Η σκληρότερη – και μακροπρόθεσμα πιο τραυματική για τη χώρα – αποτυχία της κυβερνητικής πολιτικής της ΝΔ καταγράφεται στον χώρο της Παιδείας. Η αποτυχία αυτή δεν αφορά μόνο την ανώτατη εκπαίδευση αλλά επεκτείνεται σε όλες τις βαθμίδες: από το νηπιαγωγείο ως το λύκειο και την τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση, παρεμβάσεις ασυνάρτητες και αντιφατικές απομείωσαν τον εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό ρόλο καθεμιάς βαθμίδας χωριστά και διέσπασαν αντί να ενισχύσουν τη συνοχή του εκπαιδευτικού συστήματος.


Ωστόσο κορυφαία και στρατηγικά πιο επώδυνη είναι η διαλυτική περιπέτεια στην οποία οδήγησε η ΝΔ την ανώτατη εκπαίδευση της χώρας. Αποτελεί κοινή συνείδηση ότι η ανώτατη εκπαίδευση πρέπει να πραγματοποιήσει αποφασιστική στροφή, να τεθεί στην τροχιά μιας πραγματικής μεταρρύθμισης.


Τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, είτε ως χώροι παραγωγής και αναπαραγωγής της γνώσης είτε ως κέντρα έρευνας, οφείλουν να εντάξουν τις λειτουργίες τους στις απαιτήσεις του νέου παγκόσμιου και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος. Τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ πρέπει τα ίδια να επιδιώκουν τις διαρκείς και σταθερές αλλαγές που θα επιτρέψουν την ανταγωνιστική παρουσία των ελληνικών ιδρυμάτων στο ευρωπαϊκό ακαδημαϊκό πεδίο.


Τώρα, που κατακάθησε η σκόνη από την πολιτική ρητορική της κυρίας Γιαννάκου περί «μεταρρύθμισης» και ο καπνός από τα δακρυγόνα του κ. Πολύδωρα, ο απολογισμός είναι ιδιαίτερα φτωχός, απογοητευτικός και οδυνηρός.


Πριν από όλα, οι αποσπασματικές, ασυνάρτητες και εν πολλοίς ακατανόητες κυβερνητικές πράξεις αποσυνθέτουν το κεκτημένο της ως τώρα λειτουργίας των ιδρυμάτων χωρίς να δημιουργούν νέα δυναμική και χωρίς να επιτρέπουν τη χάραξη μιας πράγματι αυτόνομης πορείας κάθε ιδρύματος.


Δεύτερον, οι ρυθμίσεις αυτές εξαναγκάζουν τα ιδρύματα σε αγώνα επιβίωσης και όχι σε επιδίωξη διάκρισης. Ενώ στόχος έπρεπε να είναι η επικράτηση της λογικής των «κέντρων αριστείας», τα ιδρύματα υποχρεώνονται να γίνουν «κέντρα επαιτείας» προστρέχοντας στον «οντά του βεζύρη», όπως θέλει ο νόμος της ΝΔ το υπουργείο Παιδείας.


Τρίτον, στην πολιτική αντίληψη αυτής της κυβέρνησης λείπει και η έννοια της μεταρρύθμισης ως ολοκληρωμένου και συνεκτικού σχεδίου αλλά λείπει κυρίως η συνείδηση ότι φορείς της μεταρρύθμισης είναι συγκεκριμένες κοινωνικές δυνάμεις – στην περίπτωσή μας η ακαδημαϊκή κοινότητα – και όχι η «πολιτική βούληση» της κυβέρνησης που εκδηλώνεται με τον βάναυσο αυταρχισμό του μπαρμπα-Γιώργου στον Καραγκιόζη.


Είναι θετικό ότι όλα δείχνουν πως αυτή η θητεία της κυβέρνησης θα είναι και η τελευταία. Ετσι ώστε η νέα κυβέρνηση του ΠαΣοΚ να προλάβει τη διάλυση της ανώτατης εκπαίδευσης την οποία προοιωνίζεται ο νόμος της ΝΔ. Γιατί η πραγματική και αναγκαία μεταρρύθμιση πρέπει να εκκινήσει από την αντίληψη του κράτους για τον εαυτό του απέναντι στην ανώτατη εκπαίδευση. Να εξασφαλίσει πριν από όλα υψηλή χρηματοδότηση του δημόσιου πανεπιστημίου και να απελευθερώσει τα ανώτατα ιδρύματα από τον κρατικό και κομματικό εναγκαλισμό έτσι ώστε να ανοιχτούν στους ορίζοντες της γνώσης και του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, για να διασφαλιστεί η ανάπτυξη της χώρας και το μέλλον των νέων γενεών της.


Ο κ. Πέτρος Ευθυμίου είναι βουλευτής Β’ Αθηνών και εκπρόσωπος Τύπου του ΠαΣοΚ.