Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθούμε τη «γέννηση» ενός νέου έθνους-κράτους, αλλά και τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας σε αυτό το ιστορικό γεγονός, οι οποίες περιλαμβάνουν τόσο την επίσημη πολιτική τοποθέτηση των διαφόρων κυβερνήσεων όσο και τη στάση της διεθνούς κοινής γνώμης προς το συγκεκριμένο γεγονός, αλλά και προς παρεμφερείς κινήσεις απόσχισης και εθνογέννησης. Μέσα από την ποικιλία των αντιδράσεων σε επίσημο διπλωματικό επίπεδο διαφαίνεται μια γενικευμένη αίσθηση ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά ένα γεγονός αντιπροσωπευτικό των ευρύτερων ζητημάτων τα οποία απασχολούν και θα απασχολήσουν τη διεθνή κοινότητα στο άμεσο μέλλον. Η γέννηση αυτής της νέας πολιτικής οντότητας στα Βαλκάνια συμβαίνει σε συνθήκες ευρύτερων ιδεολογικών, εννοιολογικών και πολιτικών μετασχηματισμών που αφορούν τους κανόνες και τις θεσμικές παραμέτρους του διεθνούς δικαίου. Η «συνταγή» για την αποκρυστάλλωση της μορφής της νέας αυτής κρατικής οντότητας φαίνεται ότι επινοείται βήμα βήμα.


Οι μέχρι στιγμής αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας στην αναγγελία της διακήρυξης της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου είναι ποικίλες. Βασικό κριτήριο για τη διαμόρφωση της στάσης μιας χώρας είναι η θέση της στο ρευστό πλαίσιο ανακατάταξης των σχέσεων και των κανόνων του παγκοσμίου συστήματος πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτό γίνεται περισσότερο εμφανές στην περίπτωση απομακρυσμένων γεωγραφικά χωρών, των οποίων η στάση δεν διαμορφώνεται από τις άμεσες επιπτώσεις της δημιουργίας ενός νέου κράτους στη γεωπολιτική τους «γειτονιά», αλλά από τις ευρύτερες πολιτικές και ιδεολογικές συνεπαγωγές του γεγονότος αυτού καθεαυτού για τη διεθνή πολιτική σε παγκόσμιο επίπεδο. Ετσι, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδονησία και η Σρι Λάνκα επέκριναν εξαρχής την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου δηλώνοντας την εναντίωσή τους σε οποιαδήποτε αποσχιστική κίνηση παγκοσμίως, καθώς και τη διάθεσή τους να συνταχθούν πολιτικά με τη στάση της Ρωσίας. Αντιθέτως, η Ταϊβάν έσπευσε να αποστείλει συγχαρητήριο τηλεγράφημα εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο τη δική της πολιτική βούληση για πλήρη αποσύνδεση από την Κίνα. Τέλος, η Ινδονησία, έχοντας η ίδια υποστεί την απόσχιση του Ανατολικού Τιμόρ, με την υποστήριξη της Αυστραλίας και των Ηνωμένων Εθνών το 1999, βιάστηκε τώρα να καταδικάσει πλήρως την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου. Ο συγχρονισμός και η παράλληλη εναρμόνιση μεταξύ των επί μέρους αντιδράσεων στη γέννηση του νέου κράτους υποδεικνύει ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου θεωρείται διεθνώς ένα μόνο κομμάτι του παζλ της αναδιάταξης των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των ρόλων που οι κρατικές οντότητες καλούνται πια να παίξουν στο εσωτερικό της παγκόσμιας «οικογένειας».


Οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης στη γέννηση του ανεξάρτητου Κοσσυφοπεδίου είναι περισσότερο πολιτισμικά καθορισμένες και τοπικά συγκεκριμένες. Για τους περισσότερους από τους πολίτες των βαλκανικών χωρών η ιδέα ενός ανεξάρτητου Κοσσυφοπεδίου επικαθορίζεται από τον φόβο της ενδεχόμενης διαμόρφωσης μιας Μεγάλης Αλβανίας. Η ανάδυση μιας αλβανικής πολιτικής υποκειμενικότητας και η διεκδίκηση από την πλευρά της μιας δυναμικής θέσης στο βαλκανικό τοπίο των διεθνών σχέσεων προκαλεί φοβικές αντιδράσεις στους πολίτες διαφορετικής εθνοτικής καταγωγής στις περισσότερες από τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Παρά τους ευσεβείς πόθους μιας μερίδας θερμοκέφαλων εθνικιστών, στην πραγματικότητα η δημιουργία μιας Μεγάλης Αλβανίας στο μέλλον είναι ελάχιστα πιθανή. Οι διαφορές μεταξύ των ιστορικών εμπειριών αλλά και των προσδοκιών των ανθρώπων που μοιράζονται την αλβανική καταγωγή και ζουν σήμερα στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, στο Κοσσυφοπέδιο και στην Αλβανία είναι πολύ διαφορετικές. Η πρόσληψη όμως των Αλβανών από τους υπόλοιπους Βαλκάνιους καθορίζεται από ιστορικά διαμορφωμένα αρνητικά ως ρατσιστικά στερεότυπα. Ο «μπαμπούλας» της Μεγάλης Αλβανίας επηρεάζει τη στάση της κοινής γνώμης των πολιτών των βαλκανικών χωρών προς τις διαδικασίες ανεξαρτητοποίησης του Κοσσυφοπεδίου.


Σε μεγάλο βαθμό οι μελλοντικές σχέσεις του νέου κράτους με τις γείτονες χώρες θα εξαρτηθούν από τη στάση που το Κοσσυφοπέδιο θα κρατήσει απέναντι στις ακραίες εθνικιστικές τάσεις συγκεκριμένων πολιτικών ομάδων μέσα και έξω από τα σύνορά του. Εξάλλου, ο δρόμος προς την πολιτειακή νομιμότητα περνά αναγκαστικά μέσα από τη διασφάλιση της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή. Θα συμβάλει το ανεξάρτητο Κοσσυφοπέδιο στην περιθωριοποίηση των ακραίων εθνικιστικών ιδεολογικών τάσεων στο εσωτερικό του αλλά και στο εσωτερικό της αναδυόμενης, έστω πολυσυλλεκτικής, αλβανικής πολιτικής υποκειμενικότητας στα Βαλκάνια; Αυτή είναι ίσως και η μεγαλύτερη πρόκληση που το νέο κράτος καλείται να αντιμετωπίσει. Η ιστορία του άμεσου μέλλοντος θα αποδείξει αν η νέα αυτή κρατική οντότητα που δημιουργείται μέσα σε ένα ασαφές πλαίσιο κανόνων και διεθνών προδιαγραφών θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση.


Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι επίκουρη καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.