Καθώς η χώρα πορεύεται προς τις κρισιμότερες εκλογές των τελευταίων ετών, γίνεται ολοένα και πιο φανερό ότι τα τραύματα που έχουν ανοίξει πάνω στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας θα κάνουν καιρό να επουλωθούν. Η ανεργία, η ανέχεια και η περιθωριοποίηση μίας μερίδας πολιτών είναι οι φυσιολογικές και συνάμα τραγικές συνέπειες μίας δομικής οικονομικής κρίσης που πλήττει εδώ και δύο χρόνια την Ελλάδα. Αν η χώρα παραμείνει στην ευρωζώνη είναι πιθανόν η οικονομία να επανακάμψει σταδιακά. Αυτό που προκαλεί, όμως, πραγματική ανησυχία είναι ο επιτελούμενος εκφασισμός του δημόσιου λόγου που φέρνει προ των πυλών έναν νέο εθνικό διχασμό.

Ενας αυξανόμενος αριθμός πολιτικών ηγετών και στελεχών χρησιμοποιεί άκρως επιθετική ρητορική εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων, χωρίς να αντιλαμβάνονται προφανώς ότι με αυτόν τον τρόπο τροφοδοτούνται οι κοινωνικές εντάσεις και υποσκάπτεται η εθνική ενότητα. Ο Αλέξης Τσίπρας, για παράδειγμα, δήλωσε ότι «μπορεί οι Ευρωπαίοι να λένε ότι είμαστε όλοι Ελληνες αλλά μάλλον κάποιοι Ελληνες δεν είναι τόσο Ελληνες. Αυτοί που μας κυβερνούν». Ο Μανώλης Γλέζος, εμβληματική μορφή της Εθνικής Αντίστασης, ταύτισε τον Λουκά Παπαδήμο με τον στρατηγό Τσολάκογλου. Ο επικεφαλής των Ανεξάρτητων Ελλήνων Πάνος Καμμένος, αλλά και πολλά στελέχη του νεοϊδρυθέντος κόμματος, χαρακτηρίζουν «προδότες» και «δοσίλογους» τους αρχηγούς της ΝΔ και του ΠαΣοΚ. Ο Γιώργος Καρατζαφέρης έχει δηλώσει ότι το δίλημμα των επόμενων εκλογών είναι «ή με τους πατριώτες ή με τους προδότες». Η Χρυσή Αυγή, συνεπής με τις νεοναζιστικές της καταβολές, αναφέρεται με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς στους μετανάστες και τους συμπολίτες μας που έχουν διαφορετικό θρήσκευμα ή σεξουαλικό προσανατολισμό. Αν και παραμένει εθισμένο στην ψυχροπολεμική ρητορική, το ΚΚΕ αποφεύγει προς το παρόν τη συγκεκριμένη φρασεολογία.

Η πολιτική απαξίωση των αντιπάλων, η διάχυτη συνωμοσιολογία, οι ξενοφοβικές αναφορές και οι έμμεσες απειλές δημιουργούν προεμφυλιακές συνθήκες που απονομιμοποιούν το δημοκρατικό πολίτευμα. Δημιουργείται σιγά-σιγά μία πολιτική κουλτούρα που αποθεώνει τη σύγκρουση και υπονομεύει τη συναίνεση. Η πολιτική αντιπαλότητα παρουσιάζεται συχνά σαν μία σύγκρουση ανάμεσα στο καλό και το κακό. Ο διχασμός όμως ανάμεσα σε «καλούς αντιμνημονιακούς» και «κακούς μνημονιακούς» οδηγεί, σχεδόν νομοτελειακά, στη βία και τον εξτρεμισμό, με ότι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της Ελλάδας ως ευνομούμενη χώρα. Σε στιγμές κρίσιμες, όπως είναι αυτές που βιώνουμε σήμερα, εναπόκειται στους δημοκρατικούς και φιλήσυχους πολίτες να διαφυλάξουν με την ψήφο τους τις δύο μεγαλύτερες κατακτήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου: την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.


*Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας