Γιατί οι έλληνες αναγνώστες είναι ακόμη διστακτικοί απέναντι στο ηλεκτρονικό βιβλίο; Γιατί στις ΗΠΑ σε μεγάλο βαθμό – και λιγότερο στην Αγγλία και στη Γερμανία – τα ποσοστά ανάγνωσης σε ηλεκτρονικό βιβλίο είναι πολύ πιο υψηλά; Το πιο πιθανό είναι επειδή οι έλληνες αναγνώστες αγνοούν το προϊόν ή έχουν μια λανθασμένη γνώση γι’ αυτό. Κάποιοι, για παράδειγμα, το ταυτίζουν με την ανάγνωση που πραγματοποιεί κανείς στην οθόνη του υπολογιστή, αγνοώντας ότι το διάβασμα για έναν ηλεκτρονικό αναγνώστη είναι πολύ διαφορετικό. Οτι οι οθόνες των e-readers δεν κουράζουν πια και συνεχώς γίνονται πιο φιλικές, ενώ υπάρχουν πολλές δυνατότητες επεξεργασίας του κειμένου. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στο πλαίσιο μιας μεταπτυχιακής εργασίας (Ελισάβετ Λαψάτη, «Ηλεκτρονικό βιβλίο: αποτύπωση παρούσας κατάστασης, αναδυόμενες τάσεις και συμπεριφορικές προθέσεις», Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών) οι έλληνες αναγνώστες, διατηρώντας χαμηλά ποσοστά γνώσης του προϊόντος, αρνούνται να το δοκιμάσουν, μια και δεν πιστεύουν στα πλεονεκτήματά του. Το προσδοκώμενο αποτέλεσμα επηρεάζει την πρόθεση υιοθέτησης αυτού του είδους της ανάγνωσης. Οι πέντε μεταβλητές που εξετάζει η έρευνα (ενδιαφέρον για τα βιβλία, γνώση για τις ηλεκτρονικές συσκευές, προσδοκώμενο αποτέλεσμα από τη χρήση, συχνότητα ανάγνωσης και αντίληψη για την τιμή σε μεγάλο βαθμό) επηρεάζονται από το πόσο καλός χρήστης του Διαδικτύου είναι ο αναγνώστης και, θα πρόσθετα, και πόσο ανοιχτός στην καινοτομία. Από αυτές τις μεταβλητές, τους άνδρες επηρεάζει περισσότερο η τιμή του προϊόντος, ενώ τις γυναίκες η έλλειψη γνώσης γι’ αυτό.
Αν λάβουμε υπόψη μας αυτό που όλοι οι μελετητές εκτιμούν, ότι το ηλεκτρονικό βιβλίο και το τυπωμένο θα συνυπάρξουν για πολύ καιρό, είναι πολύ πιθανόν ότι για ένα μεγάλο διάστημα η αγορά του βιβλίου θα ταλαντευτεί και θα γνωρίσει έντονες ανταγωνιστικές και αλληλοσυγκρουόμενες τάσεις. Τα περισσότερα ερωτήματα τίθενται πια προς τον εκδότη και τον βιβλιοπώλη. Οι εκδότες χρειάζεται να έχουν μια στρατηγική για το ψηφιακό περιεχόμενο με άλλη τιμολογιακή πολιτική, διευρυμένο κατάλογο, ειδικές παροχές, επένδυση στην προώθηση κτλ. Από την άλλη, τα βιβλιοπωλεία-σουπερμάρκετ σε μια τέτοια προοπτική δεν θα έχουν μέλλον. Το βιβλιοπωλείο θα πρέπει να δώσει βάση στο συγκριτικό του πλεονέκτημα: την εξυπηρέτηση των πελατών με βάση τη γνώση που έχουν για την πελατειακή τους βάση. Τα βιβλιοπωλεία θα μπορούν να λειτουργήσουν περισσότερο ως τόπος συγκέντρωσης, χαλάρωσης, γνωριμίας των αναγνωστών με τους συγγραφείς, αναζήτησης ειδικών βιβλίων, ανταλλαγής γνωμών, παροχής συμβουλών εκ μέρους εξειδικευμένων υπαλλήλων αλλά και πώλησης ηλεκτρονικών βιβλίων. Να γίνουν, δηλαδή, ένας τόπος ουσιαστικότερης σχέσης με το βιβλίο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ