«Πρέπει να μάθουμε από το νερό, που η κίνησή του κατατρώει με τον καιρό τη σκληρότητα της πέτρας. Οι σκληροί πάντοτε καταλήγουν ηττημένοι από το απαλό γλίστρημα του νερού της ιστορίας», γράφει ο Ρικάρντο Πίλια, στην «Τεχνητή Αναπνοή». Είναι ένα μυθιστόρημα, στις σελίδες του οποίου συναντώνται ο Τζέιμς Τζόις, ο Χίτλερ και ο Κάφκα, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και ο Ρομπέρτο Αρλτ.

Η συνάντηση του Χίτλερ και του Κάφκα, όπως ξετυλίγεται μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος, προσλαμβάνει μία ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, όπου η οικονομική κρίση παραπέμπει στη Βαϊμάρη. Είναι μία ιστορία που μου ήρθε στο μυαλό μετά την ανακοίνωση της επίσκεψης της κυρίας Αγκελας Μέρκελ στην Αθήνα, η πολιτική της οποίας δεν βυθίζει μόνον τη χώρα στο χάος, αλλά εκκολάπτει και το αυγό του φιδιού.
Στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου, γράφει ο Ρικάρντο Πίλια, υπήρχε μία εξαιρετική και πολύ στιβαρή έκδοση του «Mein Kampf» («Ο αγών μου») του Χίτλερ, με πρόλογο και σημειώσεις ενός Γερμανού ιστορικού, του Γιόαχιμ Κλούγκε, που εκείνη την εποχή ζούσε εξόριστος στη Δανία. Με σχόλια και σημειώσεις ο δόκτωρ Κλούγκε ανάλυε και την περίοδο της ζωής του Χίτλερ μεταξύ του 1905 και 1910.
Η λεπτομερής έρευνα του Κλούγκε επιτρέπει να σχηματίσει κανείς μια εικόνα για τον τύπο των κειμένων που αποτέλεσαν την ιδεολογική βάση του Χίτλερ και τον έσπρωξαν στην πολιτική. Ανάμεσα στα κυριότερα ξεχωρίζει ένα περιοδικό, ένα πολύ διαδεδομένο φυλλάδιο που είχε ηχηρό τίτλο: «Ostara». (Σε αυτό το περιοδικό αναφέρεται δύο φορές και ο Κάφκα στα ημερολόγιά του).
Το περιοδικό κήρυττε μία ρατσιστική μυθολογική ιστορία, τόσο εκκεντρική όσο και αιματηρή, συμπίλημα που οφειλόταν σε έναν πρώην μοναχό ονόματι Αδόλφο Λαντς (1874-1954). Είχε κάνει το όνομά του Αδόλφος Λαντς φον Λίμπενφελς και προσπαθούσε να ιδρύσει ένα Τάγμα Ανδρών που θα το αποτελούσαν άριοι, ξανθοί με γαλάζια μάτια. Ο Πύργος του Τάγματος βρισκόταν στο Βέρφενστάϊν, στην Κάτω Αυστρία, και αποκτήθηκε με την οικονομική βοήθεια κάποιων Γερμανών βιομηχάνων που ενδιαφέρονταν για τις ιδέες του Φον Λίμπενφελς.
Αυτός ο πρωτογενής συνδυασμός ενός μεσσιανικού Αδόλφου με ισχυρούς Γερμανούς βιομηχάνους μοιάζει με πρωθύστερη παρωδία αυτού που επρόκειτο να γίνει η σκοτεινή συνωμοσία του Χίτλερ και μία συμμορίας μανιακών με τους εκλεπτυσμένους κύκλους της ανώτερης βιομηχανικής γερμανικής αστικής τάξης των Κρούπ και των Γκέρλαχ, που τον οδήγησαν στην εξουσία το 1933.
Το 1907 ο πρώην μοναχός υψώνει τη σημαία με τη σβάστικα ως σύμβολο του κινήματός του στον Πύργο του Τάγματος στο Βέρφενστάϊν. Το σύστημα αυτού του αλλόκοτου πρωθύστερου ιδρυτή μιας άριας μυθολογίας εκτίθεται στο έργο του «Theozzologie» που δημοσιεύθηκε το 1904. Ο Χίτλερ διάβαζε και ξαναδιάβαζε με προσοχή αυτό το έργο, από το οποίο μεταγράφει παραγράφους ολόκληρες στο «Mein Kampf». Από την άλλη πλευρά, το 1908 ο Χίτλερ γράφει στον Λαντς και του ζητά διάφορα αντίτυπα του «Ostara», επειδή θέλει να συμπληρώσει τη συλλογή του.
Υπάρχει ένα σκοτεινό, μυστηριώδες επεισόδιο στη ζωή του Χίτλερ. Ο Χιτλερ εξαφανίζεται από τη Βιέννη για ένα χρόνο σχεδόν, μεταξύ Οκτωβρίου 1909 και Αυγούστου του 1910. Οι επίσημοι βιογράφοι του αλλοιώνουν τις χρονολογίες και ο ίδιος ο Χίτλερ τροποποιεί τις ημερομηνίες του «Αγώνα μου» για να σβήσει αυτό το κενό.
Ο Κλούγκε, υπομονετικός και οξυδερκής ερευνητής, ανακαλύπτει γύρω στο 1935, το μυστικό αυτής της εξαφάνισης. Αποκαλύπτει πρώτα από όλα την αιτία αυτής της εξαφάνισης. Η αλήθεια, όπως σημειώνεται από τον αντιφασίστα ιστορικό Γιόαχιμ Κλούγκε στις σημειώσεις της κριτικής έκδοσης του «Αγώνα μου», που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1936 από τον εκδοτικό οίκο German Liberty των Γερμανών εξόριστων, είναι η εξής: Ο Χίτλερ προσπάθησε να γλιτώσει από την υποχρέωση της επιστράτευσης που θα πρέπει να έγινε μεταξύ 1909 και 1910. Η εξαφάνισή του ήταν μία λιποταξία από τη στρατιωτική του θητεία. Η έρευνα των αυστριακών αρχών είχε ως αποτέλεσμα την προσωρινή σύλληψή του και τη μεταφορά του στο Σάλτσμπουργκ, τον Σεπτέμβριο 1910.
Ο Κλούγκε υποδείκνυε ότι ο Χίτλερ είχε καταφύγει εκείνους του μήνες στην Πράγα. Ένα από τα μέρη –πρόσθετε- όπου σύχναζε καθημερινά ο Χίτλερ ήταν το καφενείο Άρκος, στην οδό Μαϊζελγκάσε στην Πράγα, τόπος συνάντησης ενός σημαντικού τμήματος της γερμανόφωνης τσέχικης διανόησης, τον «ακροναυτών», όπως αποκαλούσε ο Καρλ Κράους τους καλλιτέχνες, τους συγγραφείς και τους μποέμ που συγκεντρώνονταν σε αυτό το μπαρ.
Το 1937 εκδόθηκαν ταυτόχρονα ο έκτος τόμος των Απάντων του Κάφκα και τη βιογραφία του Μαξ Μπροντ.
Υπάρχουν δύο γράμματα του Κάφκα όπου αναφέρεται σε έναν Αυστριακό εξόριστο που σύχναζε στο Άρκος. Στο ένα, που απευθύνεται στις 24 Νοεμβρίου 1909 στο φίλο του Ράϊνερ Γιάους, ο Κάφκα μιλάει για έναν παράξενο ανθρωπάκο που λέει πως είναι ζωγράφος και πως δραπέτευσε από τη Βιέννη για ένα σκοτεινό λόγο. Λέγεται Αδόλφος, λέει ο Κάφκα, και τα γερμανικά του έχουν μία παράξενη προφορά, αν και λιγότερο παράξενη από τις ιστορίες που διηγείται. Παράξενες τουλάχιστον για κάποιον που αποκαλείται ζωγράφος, γιατί οι ζωγράφοι είναι βουβοί, λέει ο Κάφκα.
Η δεύτερη είναι μία επιστολή στον Μαξ Μπροντ, γραμμένη λίγες μέρες μετά, για την ακρίβεια στις 9 Δεκεμβρίου 1909. Χθές του γράφει ο Κάφκα, ενώ συζητούσαμε για το χειρόγραφο εγώ βρισκόμουν ακόμα υπό την επήρεια της συζήτησης με τον Αδόλφο, για τον οποίο δεν σου μίλησα εκείνη τη στιγμή. Είχε πει κάποια πράγματα και εγώ τα σκεφτόμουν και είναι πιθανό εξαιτίας της ανάμνησης αυτών των φράσεων να γλίστρησε στην κουβέντα μας κάποια αδεξιότητα, κάποια αλληλουχία που μόνο μυστικά μπορεί να είναι παράξενη.
Η πρώτη εγγραφή στο Ημερολόγιο του Κάφκα είναι στις 12 Μαίου 1910. Εκεί γράφει: Οι θεατές ακινητοποιούνται όταν το τραίνο περνάει δίπλα τους….Η σοβαρότητά του με σκοτώνει. Με το κεφάλι του χωμένο στο κολάρο του πουκαμίσου του, με τα μαλλιά ακίνητα και χτενισμένα πάνω στο κρανίο, τους μυς της σιαγόνας σφιγμένους, στη θέση τους … Συζήτηση: Αδόλφος: Δεν ήθελα να πω αυτό, μου λέει. Εσείς με γνωρίζετε, δόκτωρ. Είμαι ένας άνθρωπος εντελώς ακίνδυνος. Αναγκάσθηκα να εκπατριστώ. Αυτό που λέω είναι μονάχα λέξεις. Εγώ τον διακόπτω. Αυτό ακριβώς είναι το επικίνδυνο. Οι λέξεις ετοιμάζουν το δρόμο, είναι οι πρόδρομοι των επερχόμενων πράξεων, οι σπίθες των μελλοντικών πυρκαγιών. Δεν είχα την πρόθεση να πω κάτι τέτοιο, μου απαντά ο Αδόλφος. Αυτό το λέτε εσείς, του απαντώ προσπαθώντας να χαμογελάσω. Όμως γνωρίζετε ποια είναι η πραγματική όψη των πραγμάτων; Μπορεί αυτή τη στιγμή να καθόμαστε πάνω στο βαρέλι με την μπαρούτι που θα κάνει πραγματικότητα την επιθυμία σας.
Η φρικτή ουτοπία ενός κόσμου που έχει μετατραπεί σε μία τεράστια σωφρονιστική αποικία, γι΄ αυτό μιλάει ο Αδόλφος, ο ασήμαντος και γελοίος λιποτάκτης, στον Φράντς Κάφκα, που ξέρει να ακούει, στα τραπέζια του καφενείου Άρκος στην Πράγα στα τέλη του 1909, γράφει ο Ρικάρντο Πίλια. Και ο Κάφκα τον πιστεύει. Σκέφτεται πως είναι πιθανό αυτά τα απίθανα και φρικτά σχέδια εκείνου του γελοίου και λιμασμένου ανθρωπάκου εντέλει να πραγματοποιηθούν και ο κόσμος να μετατραπεί σε αυτό που έκτιζαν οι λέξεις: Ο Πύργος της Τάξης και ο Αγκυλωτός Σταυρός, η μηχανή του Κακού που χάρασσε το μήνυμά της στη σάρκα των θυμάτων.
Λέτε να μην μπορούσε εκείνος να ακούσει την αποτρόπαιη φωνή της Ιστορίας; Η ιδιοφυϊα του Κάφκα έγκειται στο ότι κατάλαβε πως, αν εκείνες οι λέξεις μπορούσαν να ειπωθούν, τότε μπορούσαν και πραγματοποιηθούν. Ο Κάφκα στη λογοτεχνία του δημιουργεί πριν από τον Χίτλερ αυτό που ο Χίτλερ του είπε πως επρόκειτο να κάνει. Πεθαίνει ο Κάφκα στις 3 Ιουνίου 1924, στο σανατόριο Κίερλινγκ. Εκείνες ακριβώς τις ημέρες, σ΄ έναν πύργο στο Μέλανα Δρυμό, ο Χίτλερ, υπαγορεύει στους βοηθούς του τα τελευταία κεφάλαια του «Mein Kampf»