Είχε δυο τελευταία μεγάλα όνειρα: προτού τερματίσει τον φιλοσοφικό του βίο, ο Χανς Λενκ ήθελε, πρώτον, να δει να πετούν γύρω από την Ακρόπολη οι γλαύκες της Μινέρβας (σ.σ.: στα λατινικά η θεά Αθηνά), οι οποίες σύμφωνα με την περίφημη ρήση του Χέγκελ «αρχίζουν την πτήση τους όταν πέφτει το σούρουπο», και δεύτερον, να προεδρεύσει στην πρώτη γενική συνέλευση του Παγκόσμιου Συνεδρίου Φιλοσοφίας (4-10 Αυγούστου) που τελείωσε χθες στην Αθήνα.
Τα όνειρά του έγιναν μόνο επιμέρους πραγματικότητα: οι γλαύκες ήταν μεν στη θέση τους –παρ’ όλο που δύσκολα ξεχώριζαν από τα περιστέρια. Ωστόσο η ελπίδα του για την προεδρία –που την είχε σίγουρη –δεν ευοδώθηκε τελικά. «Κάποιοι από τους διοργανωτές φρόντισαν να τον παρακάμψουν και να προωθήσουν στη θέση του κάποιον άλλον» έλεγε συνεργάτης του. Ο γερμανός φιλόσοφος περιορίστηκε έτσι στην προεδρία της τέταρτης γενικής συνέλευσης –κάτι που δεν είναι λίγο, αλλά όχι εκείνο που επιθυμούσε διακαώς ο ίδιος.
Αν η «παράκαμψη» αυτή άλλαξε αποφασιστικά την πορεία του συνεδρίου είναι άδηλο. Σίγουρο είναι όμως ότι ο «άλλος», ο ιταλομεξικανός φιλόσοφος Αβάντρο Αγκάτσι, που τοποθετήθηκε στη θέση του, έκανε θαυμάσια τη δουλειά του. Η εισήγησή του με τον τίτλο: «Η μεθοδολογική στροφή στη φιλοσοφία» έδωσε μια καλή εικόνα για την πορεία των σύγχρονων φιλοσοφικών αναζητήσεων. Εν ολίγοις, ο κ. Αγκάτσι διαπίστωσε ότι την τελευταία εκατονταετία οι ομότεχνοί του παράγουν κυρίως ανταγωνιστικές μεθοδολογίες, αντί, όπως στο παρελθόν, ανταγωνιστικά φιλοσοφικά συστήματα. Αυτό, εξήγησε, δεν αποτελεί μόδα, αλλά είναι αποτέλεσμα της όλο και μεγαλύτερης πολυπλοκότητας των κοινωνικών και τεχνολογικών φαινομένων. Ομως η μεθοδολογία δεν αποτελεί αυτοσκοπό: ο τελικός της στόχος είναι πάντα «η γνώση». Το ζητούμενο είναι το «περιεχόμενο της σκέψης» – αυτό και μόνο υπηρετεί η διαφοροποίηση των μεθόδων. «Το κίνητρο της φιλοσοφίας είναι ο πόθος για την ορθολογική κατανόηση του κόσμου, των εαυτών μας, του κοινωνικού και φυσικού μας περίγυρου, καθώς και η αναζήτηση ενός νοήματος για την ύπαρξή μας και ενός προσανατολισμού για τη ζωή μας» τόνισε.
Οι διαπιστώσεις του καθόρισαν στη συνέχεια και το πλαίσιο ενός «συνεδρίου των στοχαστών», που δεν περιοριζόταν βέβαια στον βουβό στοχασμό. Το σύνθημα ήταν βέβαια, όπως το όρισε ο έλληνας φιλόσοφος Μιχάλης Παρούσης, «Πρώτα σκεφτόμαστε και μετά μιλάμε». Αλλά η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, όπου έλαβαν χώρα οι περισσότερες από τις 1.700 συνεδρίες, αντηχούσε συνεχώς από τέτοιες φωναχτές σκέψεις.

«Η Αθήνα σκέφτεται»
ήταν ο τίτλος των ρεπορτάζ σε πολλές ξένες εφημερίδες. Οχι λίγοι σύνεδροι βέβαια, κυρίως οι παλαιότεροι, αμφισβητούσαν το αποτέλεσμα της σκέψης της. «Ολα έχουν ήδη ειπωθεί, απλώς όχι ακόμη από όλους» έλεγε κυνικά ένας από αυτούς. Αλλοι πάλι τόνιζαν τη γεωγραφική σημασία του τόπου συνάντησης. «Ο σημαντικότερος λόγος που είμαι εδώ είναι η Αθήνα» είπε ενδεικτικά ο Ιάπωνας Ναοζούμι Μιτάνι, ειδικός στη «φιλοσοφία του Τίποτα». «Η φιλοσοφία ξαναγύρισε στην πηγή της. Είναι η μεγαλύτερη συγκίνηση της ζωής μου».
Γεγονός είναι ωστόσο ότι το συνέδριο (το κεντρικό του θέμα: «Η φιλοσοφία ως έρευνα και τρόπος ζωής») είχε μια πολύ μεγαλύτερη ατζέντα από ό,τι τα προηγούμενα –συμπεριλαμβάνοντας για πρώτη φορά τη φιλοσοφία των ασιατικών χωρών, οι οποίες, όπως και οι ευρωπαϊκές, προσπαθούν να συλλάβουν τα σημεία των καιρών υπό τον αστερισμό της οικονομικής κρίσης. «Η δυτική οικονομία της αγοράς οδηγεί στον πλούτο λίγους και εξαθλιώνει πολλούς» είπε ο Ινδός Ναμντένι Μέτα. «Αν δεν επανέλθουμε στις ρίζες μας, στις φιλοσοφικές βάσεις της δικαιοσύνης, θα τσιμεντάρουμε αυτή την ανισότητα».
Η πολιτική δεν έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στο συνέδριο, χωρίς να είναι όμως και απούσα. «Η φιλοσοφία λειτουργεί ως προβολέας» δήλωσε ο πρόεδρος της ελληνικής επιτροπής του συνεδρίου Κωνσταντίνος Βουδούρης. «Φωτίζει τα θέματα της ζωής μας σε μια περίοδο βαριάς χρηματιστικής κρίσης». Η παιδεία, πρόσθεσε, είναι το καλύτερο αντίβαρο στην κρίση –γι’ αυτό και δεν επιτρέπεται να γίνουν περαιτέρω περικοπές στον προϋπολογισμό της.
Πιο άμεσες αναφορές στην πολιτική έγιναν σε θεματικές συνεδρίες, όπως εκείνες για την παγκοσμιοποίηση και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εντύπωση προκάλεσε η εισήγηση μιας φιλοσόφου από την Αίγυπτο, η οποία, με φόντο την Αραβική Ανοιξη, περιέγραψε ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο στον αραβικό κόσμο: μια πλατιά συζήτηση για τη χειραφέτηση της γυναίκας τόσο κοινωνικά όσο και θρησκευτικά –στο πλαίσιο του ισλαμισμού.
Την παράσταση έκλεψε φυσικά την περασμένη Τρίτη ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο οποίος έκανε «Εκκληση για τη θεσμοποίηση του Διεθνούς Δικαίου» (ο τίτλος της εισήγησής του). Η θεσμοποίηση αυτή, τόνισε, είναι η αναγκαία προϋπόθεση για τη στερέωση της σήμερα αντιδημοκρατικής και αναποτελεσματικής Ευρωπαϊκής Ενωσης που θα πρέπει να μετεξελιχθεί γρήγορα (με ορίζοντα πέντε ετών) σε πολιτική και οικονομική κοινότητα. Σε αυτήν θα πρέπει να προστεθεί όμως και μια απαραίτητη προϋπόθεση: η αποφασιστική συμμετοχή των ευρωπαίων πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις. Μόνο έτσι, τόνισε, θα νομιμοποιηθεί η ενωμένη Ευρώπη –διαφορετικά θα μείνει έρμαιο, πολιτικά, της Ανγκελα Μέρκελ, και οικονομικά, των αγορών.
Ο γερμανός φιλόσοφος δεν άφησε βέβαια τις καλύτερες εντυπώσεις στη συνέντευξη Τύπου που επακολούθησε –είτε επειδή του κακοφάνηκε ότι θα μιλούσε «μόνο» ενώπιον 50 δημοσιογράφων (στη συνεδρία προηγουμένως είχε μιλήσει μπροστά σε 800 άτομα), είτε επειδή έτυχε να είναι εκείνη την ώρα στις «κακές» του. Σε κάθε περίπτωση, το «εύρημά» του να βάλει τους δημοσιογράφους όρθιους στη σειρά για να του θέτουν ερωτήματα («θα μιλήσω όχι ως φιλόσοφος ή ως πολιτικός, αλλά ως πολίτης» ξεκαθάρισε από την αρχή) και να «κατσαδιάζει» τυχαία παρευρισκόμενους συνέδρους, που ήθελαν επίσης να ρωτήσουν, λέγοντας: «Οχι εσύ, φύγε, θα σου μιλήσω μόνο ιδιωτικά!» καθώς και το γεγονός ότι εκνευριζόταν όταν τον ρωτούσαν για φιλοσοφικά θέματα ήταν το λιγότερο ιλαροτραγικά.
Το ίδιο δεν ισχύει και για τις δηλώσεις του για την Ελλάδα, που ήταν λίγο ή πολύ οι ίδιες με αυτές που δίνει και σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Αυτό που προκάλεσε προφανώς απογοήτευση σε κάποιους Ελληνες ήταν ότι ο γερμανός επισκέπτης δεν εκπλήρωσε τις υψηλές προσδοκίες τους καταγγέλλοντας ως η «εγκυρότερη φωνή της Ευρώπης» τον Αντώνη Σαμαρά ως ανδρείκελο της Μέρκελ. Παραβλέποντας ωστόσο ότι οι απαντήσεις του, ακόμη και σε πολύ ειδικά ερωτήματα, όπως για τους δράστες του κλεισίματος της ΕΡΤ («θα πρέπει να ήταν πολύ απελπισμένοι για να την κλείσουν») «έμπαιναν» κατευθείαν στην καρδιά του θέματος.
Παρόμοια ήταν η απάντηση που έδωσε στο ίδιο ερώτημα (για να μην τον ξεχάσουμε!) και ο κ. Λενκ. Ο τελευταίος είχε βέβαια άμεσο λόγο να πάρει θέση σε αυτό: μια μέρα νωρίτερα είχε παρουσιάσει μια εργασία στο συνέδριο, με την οποία, αφού έδειξε κατ’ αρχάς ότι η δημοσιότητα (η επικοινωνία των δημοτών!) ήταν επινόηση των αρχαίων Ελλήνων, περιέγραψε στη συνέχεια τη θαυματουργή μεταλλαγή της σε «παγκόσμια δημοσιότητα» σε χρόνο μηδέν μέσω της τηλεόρασης και κυρίως του Διαδικτύου. Το κλείσιμο αυτών των μέσων, συμπέρανε, σημαίνει και «μαύρο» στη νέα μορφή της «πλανητικής επικοινωνίας».
Γλαύκες στην Αθήνα; Μπορεί να μην πετά πια καμιά τους γύρω από τον Ιερό Βράχο. Στο παγκόσμιο συνέδριο φιλοσοφίας φτερούγισαν όμως πάλι, έστω και για λίγο –από το στόμα ενός συνταξιούχου καθηγητή που θα προτιμούσε βέβαια να τις δει πραγματικά στην Πλάκα ένα αυγουστιάτικο σούρουπο.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ