ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate
Στρέφονται προς τον απομονωτισμό οι ΗΠΑ; Το ερώτημα, μου ετέθη από οικονομικούς και πολιτικούς ηγέτες στο πρόσφατο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, και ακούστηκε πάλι λίγες ημέρες αργότερα στην ετήσια Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου.
Η αγωνία για τον απομονωτισμό των ΗΠΑ προκαλείται από κάποια πρόσφατα γεγονότα. Κατ’ αρχάς, υπάρχει η άρνηση της Αμερικής (μέχρι στιγμής) να επέμβει στρατιωτικά στη Συρία. Στη συνέχεια, υπάρχει η επικείμενη αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν. Και η ακύρωση του ταξιδιού του Μπαράκ Ομπάμα στην Ασία το περασμένο φθινόπωρο, λόγω του εγχώριου πολιτικού αδιεξόδου στο Κογκρέσο και του ακόλουθου λουκέτου στην αμερικανική κυβέρνηση, έκανε κακή εντύπωση στους ηγέτες της περιοχής.

Περαιτέρω ενδείξεις για τον αμερικανικό απομονωτισμό μπορούν να βρεθούν σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση από το Pew Research Center και το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. Σύμφωνα με την έρευνα, το 52% των Αμερικανών πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ «θα πρέπει να κοιτάει τη δουλειά της σε διεθνές επίπεδο και να αφήσει τις άλλες χώρες να τα πηγαίνουν όσο καλύτερα μπορούν από μόνες τους».

Περίπου στο ίδιο ποσοστό, οι Αμερικανοί δήλωσαν ότι οι ΗΠΑ είναι «λιγότερο σημαντικές και ισχυρές» από ο, τι ήταν πριν από μια δεκαετία.
Το πρόβλημα με αυτές τις αντιλήψεις – τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό – είναι ότι οι ΗΠΑ παραμένουν η πιο ισχυρή χώρα του κόσμου, και είναι πιθανό να παραμείνουν έτσι για δεκαετίες. Το μέγεθος της Κίνας και η ταχεία οικονομική ανάπτυξή της είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αυξήσουν την σχετική ισχύ της έναντι των ΗΠΑ. Αλλά ακόμα και όταν η Κίνα γίνει η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου κατά τα επόμενα έτη, θα εξακολουθεί να είναι δεκαετίες πίσω από τις ΗΠΑ όσον αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα.

Η παρακμή είναι μια παραπλανητική αλληγορία για την σημερινή Αμερική, και ο Ομπάμα ευτυχώς απέρριψε την άποψη ότι θα πρέπει να ακολουθήσει μια στρατηγική με στόχο την διαχείρισή της. Ως ηγέτης στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης, της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και της επιχειρηματικής δραστηριότητας, η Αμερική, σε αντίθεση με την αρχαία Ρώμη, δεν βρίσκεται σε απόλυτη παρακμή. Δεν ζούμε σε έναν «μετά – αμερικανικό κόσμο», αλλά ούτε ζούμε πια στην «αμερικανική εποχή» του τέλους του 20ού αιώνα. Στις επόμενες δεκαετίες, οι ΗΠΑ θα είναι «πρώτη», αλλά όχι «μοναδική».

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι πόροι της δύναμης πολλών άλλων – τόσο κρατών όσο και μη κρατικών παραγόντων – αυξάνονται, και επειδή, σε έναν αυξανόμενο αριθμό θεμάτων, η επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων για την Αμερική θα απαιτήσει την άσκηση της ισχύος με άλλους όσο και επί άλλων. Η ικανότητα των ηγετών των ΗΠΑ να διατηρούν συμμαχίες και να δημιουργούν δίκτυα θα είναι μια σημαντική διάσταση της σκληρής και ήπιας δύναμης της Αμερικής. Το πρόβλημα για την δύναμη των ΗΠΑ στον 21ο αιώνα δεν είναι μόνο η Κίνα, αλλά και η «άνοδος των υπολοίπων».

Η λύση δεν είναι η απομόνωση, αλλά μια στρατηγική επιλεκτικότητας παρόμοια με αυτή που υποστήριξε ο πρόεδρος Ντουάϊτ Αϊζενχάουερ, την δεκαετία του 1950. Η έξυπνη στρατηγική της ισχύος ξεκινά με μια σαφή εκτίμηση των ορίων. Η επικρατούσα δύναμη δεν πρέπει να περιπολεί κάθε σύνορο και να προβάλει την ισχύ της παντού. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ο Αϊζενχάουερ αντιστάθηκε με σύνεση στην άμεση παρέμβαση με την γαλλική πλευρά στο Βιετνάμ το 1954.

Ο Αϊζενχάουερ είχε δίκιο και σε κάτι άλλο: η στρατιωτική ισχύς της Αμερικής εξαρτάται από την διατήρηση της οικονομικής της ισχύος. Η οικοδόμηση του έθνους στο εσωτερικό δεν είναι η απομόνωση που οι επικριτές φοβούνται. Αντιθέτως, είναι κεντρικής σημασίας για μια έξυπνη εξωτερική πολιτική.
Μια έξυπνη στρατηγική θα απέφευγε επίσης την εμπλοκή χερσαίων δυνάμεων σε μεγάλους πολέμους στην ασιατική ήπειρο. Αλλά αυτό θα είναι σύνεση, όχι απομονωτισμός.
Ο Τζόζεφ Νάϊ είναι καθηγητής Ιστορίας στο Χάρβαρντ, και πρώην υφυπουργός Αμυνας των ΗΠΑ επί Κλίντον.