Δύο βασικές αντιλήψεις χωρούν σχετικά με τον ρόλο του κράτους. Η πρώτη θέλει τους ενήλικους πολίτες αυτεξούσιους, ελεύθερους να αποφασίζουν σχετικά με τον τρόπο ζωής τους, χειραφετημένους από την καθοδήγηση και από την προστασία οποιουδήποτε πολιτειακού κηδεμόνα. Η παραπάνω αντίληψη αναγνωρίζει και σέβεται απολύτως και το δικαίωμα του υψηλού ρίσκου, ακόμη δε και της αυτοκαταστροφής. Μπορεί να επιβάλει πλήρη ενημέρωση σχετικά με τους κινδύνους που συνεπάγονται το κάπνισμα, η χρήση ναρκωτικών ή ο τζόγος, δεν διανοείται όμως να απαγορεύσει σε κανέναν να διαθέτει τον εαυτό του κατά το δοκούν, εφόσον, εννοείται, δεν βλάπτονται τρίτοι.

Κατά τη δεύτερη αντίληψη, το κράτος επέχει θέση κηδεμόνα. Σαν αγαθός πατερούλης προφυλάσσει τους πολίτες από τους πειρασμούς και τις ολέθριες έξεις. Εγγυάται τη δημόσια Υγεία και αποδοκιμάζει έμπρακτα τις «αντικοινωνικές» συμπεριφορές. Ενθαρρύνει τη δημιουργία οικογένειας, την εργασία, την ηθική συγκρότηση και την άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου, όπως φυσικά το ίδιο την αντιλαμβάνεται. Είναι ένα κράτος το οποίο- ακόμη και στη δημοκρατικότερη εκδοχή του- αποτελεί συνέχεια της πεφωτισμένης δεσποτείας, στην οποία οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται αν όχι σαν δημιουργήματα και κτήματα του Θεού, σίγουρα πάντως ως αναπόσπαστα κύτταρα της κοινωνίας.

Ποια από τις δύο αντιλήψεις διακονεί το ελληνικό κράτος;

Εκ πρώτης όψεως, τη δεύτερη. Οχι μονάχα επαγγέλλεται με πάθος (και ασχέτως με τον πολιτικό προσανατολισμό των κυβερνώντων) την Παιδεία, την Υγεία και τις πατροπαράδοτες ελληνικές αξίες. Μα και ωθεί τους πολίτες προς έναν συμβατικό τρόπο ζωής, ασκώντας όχι ωμή αλλά φορολογικής μορφής βία: Οταν διακρίνεις τα καταναλωτικά είδη σε «πρώτης ανάγκης» και σε «πολυτελείας», στα οποία επιβάλλεις δρακόντειους έμμεσους φόρους. Οταν θεσπίζεις συν τοις άλλοις και τεκμήρια πολυτελούς διαβίωσης. Προφανώς, τιμωρείς όποιον έχει την ιδιορρυθμία να διαθέτει τα εισοδήματά του σε εκλεκτά κρασιά και πούρα αντί να αγοράσει μια πρώτη κατοικία, όποιον ξοδεύει για τα καθ΄ ημέραν αντί να επενδύει στο μέλλον. Κοντολογίς, το ελληνικό κράτος παριστάνει πως ενθαρρύνει τον μέρμηγκα ενώ κολάζει αλύπητα τον τζίτζικα.

Παριστάνει; Αν παραμερίσεις τα προσχήματα, δεν θα σου μείνει η παραμικρή αμφιβολία. Ενα κράτος που κόπτεται για την υγεία των πολιτών δεν θα αρκούνταν στους παρόντες αντικαπνιστικούς νόμουςθα απαγόρευε την πώληση προϊόντων καπνού, και ας στερούνταν τους υψηλότατους φόρους. Ενα κράτος ταγμένο στον αγώνα εναντίον των ναρκωτικών δεν θα έκανε τα στραβά μάτια απέναντι στους χιλιάδες εξαθλιωμένους που τρυπιούνται επί εικοσιτετραώρου βάσεως στο κέντρο της Αθήνας. Ενα κράτος που προστατεύει τους πολίτες από τα πάθη τους ουδέποτε θα διανοούνταν να επιτρέψει τα «φρουτάκια», τον τζόγο της γειτονιάς, με σκοπό να κερδοφορήσει από αυτόν. Δεν θα απέσυρε το σχετικό νομοσχέδιο για να το επαναφέρει «σε βελτιωμένη μορφή». Ούτε βεβαίως θα επιχειρούσε να απαλύνει τις τύψεις του με το επιχείρημα ότι «όλοι παίζουν».

Θεωρώ τον εαυτό μου και τους γύρω μου ώριμους και ικανούς να ρυθμίζουν τα του βίου τους. Τάσσομαι, άρα, αναφανδόν υπέρ της πρώτης αντίληψης περί κράτους. Αφού όμως- δυστυχώς για τις φιλελεύθερες καταβολές μας- το δυτικό κράτος του 21ου αιώνα γίνεται ολοένα περισσότερο «πατερούλης», ας μην είναι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, κράτος-υποκριτής και μοναχοφάης «πατριός», παρόμοιος με την κακιά μητριά της Σταχτοπούτας.

Ο κ. Χρήστος Α. Χωμενίδης είναι συγγραφέας.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ