Μετά την έκπληξη, τη δυσπιστία και την άρνηση, που συνόδευσαν την πρώτη εμφάνισή του (1935-1945), το έργο του Ανδρέα Εμπειρίκου κατέχει σήμερα μια περίοπτη θέση στον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα. Το Ετος Εμπειρίκου χαρακτηρίστηκε από ένα πλήθος εκδηλώσεων και δημοσιευμάτων για τον ποιητή, κύριο γνώρισμα των οποίων ήταν ο ενθουσιώδης παλμός. Ωστόσο υπάρχουν περιοχές του σπουδαίου αυτού έργου που αξίζει να μελετηθούν προσεκτικότερα.



Καθώς φτάσαμε στο τέλος του Ετους Εμπειρίκου πιστεύω πως δεν θα ήταν άσκοπα δύο σχόλια εν είδει απολογισμού. Το πρώτο που θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε είναι ότι οι πλούσιες επετειακές εκδηλώσεις για τον ποιητή δεν θα έπρεπε να αξιολογηθούν χωρίς να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ήταν κεντρικά οργανωμένες. Ο προγραμματισμός και η εκτέλεση των εκδηλώσεων αυτών ήταν έργο, κατά το μεγαλύτερο μέρος, της «Οργανωτικής Επιτροπής για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή», την οποία συγκρότησε ήδη από το φθινόπωρο του 2000 (δηλαδή πριν από τη λήξη του Ετους Σεφέρη) ο τότε υπουργός Πολιτισμού.


Αυτή η επιλογή του εκ των άνω προγραμματισμού δεν επιτρέπει (όπως και στην περίπτωση του ­ με τον ίδιο τρόπο οργανωμένου ­ Ετους Σεφέρη) να εκτιμηθεί επακριβώς η απήχηση του έργου του τιμωμένου στο ευρύτερο κοινό της λογοτεχνίας. Μιαν ακριβέστερη εκτίμηση διευκολύνει, όπως φαίνεται, η απόφαση της ετέρας Οργανωτικής Επιτροπής ­ που συγκροτήθηκε για τους υπόλοιπους επετειακώς τιμωμένους εφέτος από την πολιτεία συγγραφείς (Παπαδιαμάντης, Σικελιανός, Ξενόπουλος) ­ να μην προβεί σε κεντρικό προγραμματισμό αλλά να ενισχύσει όσους συλλόγους, εταιρείες ή άλλους φορείς ή πρόσωπα επιθυμούσαν να οργανώσουν εκδηλώσεις για το έργο τους. Για να περιοριστούμε στην εκτίμηση της απήχησης του ομότεχνου του Εμπειρίκου (του ποιητή) από την παραπάνω τριάδα: παρ’ ότι η συγκρότηση της επιτροπής έγινε μετά την έναρξη της επετείου και αρκετά καθυστερημένα (τον Μάιο), οι εκδηλώσεις για τον Σικελιανό οι οποίες ενισχύθηκαν ­ εκδηλώσεις αυθόρμητες ­ δεν ήταν λιγότερες και ποιοτικά κατώτερες από τις εκδηλώσεις για τον Εμπειρίκο. Τη διαπίστωση αυτή θα πρέπει να τη λάβει υπόψη του το υπουργείο στους μελλοντικούς επετειακούς σχεδιασμούς του. Η επιλογή ενός μη κεντρικού προγραμματισμού επιτρέπει σε έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων να αυτενεργήσουν: να γίνουν, εκτός από καταναλωτές, και παραγωγοί πολιτισμικών προϊόντων.


Η δεύτερη παρατήρηση που θα μπορούσαμε να κάνουμε αφορά την κριτική αξιολόγηση του ίδιου του έργου του Εμπειρίκου. Οι ουσιαστικότεροι επετειακοί εορτασμοί στο πεδίο της λογοτεχνίας, και της τέχνης γενικότερα, είναι εκείνοι που γίνονται αφορμή για ορθότερες εκτιμήσεις του αντικειμένου τους. Μελετώντας κανείς τις εκδηλώσεις που έγιναν και τα κείμενα που δημοσιεύτηκαν στο πλαίσιο του Ετους Εμπειρίκου αισθάνεται ότι παρήχθησαν μέσα από ένα κλίμα υπέρμετρης ευφορίας, το οποίο βοήθησε βέβαια να γνωρίσουμε καλύτερα το πρόσωπο και τον βίο του ποιητή, όμως δεν ενθάρρυνε μιαν όσο θα έπρεπε νηφάλια αξιολόγηση του έργου του. Η πραγμάτευση του έργου του Εμπειρίκου κινήθηκε από τον έπαινο ως την αγιολογία, ήταν περισσότερο θαυμαστική παρά κριτική.



Ενα μέρος από αυτό το έλλειμμα νηφαλιότητας ­ όχι το μεγαλύτερο ­ θα πρέπει να ήταν το αποτέλεσμα μιας αντιπαράθεσης· να προκλήθηκε από το γεγονός ότι ο Εμπειρίκος δέχτηκε πρόσφατα μιαν αναπάντεχη και σφοδρή επίθεση από τους θιασώτες μιας «πολιτικά ορθής» (για την ακρίβεια, ζντανοφικής) προσέγγισης της λογοτεχνίας, οι οποίοι πιστεύουν ότι έχουν ανακαλύψει στο έργο του (αλλά και στο έργο του Σεφέρη, του Ελύτη και του Εγγονόπουλου) τις αποδείξεις μιας ακροδεξιάς και αντιδημοκρατικής ιδεολογίας.


Το κείμενο του Εμπειρίκου που έχει προκαλέσει τον πλέον άκρατο ενθουσιασμό και την πλέον βίαιη επίκριση είναι ο Μεγάλος Ανατολικός. Για τους αγιογράφους του ποιητή το μυθιστόρημα αυτό των δύο χιλιάδων πυκνοτυπωμένων σελίδων, καθώς αποδεικνύει το βάθος της ψυχαναλυτικής γνώσης του συγγραφέα του και το μέγεθος του απελευθερωτικού του οράματος, είναι «ένα από τα έργα-σταθμούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας». Για τους πολιτικά ορθούς επικριτές του Εμπειρίκου (οι οποίοι, συν τοις άλλοις, επιτιμούν και την ελληνική αντιδογματική αριστερή κριτική του παρελθόντος για συμβιβασμό με τον ταξικό εχθρό και αφομοίωση από αυτόν) ο Μεγάλος Ανατολικός είναι ένα «φασιστικό έπος».


Σχολιάζοντας τις δύο παραπάνω αντίθετες μεταξύ τους προσεγγίσεις του μυθιστορήματος, τις οποίες οι φορείς τους επεκτείνουν σε όλο το έργο του Εμπειρίκου, θα λέγαμε τα εξής: Το ποιητικό έργο του Εμπειρίκου, με τις καλλιτεχνικές αρετές του και το γεμάτο πάθος αίτημα της απελευθέρωσης που το διαπνέει, είναι ένα έργο πολύ σημαντικό, ώστε παρακριτικές προσεγγίσεις του σαν αυτές των «μαρξιστών» τιμητών του να καθίστανται γραφικές, όσο και αν μερικοί, προφανώς από αντίδραση προς τον υπέρογκο ενθουσιασμό των υμνητών του, φαίνονται να παίρνουν αυτές τις προσεγγίσεις στα σοβαρά. Η έξαρση των υμνητών αδικεί τελικά το έργο του Εμπειρίκου, όχι μόνο με τις αντιδράσεις που προκαλεί αλλά και με την ακρισία που ενθαρρύνει, αφού εμποδίζει να το διαβάσουμε προσεκτικότερα και να καταλάβουμε καλύτερα σε τι ακριβώς συνίσταται η αξία του.


Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ψυχραιμότερη ανάγνωση του Εμπειρίκου· μια προσέγγιση η οποία, λ.χ., δεν θα θεωρούσε ασέβεια το να λέγαμε ότι, σε τελευταία ανάλυση, ο Μεγάλος Ανατολικός, συνολικά εκτιμώμενος, είναι έργο ανιαρό ή ότι η ψυχαναλυτική εμβρίθεια του ποιητή – πρωτοπόρου βέβαια της ψυχανάλυσης στην Ελλάδα – φαίνεται να είναι μικρότερη απ’ ό,τι περιγράφεται.-


* Οι ανέκδοτες φωτογραφίες που δημοσιεύονται στο σημερινό αφιέρωμα παραχωρήθηκαν ευγενικά στο «Βήμα» από τους οικείους του ποιητή.


Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.