Στις πολιτικές καταγγελίες και στις αντιδράσεις για τα βαρύτατα δημοσιονομικά μέτρα που αποφάσισε η κυβέρνηση υπάρχει ένα τουλάχιστον αξιοσημείωτο: ότι κανένας δεν λέει τι διαφορετικό θα μπορούσε να γίνει. Οχι σε έναν άλλο κόσμο, όπου δεν θα υπήρχαν κερδοσκόποι, όπου η ΕΕ θα διέθετε αληθινή πολιτική ηγεσία και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα ενθάρρυνε εν τη πράξει τα όρνεα των αγορών. Αλλά σε τούτον τον κόσμο και στις σημερινές περιστάσεις, που μας κυνηγούν χίλιοι δαίμονες συν, πάνω απ΄ όλα, οι επιπτώσεις της δικής μας απρονοησίας που μας οδήγησε στην ανάγκη ιλιγγιώδους δανεισμού.

Τι θα εισηγούνταν ως θεραπεία όσοι απορρίπτουν τις κυβερνητικές επιλογές; Κατά τα φαινόμενα, δεν έχουν καμία αληθινή, συγκεκριμένη αντιπρόταση. Το «να πτωχεύσει η πλουτοκρατία» δεν σημαίνει απολύτως τίποτε, είναι σύνθημα κενό περιεχομένου. Το ίδιο και το «απαιτείται μια άλλη πολιτική». Εύκολα λόγια, χωρίς νόημα, από ανθρώπους χωρίς ευθύνη. Πώς θα πτώχευε μόνο η «πλουτοκρατία» ενώ θα σωζόμασταν οι υπόλοιποι- και το κράτος; Τι μέτρα θα υιοθετούσε η «άλλη» πολιτική; Και τι θα επέφεραν; Στάση πληρωμών, αναστολή διασυνοριακών συναλλαγών, δέσμευση καταθέσεων; Μήπως η επιβολή της άλλης πολιτικής θα σήμαινε χειρότερη πτώχευση, επίσημη ή μη;

Η ως σήμερα κυβερνητική πορεία δικαιολογεί, είναι αλήθεια, ορισμένα ερωτήματα. Οχι περί την ευθύνη της υπερχρέωσης. Αυτή είναι προσδιορισμένη- και αποτιμήθηκε εκλογικά. Δεν ήταν βεβαίως ελεύθερο χρεών το ελληνικό κράτος το 2004, ούτε όμως τρόμαζε να τα καλύψει, ούτε εξέπεμπε εικόνα καρπαζοεισπράκτορα των αγορών και των Τρισέ. Αυτά τα πέτυχε η λαμπρή τετραετία 2004-2009. Για την τωρινή κυβέρνηση άλλες είναι οι επιφυλάξεις: Πρώτη, μήπως ο υπολογισμός του ελλείμματος στο 12,7% δεν ήταν αναπόφευκτος αλλά βγάλαμε τα μάτια μας μόνοι, επειδή οι νέοι ιθύνοντες δεν προέβλεψαν τι θα επακολουθούσε. Δεύτερη, μήπως η καθυστέρηση της κυβέρνησης και τα πολλά της λόγια επέτειναν τις πιέσεις, εξαναγκάζοντάς την τελικώς να πάρει μέτρα σκληρότερα από εκείνα που θα αρκούσαν για να ηρεμήσουν οι εταίροι μας και οι αγορές τον Οκτώβριο. Και ακόμη, μήπως οι πολλές εύκολες δηλώσεις κλόνισαν τόσο τους έλληνες καταθέτες, ώστε αφενός να φύγουν χρήματα στο εξωτερικό και αφετέρου να περιοριστούν τα περιθώρια εσωτερικού δανεισμού του Δημοσίου από τους πολίτες.

Οποια απάντηση και αν δίνει κανείς στα παραπάνω ερωτήματα (και σε άλλα ανάλογα, όπως τι κίνητρα προσέλκυσης κεφαλαίων θα μπορούσαν να έχουν δοθεί ή τι ανάπτυξη χάνεται εν αναμονή της «πράσινης»), δεν μεταβάλλει, δυστυχώς, το συμπέρασμα ότι υπό τις σημερινές συνθήκες ούτε διαφαίνεται αλλά ούτε και διατυπώνεται εναλλακτική πρόταση έναντι των κυβερνητικών μέτρων- παρά τον ισοπεδωτικό κοινωνικό χαρακτήρα των τελευταίων. Καθυστερήσαμε μάλλον ασυγχώρητα με τη διαβούλευση. Αν περιμένουμε και ώσπου να προσδιορίσει το ΚΚΕ πώς θα πτωχεύσει αποκλειστικά η πλουτοκρατία, είναι βέβαιο ότι πολύ σύντομα θα πτωχεύσει η χώρα.