Η άρνησή μου να δεχθώ ένα κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής (ενδογλωσσικής) Μετάφρασης, για «λόγους προσωπικού γούστου και αυτοσεβασμού», όπως τόνισα, δημιούργησε αντιδράσεις πολλές και ποικίλες. Από τη μια η άρνησή μου επιδοκιμάστηκε από εκατοντάδες ανώνυμους αναγνώστες και επώνυμα σχόλια σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από την άλλη ψευδώνυμοι σχολιαστές με κατηγόρησαν ως «ψώνιο», «καβαλιμένο καλάμι» κλπ. Δημοκρατία έχουμε και όλοι μας μπορούμε (και μάλιστα επιβάλλεται) να έχουμε άποψη για όλους και για όλα. Επειδή, όμως, εκ των πραγμάτων επανήλθε στην επικαιρότητα (άκομψα, ίσως) η παμπάλαια και πολυσυζημένη ιστορία των δικών μας κρατικών βραβείων (αφήνω το Νόμπελ για τους ενδιαφερόμενους), ας μου επιτραπούν κάποιες διευκρινίσεις.

1ον. Η άρνησή μου να δεχθώ το βραβείο δεν σχετίζεται με την αξία όσων βραβεύθηκαν και συν-βραβεύτηκαν. Συγχαίρω όλους και όλες από καρδιάς και ειδικότερα τον κ. Λίνο Μπενάκη.
2ον. Ούτε εύκολο είναι, ούτε και ευχάριστο να αποποιείται κάποιος μια βράβευση. Ας το δοκιμάσουν οι επικριτές μου, όταν έρθει η ώρα τους, και θα καταλάβουν.
3ον. Η άρνησή μου δείχνει αντιπάθεια («προσωπικό γούστο») στη δημοσιοϋπαλληλική ευθυνοφοβία ανθρώπων που έχουν επιλεγεί (από ποιους άραγε;) να κρίνουν έργα για τα οποία είναι ολωσδιόλου αναρμόδιοι. Να εξηγηθώ: ενώ το σκεπτικό για τις βραβεύσεις των διαγλωσσικών μεταφράσεων είναι επαρκές, σαφές και αρκετά αιτιολογημένο, το αντίστοιχο σκεπτικό για τις ενδογλωσσικές μεταφράσεις απλώς ψελλίζει κάποιες γενικότητες, δείγμα αμηχανίας και άγνοιας. Γράφουν, λ.χ., οι μεταφράσεις «αποδίδουν το ύφος και τα νοήματα των πρωτοτύπων σε γλώσσα φιλολογική – λογοτεχνική και με τρόπο εύληπτο» (sic). Πολύ θα χαιρόμουν να μας έδινε κάποιος/α ένα – δυο παραδείγματα να εννοήσουμε και εμείς πώς το ύφος (!) και τα νοήματα του πρωτοτύπου αποδίδονται τόσο ωραία σε γλώσσα «φιλολογική – λογοτεχνική»! Το χειρότερο: αυτή η φράση προσβάλλει και τους τέσσερεις συνυποψήφιους, επειδή προβάλλει ένα αναξιόπιστο εφεύρημα. Γιατί ο κ. Μπενάκης και εγώ έχουμε αυτή τη χάρη και δεν την έχει η κυρία Κούκη ή ο κ. Στεφανόπουλος; Αρνούμενος λοιπόν να βραβευτώ από καλοπροαίρετους, πλην άσχετους ανθρώπους, όσον αφορά την αρχαία ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία, κάνω το αυτονόητο: καταγγέλλω αυτά που περιέγραψα και μαζί την παντελή ασχετοσύνη του (λεγόμενου) Υπουργείου Πολιτισμού.