιο συμφέρον».

Τυπικά, ο κ.Τσίπρας δεν έχει άδικο. Το ότι η καγκελάριος δεν είναι κάτι το «σπέσιαλ», το αναγνωρίζει εξάλλου και η ίδια, όπως επίσης, ότι το ελληνικό ζήτημα δεν είναι διμερές, ελληνογερμανικό, αλλά πολυμερές, ευρωπαϊκό.

Από την άλλη όμως δεν έχει και δίκιο. Χάρη στην κρίση της τελευταίας εξαετίας, η Γερμανία έχει αναδειχθεί πλέον σε ηγεμόνα της Ευρώπης και σε πολιτικό, όχι μόνο, όπως παλιότερα σε οικονομικό επίπεδο. Πρόσφατα μάλιστα, ο «Economist» προεξοφλούσε τη μετεξέλιξή της μέχρι το 2017 και σε ευρωπαϊκή στρατιωτική υπερδύναμη, ισότιμη με την Αγγλία και τη Γαλλία, παρόλο που δεν διαθέτει ατομικά όπλα.

Όχι περίεργο έτσι, ότι ο πρόσφατα αποθανών κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ χαρακτήριζε την κ.Μέρκελ «μη εστεμμένη βασίλισσα της Ευρώπης» – κάτι με το οποίο συμφωνούν και πλείστοι άλλοι γερμανοί και μη αναλυτές.

Εκείνο που μετρά ωστόσο πολύ περισσότερο, είναι η άποψη των ιθυνόντων της «Linke» (Αριστέρα), του αδελφού κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ στη Γερμανία. Το Βερολίνο, λένε, έχει γίνει «δυστυχώς» για μια ακόμη φορά (μετά τους δυο παγκόσμιους πολέμους), η μοιραία πόλη της Ευρώπης. Σε αυτήν αποφασίζεται σε πρώτη γραμμή η τύχη της ευρωζώνης και κατά συνέπεια και της Ελλάδας. Και οι αποφάσεις αυτές υπαγορεύονται άμεσα από την κ.Μέρκελ – οι ιθύνοντες των Βρυξελλών, του Παρισιού, ή του Λονδίνου, συνυπογράφουν απλώς τα κείμενά της.

Η ιδέα του κ.Τσίπρα, ότι η διαπραγμάτευση για το ελληνικό θέμα θα πρέπει να γίνει μέσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με τη συμμετοχή όλων των εταίρων, δεν είναι βέβαια παράλογη. Στις συνόδους κορυφής θα έχει την ευκαιρία να αναζητεί κατευθείαν την «αρωγή» των ηγετών των«ομοιοπαθών», των από την κρίση πληττόμενων χωρών – αν και το πιθανότερο είναι ότι ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, ο ισπανός ομόλογός του Μαριάνο Ραχόι και ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, θα τον αφήνουν να λέει αυτά που θέλουν διακαώς και οι ίδιοι να πουν (:χρήματα για την ανάπτυξη, όχι για τη διαχείριση της κρίσης των τραπεζών), θα τον αφήνουν όμως στα κρύα του λουτρού, μόλις θα σημαίνει η ώρα των αποφάσεων.

Όμως είναι φανερό, ότι η πολυμερής διπλωματία δεν φτάνει. Χωρίς προσυνεννόηση με το Βερολίνο, οι συνομιλίες στις Βρυξέλλες θα απειλούνται μονίμως με «ξαφνικό θάνατο».

Οι προϋποθέσεις για μια συνάντηση Τσίπρα-Μέρκελ στο «γήπεδο» της τελευταίας, δεν είναι εξάλλου άσχημες. Η καγκελάριος έχει κάνει τις τελευταίες εβδομάδες μια κοπερνίκειο στροφή έναντι του έλληνα πολιτικού. Πριν από δυο χρόνια ακόμα, ένας εκπρόσωπος της καγκελαρίας δήλωνε κοφτά ότι «δεν θα βάλουμε στην αυλή μας τέτοιο πολιτικό εχθρό». Σήμερα, το σύνθημα είναι: «διαπραγματεύσεις μέχρι τελικής πτώσεως» – πίσω από το οποία κρύβεται φυσικά η γερμανική υστεροβουλία, ότι ο μόνος που θα πέσει υπό το ακαταμάχητο βάρος της διπλωματικής και πολιτικής υπεροπλίας των Γερμανών, θα είναι ο έλληνας επισκέπτης.

Αντί λοιπόν την παλιά τακτική της απομόνωσης, η κ.Μέρκελ θέλει τώρα να εφαρμόσει έναντι του κ.Τσίπρα την τακτική: «Θα σε ξεκάνουμε στις διαπραγματεύσεις».

Τέτοιες διαπραγματεύσεις είναι λοιπόν και παγίδα. Ταυτόχρονα είναι όμως και χρυσή ευκαιρία για τον κ.Τσίπρα: Πρώτον, για να μπορέσει να διαπραγματευθεί ισότιμα (σίγουρα και με κάποια δόση «τσαμπουκά») με την κ.Μέρκελ, με στόχο την προώθηση μιας ιστορικής αποστολής – την χειραφέτηση της Ελλάδας από τη μνημονιακή δουλεία. Και δεύτερον, για να κάνει πιο γνωστές τις απόψεις του στο μονόπλευρα πληροφορημένο και εν πολλοίς παραπληροφορημένο γερμανικό κοινό.

Είτε έτσι, είτε αλλιώς λοιπόν: Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Βερολίνο. Περνώντας το κατώφλι της καγκελαρίας, και δη το συντομότερο δυνατό, ο κ.Τσίπρας θα μπορούσε να κερδίσει πολλά – και πάντως όχι μόνο την απενεργοποίηση της κούκλας-βουντού.