ΔΕΝ ΞΕΡΩ αν τα «μοντέρνα» (ή «μεταμοντέρνα»;) σχολικά βιβλία έχουν συμπεριλάβει ένα επεισόδιο και μια φράση, που δεν έλειπαν απ’ τα παλιά εγχειρίδια. Ενα επεισόδιο, την παραμονή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, ανάμεσα στον Θεμιστοκλή και τον εξοστρακισμένο πολιτικό αντίπαλό του, τον Αριστείδη, τον επιλεγόμενο «δίκαιο». Ο δεύτερος είχε κατορθώσει, με κίνδυνο της ζωής του, να φτάσει στο νησί, όπου συνεδρίαζαν οι Ελληνες αρχηγοί. Και φώναξε έξω τον Θεμιστοκλή, για να τον προειδοποιήσει πως κάθε σκέψη ν’ αποτραβηχτούν τα καράβια προς τον Ισθμό ήταν μάταιη, επειδή είχαν πια κυκλωθεί απ’ τους Πέρσες. Η πρώτη του φράση στον πολιτικό εχθρό του ήταν: «Εμείς πρέπει να μαλώνουμε και σε άλλες περιστάσεις και μάλιστα τώρα, για το ποιος απ’ τους δυο μας θα κάνει περισσότερο καλό στην πατρίδα» («Ημέας στασιάζειν χρεόν εστι εν τε τω άλλω καιρώ και δη και εν τώδε, περί του οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάσεται»1).


Μπορεί, οι συντάκτες των σημερινών βιβλίων να θεώρησαν τη φράση «κοινότοπη» ή/και όχι αρκετά «προοδευτική» ­ έστω κι αν ο πραγματικά προοδευτικός Μανώλης Τριανταφυλλίδης την χαρακτήριζε «αθάνατα λόγια».


Ετσι ή αλλιώς, την θυμήθηκα εξαιτίας του καβγά γύρω απ’ τον τζόγο, τα καζίνα, τους κουλοχέρηδες και Σία. Είναι αυτονόητο πως όλοι θέλουμε τη μεγαλύτερη «διαφάνεια» σε κάθε κρατική-κυβερνητική ενέργεια. Είναι πασίγνωστο πως διάφορα συμφέροντα κορυβαντιούν γύρω σε συμβάσεις δημοσίου-ιδιωτών ­ και, αυτό, δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Αλλά στην πολιτική (και παντού αλλού) εκείνο που προέχει, στα έργα και στην κριτική των έργων, είναι η κλιμάκωση των αξιών, η επικέντρωση της προσοχής στα θέματα που παίζουν πρωταρχικό ρόλο για την πορεία του τόπου. Αν, αντίθετα, λόγοι και πράξεις κατατρίβονται σε δευτερεύοντα ζητήματα, υπάρχει κίνδυνος να αποπροσανατολισθεί η κοινή γνώμη, να εμπλακούν οι «αντίμαχοι» και ο λαός σε δημαγωγικές μικρολογίες (ή, έστω, σε μικρομεσαιο-λογίες) να συσκοτισθεί ή/και να αποδυναμωθεί η έγνοια και η προσπάθεια για τα «όντως μεγάλα».


ΚΑΤΙ τέτοιο παραλίγο να γίνει και τώρα. Ποιος αγνοεί πως οι καιροί είναι κρίσιμοι (αλλά και πότε δεν είναι, οι ελληνικοί καιροί;). Ποιος αγνοεί τα πραγματικά καίρια θέματα αυτής της ώρας και των επερχόμενων; Ενταξη στην ΟΝΕ (μετά πολλών επαίνων από τους κοινοτικούς) αλλά και αγκαθερά προβλήματα έως τότε και μετά από τότε… Κυπριακό και ελληνοτουρκικές σχέσεις ­ χωρίς ψευδαισθήσεις πια, χάρη στην «παρρησία» των γειτόνων μας, που φροντίζουν κάθε μέρα να μας «διδάσκουν» πως άλλο «Ελλάς-Τουρκία, σεισμο-φιλία» και άλλο «νεο-οθωμανική αυτοκρατορία»… Οικονομία, ολοφάνερα βελτιωμένη, αλλά πάντα επί ξυρού ακμής ­ καθώς ο ξυρός, το ξυράφι, μπορεί να γίνει θανάσιμα κοφτερός, λόγω προεκλογικής πλειοδοσίας… Κι απόκοντα, Παιδεία προβληματική, δημόσια υγεία προβληματικότερη, δημόσιες υπηρεσίες προβληματικότατες, όπου γραφειοκρατική αγκύλωση και διαφθορά κάνουν τη ζωή του απλού πολίτη κινέζικο βασανιστήριο και προθάλαμο ψυχιατρείου…





Αυτά,
και άλλα, ναι, είναι τα καφτά προβλήματα, για τα οποία αξίζει να «στασιάζουμε», ν’ αντιδικούμε, για «να κάνουμε όσο γίνεται περισσότερο καλό στον τόπο». Μπροστά τους, τα «λόττα» φαντάζουν αν όχι παρονυχίδα, το πολύ «κάλος» στο πόδι ή στο κεφάλι.


Αλλά, και προπάντων, η ξαφνική «ηθική ευαισθησία» για τα παιχνίδια μοιάζει παίγνιο και πολιτικός τζόγος διαβλητότατος. Επειδή, η Νέα Δημοκρατία κάθε άλλο παρά αθώα του αίματος και του χρήματος είναι: Ποιος (εκτός απ’ την ίδια) δεν θυμάται πως εκείνη είχε πρώτη την ιδέα να μοιράσει άδειες για καζίνα… εκείνη χάλασε τον κόσμο, όταν η κ. Β. Παπανδρέου ανακάλεσε την άδεια για καζίνο στον Φλοίσβο… εκείνη έφερε το Λόττο και το Ξυστό… εκείνη είχε πρωτοσκεφθεί την καθιέρωση «Ολυμπιακού Λαχείου»; Και τώρα, «στηλιτεύει» όσους ενσάρκωσαν τα δικά της «οράματα»! Αλλά και τα μειράκια ξέρουν πως «ένοχος ένοχον ου ποιεί». Και πως όποιος «αξιώνει ευθύνες από άλλους, πρέπει ν’ αναδέχεται και τις δικές του» («Εύθυναν ετέρους αξιών διδόναι, και αυτός ύπεχε»2), κι όχι να τις φορτώνει σε άλλους. Ειδεμή, η σημερινή «φρίκη» για τον τζόγο, οι μύδροι κατά των «κουλοχέρηδων», πάνε να δικαιώσουν τον αφορισμό του Βενιαμίν Ντισραέλι: «Συντηρητικό κόμμα, είναι μια οργανωμένη υποκρισία»3…


Η ΚΙΝΗΣΗ, λοιπόν, του Πρωθυπουργού ­ η απόσυρση της τροπολογίας για το βιντεολόττο ­ ήταν όχι μόνο τακτικά έξυπνη, μια και αφόπλισε την αντιπολίτευση από ένα δημαγωγικό βαρελότο, αλλά και κοινωνικο-οικονομικά χρήσιμη. Φτάνει να συνοδευτεί από πραγματική δίωξη των παράνομων παιχνιδιών, πραγματική φορολόγηση των νόμιμων, και αποδυνάμωση όσων εκμεταλλεύονται την πρόσφατη τζογολαγνεία των νεοελλήνων, την υστερία για όσο γίνεται πιο άκοπο, όσο γίνεται πιο γρήγορο και μεγάλο πλουτισμό.


Στο μεταξύ, μπορούμε να καμαρώνουμε πως, γι’ άλλη μια φορά, κατορθώσαμε να «βελτιώσουμε» τους προγόνους μας. Μερικοί από εκείνους έλεγαν πως «ηδύ», γλυκό, το μηδέν πράττειν». Εμείς το διορθώσαμε σε: «ήδιστον, γλυκύτατο, το μηδέν πράττειν και πολλά εισπράττειν»…


Υ.Γ. (άσχετο, αλλά φλέγον): Για υποκριτικό ανθρωπισμό γράφαμε την περ. Κυριακή. Και να που η επιβεβαίωση ήρθε από την πιο απρόσμενη πηγή: το Διεθνές Συμβούλιο της οργάνωσης «Γιατροί χωρίς σύνορα», που αποφάσισε να διαγράψει τους έλληνες συναδέλφους τους, να τους αποκλείσει από κάθε επίσημη αποστολή και να τους απαγορεύσει να χρησιμοποιούν το λογότυπο της οργάνωσης. Και τούτο, επειδή οι έλληνες Γιατροί διέπραξαν ­ λέει ­ «υπέρβαση καθήκοντος» και πήραν «μονομερείς πρωτοβουλίες χωρίς την έγκριση της κεντρικής διοίκησης». Πώς και πότε; Οταν πρόσφεραν τη βοήθειά τους στους Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου ­ ενώ η «κεντρική διοίκηση» (προπάντων Γάλλοι, Βέλγοι, Ολλανδοί), βοηθούσε μόνο τους Αλβανούς, πειθόμενη τοις ρήμασι των νατοϊκών κυβερνήσεων, που, εκείνες, είχαν χαράξει σύνορα στους ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς τους.


Πάνε 30 χρόνια που θαυμάζουμε και χειροκροτούμε το έργο αυτής της οργάνωσης, δίκαια τιμημένες πρόσφατα με το Νομπέλ Ειρήνης. Αλλά θαυμασμοί και βραβεία αμαυρώθηκαν και σαρώθηκαν από την απόφαση του Δ.Σ. ­ που διαπράττει ακριβώς το αδίκημα, για το οποίο «τιμωρεί» τους έλληνες-μέλη της: «Παράβαση των κανόνων πολιτικής αμεροληψίας της οργάνωσης». Της οργάνωσης που ακρογωνιαίος λίθος της είναι (ήταν;) ότι δεν υπάρχουν γεωγραφικά, φυλετικά, εθνικά, ταξικά κλπ. σύνορα στην ανθρώπινη οδύνη και στην ιατρική συμπαράσταση… ότι δεν υπάρχουν «καλά και κακά θύματα», όπως δεν υπάρχουν καλές και κακές τυραννίες, καλά και κακά βασανιστήρια… ότι το αίμα και ο όλεθρος, η πείνα και ο θάνατος έχουν παντού και πάντα το ίδιο αποτρόπαιο χρώμα.


Ολα αυτά τα διαγράφει με μια μονοκοντυλιά το Δ.Σ., διαγράφοντας τους Ελληνες γιατρούς. Και αν κάποιοι δεν έχουν πια το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το λογότυπο της οργάνωσης, είναι αυτοί οι «κήνσορες», που χάραξαν σύνορα στον ανθρωπισμό, την αμεροληψία και τη λογική…


1. Ηρόδοτος, Η, 79. – 2. Σόλων, Diels-Krantz, σελ. 63β, 11. – 3. Λόγος του στη Βουλή των Κοινοτήτων, 17.3.1845.