Διάβαζα πρόσφατα το βιβλίο Φιλελεύθερος σοσιαλισμός (εκδόσεις Πόλις) του Κάρλο Ροσέλι, γραμμένο το 1929 στην εξορία. Ο τίτλος του βιβλίου μοιάζει εκ πρώτης όψεως αντιφατικός, ένα είδος contradictio in terminis. Και όμως, ο Ροσέλι, με στέρεα επιχειρήματα και εντυπωσιακή ενάργεια, τεκμηριώνει την άποψη ότι ο σοσιαλισμός (προσοχή: ο σοσιαλισμός, όχι ο μπολσεβικισμός) και ο φιλελευθερισμός (προσοχή: ο πολιτικός φιλελευθερισμός, όχι ο στενά οικονομικός φιλελευθερισμός, και ακόμη λιγότερο ο άγνωστος στον Ροσέλι νεοφιλελευθερισμός) προέρχονται από την ίδια μήτρα. Είναι και οι δύο εκβλαστήσεις του Διαφωτισμού, ο οποίος ανέτρεψε αντιλήψεις και πρακτικές αιώνων, απαλλάσσοντας ανθρώπους και κοινωνίες από τα δεσμά της μοναρχικής αυθαιρεσίας και των θρησκευτικών προλήψεων.
Πόσοι, αλήθεια, γνωρίζουν στην Ελλάδα τον Κάρλο Ροσέλι; Και όμως, υπήρξε οξυδερκέστατος διανοούμενος και ακάματος αγωνιστής της δημοκρατίας. Πόσοι, άραγε, γνωρίζουν τα τόσο σημαντικά κείμενά του, στα οποία διαπιστώνει, ήδη το 1929, τα αδιέξοδα του μαρξιστικού ντετερμινισμού, αλλά και ειδικότερα του σοβιετικού κομμουνισμού;
Πόσοι, άραγε, ξέρουν ή θυμούνται πως πριν από το 1933 κύριος στόχος των κομμουνιστών ήταν οι σοσιαλιστές, που αποκαλούνταν «σοσιαλφασίστες» και δέχονταν μετωπικές επιθέσεις –επιθέσεις που έφθασαν ακόμη και στο σημείο να υπάρξει συνεργασία μεταξύ κομμουνιστών και ναζί κατά της σοσιαλιστικής κυβέρνησης της Πρωσίας, το 1931 (δημοψήφισμα) και το 1932 (απεργία στις συγκοινωνίες του Βερολίνου); Οταν ο Στάλιν και η Κομιντέρν θα ανησυχήσουν από το γεγονός ότι οι σφοδρές επιθέσεις κατά των Σοσιαλδημοκρατών δεν θα φέρουν την προλεταριακή επανάσταση, όπως προσδοκούσαν, αλλά –σε συνδυασμό, ασφαλώς, και με άλλους παράγοντες –τον Χίτλερ στην εξουσία, θα ακολουθήσει η περίοδος των λαϊκών μετώπων και των μεγάλων αντιφασιστικών συσπειρώσεων.
Και αυτή, όμως, η (εκ των πραγμάτων) θετική αλλαγή στη γραμμή πλεύσης θα πέσει θύμα των αναγκών της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής. Ετσι, το 1939, όταν θα υπογραφεί το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, η «γραμμή» και πάλι θα αλλάξει: πάνε πια οι μεγάλοι αντιφασιστικοί συνασπισμοί, πάει η πολιτική της συμμαχίας με τους σοσιαλδημοκράτες και με τη «δημοκρατική πτέρυγα της αστικής τάξης». Ο πόλεμος που θα ξεσπάσει έναν μήνα αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1939, θα καταγγελθεί από την Κομιντέρν ως «ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη», μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας από τη μια και Γερμανίας από την άλλη, στην οποία οι κομμουνιστές δεν έχουν κανένα λόγο να αναμειχθούν.
Είναι η εποχή που το ισχυρό ΚΚ Γαλλίας, αμήχανο αν όχι παραζαλισμένο, απέχει ουσιαστικά από την όποια αντιπαράθεση με τη ναζιστική Γερμανία. Ο Μορίς Τορέζ, ο γραμματέας του, λιποτακτεί και καταφεύγει στη Μόσχα, όπου και θα παραμείνει ως το 1944. Η κατάσταση θα αλλάξει, βέβαια, και πάλι άρδην τον Ιούνιο του 1941, έπειτα από σχεδόν δύο χρόνια, όταν ο Χίτλερ θα επιτεθεί στη «μητέρα» Σοβιετική Ενωση. Τότε –και μόνο τότε –θα βγουν και πάλι από τα σεντούκια τα αντιφασιστικά λάβαρα και το ΚΚ Γαλλίας θα αρχίσει να πυκνώνει τις γραμμές της Αντίστασης.
Το ΚΚΕ, δεν πρόλαβε καλά-καλά να βρεθεί αντιμέτωπο με ανάλογες καταστάσεις, καθώς από την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς (Απρίλιος – Μάιος 1941) ως τη γερμανική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ μεσολάβησε μόλις ένας μήνας. Ετσι κάπως τα πράγματα «απλοποιήθηκαν» και η αντιφασιστική γραμμή πλεύσης του 1934-39 έγινε και πάλι επίκαιρη.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης, από τις φυλακές της Κέρκυρας, φαίνεται πως αντιλήφθηκε ότι όλος ο κόσμος, ασχέτως πολιτικών απόψεων και στάσης απέναντι στην 4η Αυγούστου, είχε λίγο – πολύ στοιχηθεί πίσω από την τότε πολιτική ηγεσία της χώρας, καθώς είχε νιώσει «δικό του» και «δίκαιο» τον πόλεμο κατά της Ιταλίας. Εστειλε, λοιπόν, τη γνωστή επιστολή προς τον Μεταξά (31.10.1940), με την οποία δήλωνε την πρόθεση του ΚΚΕ να συστρατευθεί στον «εθνικοαπελευθερωτικό», όπως τον αποκαλούσε, πόλεμο. Υπήρξε, όμως, και συνέχεια, την οποία λίγοι γνωρίζουν, και ακόμη λιγότεροι επιθυμούν να τους τη θυμίζουν. Η Κομιντέρν επέπληξε δριμύτατα τον Ζαχαριάδη γι’ αυτή την πρωτοβουλία του.Έτσι, την πρώτη, τη «γνωστή» ας την πούμε, επιστολή του Ζαχαριάδη ακολούθησαν δεύτερη (26.11.1940) και τρίτη (15.01.1941), με τις οποίες ο ηγέτης του ΚΚΕ «έπαιρνε πίσω» όσα είχε γράψει στην πρώτη επιστολή του, κάνοντας τώρα λόγο για «πόλεμο καταχτητικό στο έδαφος της Αλβανίας», που συνεχίζεται «για λογαριασμό της πλουτοκρατίας και του αγγλικού ιμπεριαλισμού», και προτείνοντας «ιταλο-ελληνική ειρήνη με τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ενωσης».
Αλήθεια, αναρωτιέμαι, πόσοι συμπατριώτες μας γνωρίζουν την ύπαρξη της δεύτερης και της τρίτης επιστολής Ζαχαριάδη; Φοβούμαι, όσοι περίπου γνωρίζουν και την ύπαρξη του Κάρλο Ροσέλι. Πολλά μπορεί να καταμαρτυρήσει κανείς στους κομμουνιστές, αλλά σίγουρα όχι ανεπάρκεια ή έλλειψη επιδεξιότητας στον τομέα της προπαγάνδας και στην επιλεκτική χρήση της Ιστορίας.
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ