Τι πρέπει να γίνει για να ανακάμψει η οικονομία; Μία είναι η λύση, αναφωνούν με ένα στόμα οι ειδήμονες της πιάτσας: «Να πέσει χρήμα στην αγορά»! Ολίγον τι ασαφές και γκροτέσκο, αλλά σωστό. Αυτό άλλωστε προσπαθεί να κάνει και η ΕΚΤ, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Διοχετεύει αφειδώς ρευστότητα στις τράπεζες, αυτές όμως τη σνομπάρουν, επειδή δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αυξήσουν τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά «το χρήμα πρέπει να κυκλοφορεί», διατείνονται οι (ίδιοι) ειδήμονες της πιάτσας.
Γιατί μόνο όταν ρέει «αρδεύει» την οικονομική δραστηριότητα.
Μπρος στο φάσμα της αέναης στασιμότητας και του αποπληθωρισμού που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη, η ΕΚΤ ανέλαβε δράση. Στις 4.9.2014 μείωσε το επιτόκιο αναφοράς σε 0,05%. Στις 18.9.2014 προσέφερε στις τράπεζες φθηνά τετραετή δάνεια 400 δισ. ευρώ μέσω του προγράμματος TLTRO (αλλά αυτές απορρόφησαν μόνο τα 82,6 δισ. ευρώ). Παράλληλα αύξησε το αρνητικό επιτόκιο των καταθέσεών τους στην ΕΚΤ σε -0,20% για να τις εξαναγκάσει να αυξήσουν τα δάνεια προς την πραγματική οικονομία.
Τέλος ανακοίνωσε ότι ξεκινά ένα πρόγραμμα αγοράς τιτλοποιημένων ιδιωτικών χρεών χαμηλού ρίσκου, χωρίς όμως να προσδιορίζει το συνολικό ύψος.
Οι αγορές αντέδρασαν αρνητικά, επειδή θεώρησαν τα μέτρα αυτά ασαφή και ανεπαρκή. Το μόνο (παράπλευρο) θετικό αποτέλεσμα ήταν η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου. Και αυτή όμως οφείλεται εν πολλοίς στις θετικές εξελίξεις στην αμερικανική οικονομία (5,9% ανεργία!).
Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η «παγίδα ρευστότητας» (liquidity trap) και να αρχίσει η ροή πιστώσεων, πρέπει προηγουμένως να ενισχυθεί η ζήτηση.
Αν οι επιχειρήσεις δουν ότι οι παραγγελίες τους αυξάνονται, θα σπεύσουν να δανειστούν από τις τράπεζες, οι οποίες με τη σειρά τους θα χρησιμοποιήσουν τη ρευστότητα που τους παρέχει η ΕΚΤ. Αρα οι ενέσεις ρευστότητας στην πιστωτική αλυσίδα «ΕΚΤ- Τράπεζες – Επιχειρήσεις – Καταναλωτές» πρέπει να ξεκινούν «από κάτω προς τα πάνω», όχι «από πάνω προς τα κάτω». Γι’ αυτό πρέπει πρώτα να ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των μισθωτών, που είναι ο κινητήριος μοχλός της οικονομίας. Με νέες θέσεις εργασίας και αυξήσεις, όχι με δάνεια…
Ο Ντράγκι ξέρει ότι για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν αρκούν τα νομισματικά μέτρα. Γι’ αυτό πρότεινε μια ολοκληρωμένη πολιτική, σαν και αυτήν της Ιαπωνίας (γνωστή ως Abenomics), που στηρίζεται στο ενιαίο τρίπτυχο «νομισματική επέκταση – δημοσιονομική επέκταση – διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Αλλά προσκρούει στο «τείχος του Βερολίνου». Για να κάμψει την πρωτοφανή αδιαλλαξία της «Frau Nein», που λέει «Οχι» σε όλα τα προτεινόμενα μέτρα (δημοσιονομικά ή νομισματικά), χρειάζεται τη βοήθεια Γαλλίας – Ιταλίας, που προς το παρόν δεν έχει.
Πάντως η οικονομική επιστήμη έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά.
Βρίσκεται αντιμέτωπη με μια νέα σχολή σκέψης, που δεν είναι ούτε κεϊνσιανή ούτε νεοφιλελεύθερη. Η τευτονική αυτή σχολή ενστερνίζεται μια ιδιότυπη εκδοχή του δόγματος Κλαούζεβιτς: αντιλαμβάνεται την πολιτική ως συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα (οικονομικά)! Οπότε ο Θεός να βάλει το χέρι του!..
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ