Τι καινούργιο µπορεί να περιµένει κάποιος από πρόσωπα που πέρασαν τη ζωή τους θαυµάζοντας τις επιδόσεις του σοβιετικού ολοκληρωτισµού, αναριγώντας από ενθουσιασµό στο άκουσµα της µαγικής λέξης «κρατικοποίηση»; Πόσες εναλλακτικές προτάσεις για την έξοδο από τη χρεοκοπία µπορούν να παραγάγουν πολιτικοί φορείς που το βασικό τους µέληµα δεν είναι να αυξήσουν οι φτωχοί άνθρωποι τα εισοδήµατά τους, αλλά να εκµηδενιστεί ο ιδιωτικός πλούτος µέσα στις δαιδαλώδεις και διεφθαρµένες δοµές του κράτους της κοµµατικής νοµενκλατούρας, οδηγώντας το κοινωνικό σύνολο στην ανελευθερία και στην εξαθλίωση στο όνοµα µιας υποτιθέµενης ισότητας;

Χαρακτηριστικό παράδειγµα µαρξιστικής – λενινιστικής αντιµετώπισης κρίσης υπερδανεισµού αποτελεί η Ρουµανία του 1980. Ο κοµµουνιστής πρόεδρος Τσαουσέσκου πίστεψε ότι βρήκε τη συνταγή για να µειωθεί το βαρύ χρέος της χώρας. Καθώς δεν έπρεπε να συρρικνωθεί το τερατώδες σοσιαλιστικό κράτος, διαβόητο για το ατελείωτο δίκτυο των υπαλλήλων-χαφιέδων του, έπρεπε να περιοριστούν δραµατικά και οριζόντια οι βασικές ανάγκες των ανθρώπων στο όνοµα του Σοσιαλισµού και της εθνικής κυριαρχίας – στη Ρουµανία δεν είχε µείνει και τίποτε να φορολογήσουν από τους ιδιώτες! Ως συνέπεια, οι πολίτες του Βουκουρεστίου αντιµετώπισαν χειµώνες χωρίς θέρµανση και µε πολλές διακοπές στο ηλεκτρικό, ενώ τα ασθενοφόρα έκαναν επιλεκτικές διακοµιδές για οικονοµία. Οσο για την επάρκεια τροφίµων; Αυτή δεν υπήρχε ούτε στις «κανονικές» εποχές.

Αλλοι καιροί, άλλα ήθη, θα σχολιάσει κάποιος. Αλλά µήπως δεν είναι το ΚΚΕ που προβάλλει µε υπερηφάνεια τα οικονοµικά της εξαθλίωσης του κουβανέζικου Σοσιαλισµού ή ο ΣΥΡΙΖΑ που στοχεύει σε 100 χιλιάδες νέες θέσεις απασχόλησης στο κράτος, στο πλαίσιο να υποθέσω ενός σχεδίου επανακρατικοποίησης της οικονοµίας;

∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι η άκρα Αριστερά αντιµετωπίζει τη σηµερινή κατάσταση µε όρους ενός µεταµφιεσµένου εµφυλίου πολέµου· λέξεις κλειδιά: «ανυπακοή» και «εξέγερση». Η Αλ. Παπαρήγα έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη πως δεν αναγνωρίζει το «αντιλαϊκό» Σύνταγµα. Ενώ ο Αλ. Τσίπρας αποσαφήνισε το πώς αντιλαµβάνεται µια κυβέρνηση της Αριστεράς: «Ως ένα µέτωπο αντίστοιχο µε αυτό που προχώρησαν οι δυνάµεις της Αριστεράς από το 1940 ως το 1944» που αν δεν πραγµατοποιηθεί «θα είναι αντίστοιχου µεγέθους ιστορικό λάθος µε τα λάθη που έγιναν µετά το αντάρτικο, όπου παρέδωσαν τα όπλα και χάσαµε την ευκαιρία…». Γνωρίζει προφανώς ότι πριν από την παράδοση των όπλων προηγήθηκε η µάχη της Αθήνας, ο ∆εκέµβρης του 1944, µία από τις αιµατηρότερες συγκρούσεις του ελληνικού Εµφυλίου Πολέµου των ετών 1943-1949. Αποτέλεσµα: χιλιάδες νεκροί, ανθρώπινη δυστυχία και ένας διχασµός που τραυµάτισε βαθιά την κοινωνία.

Η άκρα Αριστερά συνεχίζει να παίζει µε τη µνήµη του Εµφυλίου Πολέµου γιατί απλώς δεν τον απαρνήθηκε ποτέ πραγµατικά, είναι µέρος της φυσιογνωµίας της. Κάθε βαθιά κοινωνική κρίση µετασχηµατίζεται στη συνείδησή της σε δυνητική κατάσταση εµφύλιας ρήξης. Στην πραγµατικότητα, η άκρα Αριστερά δεν αντιλαµβάνεται την κρίση του χρέους ως εθνικό πρόβληµα, αλλά ως πολιτική ευκαιρία, ως τη δική της χρυσή ευκαιρία για να ανατρέψει παγιωµένους πολιτικούς συσχετισµούς. Η άκρα Αριστερά δεν θεωρεί ότι η χώρα βιώνει βαθιά κρίση, αλλά µόνον οι πολιτικοί της αντίπαλοι και ο καπιταλισµός. Αρκεί λοιπόν ο λαός να εξεγερθεί και να αποσταθεροποιηθεί το σύστηµα. Μετά τη δουλειά θα την αναλάβουν οι ειδικοί των βίαιων αλλαγών και του κρατισµού. Αναρωτιέµαι µόνο: αν µέχρι χθες το πρότυπο ήταν η ΕΣΣ∆ σήµερα ποιο είναι; Η Βόρεια Κορέα;

Συναγωνιζόµενη την άκρα ∆εξιά σε λαϊκισµό, αντισυστηµική στάση και ψευδοπατριωτισµό, η άκρα Αριστερά υποστηρίζει κάθε ανέφικτη ιδέα, συντεχνιακό αίτηµα και εξωφρενική συµπεριφορά (κίνηµα «∆εν πληρώνω», καταλήψεις µαθητών – φοιτητών, κ.ά.) µε βασικό στόχο να αντλήσει εκλογικό όφελος και ιδεολογική επιρροή. Οσο εντείνεται η (δικαιολογηµένη) οργή των πολιτών εναντίον του πολιτικού συστήµατος τόσο περισσότερες πιθανότητες, πιστεύει, πως έχει να ωφεληθεί εκλογικά (που µεταφράζεται σε άφθονο ζεστό κρατικό χρήµα στα ταµεία του κόµµατος) και να αποσταθεροποιήσει το σύστηµα.

Πέρα όµως από τις όποιες ψηφοθηρικές ή ιδεολογικές στρατηγικές της, η άκρα Αριστερά αντιµετωπίζει την κρίση µε την ψυχολογία της ρεβάνς του 1989. Είκοσι χρόνια µετά την κατάρρευση του Κοµµουνισµού, προσπαθεί ακόµη να ξεπεράσει το σοκ που έζησε τότε και το τραύµα που αυτό της προκάλεσε. Αισθάνεται σήµερα ότι ήρθε η ώρα να απολαύσει την πτώση του καπιταλισµού. Ο κόσµος άλλαξε, αλλά για αυτήν το ρολόι σταµάτησε στην πτώση του τείχους του Βερολίνου.

Η ψυχολογία αυτή µοιάζει µε εκείνη των µαρτύρων του Ιεχωβά. Σε κάθε αναπάντεχη µεγάλη φυσική καταστροφή νιώθουν πως έφτασε επιτέλους η συντέλεια του κόσµου. Η υποτιθέµενη επικείµενη καταστροφή του κόσµου σηµατοδοτεί στα µυαλά τους τον ερχοµό του Μεσσία και την επιβεβαίωση της αλήθειας της πίστης τους. ∆εν αντιλέγω επ’ αυτού: είναι γνωστό εξάλλου ότι οι µεσσιανισµοί ανθούν σε περιόδους κρίσης.

Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ