Η σταδιακή αφυδάτωση των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης στην τρέχουσα δεκαετία και η μετάλλαξή τους σε ντε φάκτο διαφημιστές ενός ανελέητου νεοφιλελευθερισμού είναι γεγονός δυσάρεστο αλλά φευ πραγματικό.


Ενα νέο λεξιλόγιο εισπήδησε στη ζωή πολιτικών, διανοουμένων και πολιτών. Ετσι η αγορά είναι τώρα υπέρτατος και αμετάβλητος νόμος. Φυσικός όπως η βαρύτητα. Η παγκοσμιοποίηση, πλέγμα κανόνων εξομοίωσης και ενσωμάτωσης. Ο ανταγωνισμός, κλειδί που ανοίγει τα πάντα.


Στη Δυτική Ευρώπη, χάρη και στους μεταπολεμικούς αδυσώπητους αγώνες των εργαζομένων, κυριάρχησε μια αρκούντως σταθερή συνύπαρξη κεφαλαίου, απασχόλησης, κοινωνικού κράτους. Αυτή έχει τελειώσει.


Τώρα αναπτύσσεται μια ραγδαία συσσώρευση μέσω της χρηματαγοράς η οποία, ενώ επιχορηγείται από το κράτος, το «παίζει» δανειστής του κράτους και κερδοσκοπεί ασύστολα. Ταυτόχρονα αγοράζει κυριολεκτικά το κράτος που επιδίδεται σε ένα πρωτοφανές αμόκ ιδιωτικοποιήσεων ενώ κατεδαφίζει σταδιακά και ιδιοχείρως τον κοινωνικό εαυτό του. Δεν είναι τυχαίο ότι το αφεντικό της Bundesbank, ο πολύς κ. Τιτμάγερ, διακηρύσσει υπερηφάνως ότι «οι πολιτικοί βρίσκονται πλέον υπό τον έλεγχο των χρηματαγορών». Εκείνος ξέρει καλά. Οι συνέπειες της μετατροπής διανοουμένων και πολιτικών σε εξαρτήματα της αγοράς είναι ορατές διά γυμνού οφθαλμού. Οι εξαρτημένοι προβάλλουν ενώπιόν μας μύρια αδιέξοδα και ένα μονόδρομο, αυτόν που υπαγορεύουν τα συμφέροντα του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Προβληματισμοί και κριτικές απόπειρες εξαφανίζονται παραχρήμα μέσα σε ένα κλίμα αναγκαστικά ομοιογενοποιημένου μονολόγου που οριοθετείται από αυτά που ονομάζονται αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι: «λογική», «εκσυγχρονισμός», «ρεαλισμός», «προοδευτισμός» και τα συνώνυμά τους. Αν και οι εταίροι μας στην ΕΕ επιχαίρουν ότι κατέκτησαν τους μακροοικονομικούς δείκτες της σύγκλισης, το κατόρθωμα έχει επισυμβεί με ταυτόχρονη ανατροπή των οικονομικών ισορροπιών και της κοινωνικής συνοχής. Εφ’ ω και ο πρόεδρος των γερμανών βιομηχάνων, ο κ. Hans – Olaf Henkel, αναφωνεί πανευτυχής ότι «η Ευρώπη συνιστά σήμερα πραγματική ευλογία Θεού»!


Αλόγιστες αποκρατικοποιήσεις, ανεξήγητες συγχωνεύσεις και στην κορυφή ένα ευρώ εν ονόματι μηδενικών πληθωρισμού, ελλειμμάτων και δανεισμού αλλά και μιας επιμελώς αποκρυπτόμενης επ’ άπειρον λιτότητας. Η αγορά όμως είναι τυφλή και δεν βλέπει την επερχόμενη έκρηξη. Γι’ αυτό ορέγεται το 60ωρο των ασιατικών ακτών του Ειρηνικού και μισεί το πρόσφατο 35ωρο της Γαλλίας. Σοφότερος ωστόσο ο αμφιτρύων του Νταβός, ο κ. Klaus Swamb, εφιστά την προσοχή των συνδαιτυμόνων του στο ότι «η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται σε πολύ κρίσιμη φάση». Και αυτό σημαίνει «κίνδυνο για την οικονομία και την πολιτική σταθερότητα πολλών χωρών». Τηρουμένων των αναλογιών, νουνεχής και συνετή φωνή. Η ανεργία 20 εκατ. και η νέα φτώχεια 40 εκατ., σύνολο 60 εκατομμυρίων φτωχών και αποκλεισμένων στην ΕΕ, είναι βραδυφλεγής ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της συμπολιτείας. Είναι φανερό ότι το Διευθυντήριο των Βρυξελλών εν ονόματι ενός στυγνού οικονομισμού την προσπερνά ως τώρα, τραγικά ανυποψίαστο.


Η κρίση της σύγχρονης δημοκρατίας επηρεάζεται βαθύτατα από τα οικονομικά δρώμενα. Οι ειδότες λένε ότι η αγορά κυβερνά και οι κυβερνήσεις διαχειρίζονται. Υπάρχει δηλαδή μια ανομολόγητη υπονόμευση της δύναμης που εκφράζεται στις δημοκρατίες, η καθολικότητα της ψήφου. Αυτό που εντυπωσίασε αρνητικά τον αρχαίο Σκύθη Ανάχαρση («Οι σοφοί μιλούν αλλά οι βλάκες αποφασίζουν») δεν είναι η αδυναμία αλλά η δύναμη των δημοκρατιών.


Ας δούμε όμως τα καθ’ ημάς.


Επικρατεί μια σύγχυση ανάμεσα στον σκοπό της στρατηγικής μας για την Ευρώπη και στα μέσα επίτευξής του.


Εγγενείς αδυναμίες και λάθη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και έκτοτε οδήγησαν την ελληνική οικονομία σε απόκλιση ανά της συγκλίσεως. Η υστερούσα από μας Πορτογαλία, το φτωχότερο από το 1983 μέλος της ΕΟΚ, προχώρησε σε αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από 66% στα 75% του μέσου ευρωπαϊκού όρου και εμείς αποτελματωθήκαμε στο 66% της αφετηρίας.


Ορισμένοι από τους λόγους που προκάλεσαν την ελληνική καθυστέρηση υφίστανται δυστυχώς και τώρα. Παράδειγμα: κρατική σπατάλη.


Η υπερφορολόγηση τμημάτων του πληθυσμού που καταλήγουν τα υποζύγια του προϋπολογισμού. Η αποφυγή, συχνά «νομότυπα», της πληρωμής αλλά και της βεβαίωσης φόρων. Αντίθετα ομάδες που επιτυγχάνουν μέγιστα υπερκέρδη απαλλάσσονται. Φορολογούμε την εργασία και απαλλάσσουμε το κεφάλαιο.


Η πορεία σύγκλισης είναι επίπονη. Αλλά ο στρατηγικός στόχος δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από το όποιο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας ή τις συνεχείς εκπτώσεις του κοινωνικού κράτους. Διαφορετικό ζήτημα η εκποίηση προβληματικών.


Η ιδεολογία της αγοράς εξαπολύει τους τυφλούς «νόμους» της που τσακίζουν τους όποιους δεσμούς αλληλεγγύης της κοινωνίας και τινάζουν στον αέρα την κοινωνική συνοχή. Η αναθεώρηση και η αναδιατύπωση βασικών σημερινών επιλογών καθίσταται αναγκαία.


Η επιπόλαιη αποδόμηση του δημόσιου τομέα θα έχει σωρευτικές επιπτώσεις στην οικονομία στο μέτρο που κάθε κίνησή της δεν θα εντάσσεται σε έναν πραγματικό και δοκιμασμένο σχεδιασμό, ο οποίος θα προστάτευε σε κάθε περίπτωση τους τομείς στρατηγικού χαρακτήρα. Κάποιοι μπορούν να σώσουν την οικονομία μόνο αν θυσιάζουν τους ανθρώπους. Αλλά τέτοιου είδους σωτηρία είναι φρικιαστική. Εγκυροι ερευνητές όπως ο νομπελίστας Modiliani έχουν απομυθοποιήσει διάφορα φετίχ που συσκότισαν την αλήθεια τα τελευταία χρόνια. Ο ισχυρισμός ότι πληθωρισμός και ελλείμματα αφενός και ανεργία αφετέρου είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα μεγέθη έχει καταρρεύσει. Η καταπολέμηση της ανεργίας είναι συμβατή με την παράλληλη καταπολέμηση του πληθωρισμού. Αυτό βέβαια επιβάλλει ενίσχυση της ζήτησης ως εργαλείου μιας πολιτικής απασχόλησης η οποία πρέπει να συνοδεύεται με σοβαρή στήριξη των επενδύσεων, ιδιωτικών βεβαίως αλλά και δημοσίων, που τείνουν να εξορκισθούν σήμερα. Εγκυροι αναλυτές στη Δύση (προβλ. τις ενδιαφέρουσες και αφυπνιστικές ταυτόχρονα μελέτες στο αφιέρωμα του Monde Diplomatique, Maniere de voir, ελλ. έκδοση 13, Σενάρια για την παγκοσμιοποίηση) επισημαίνουν με αγωνία ότι το σημαντικότερο γεγονός του τέλους του αιώνα στη Δ. Ευρώπη είναι η έκρηξη της νέας φτώχειας.


Μια συνεπής και αποτελεσματική πολιτική για την ανάπτυξη και την απασχόληση προϋποθέτει ένταξη της οικονομίας στην υπηρεσία της κοινωνίας και του ανθρώπου.


Ευκταίο θα ήταν να ξεκινούσε κάτι τέτοιο ως ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για όλες τις χώρες – μέλη αλλά το γε νυν έχον καμία σοβαρή πολιτική εναλλακτική λύση δεν φαίνεται να προέλθει εξ Εσπερίας ως συλλογική κοινή απόφαση. Απομένει εκ των πραγμάτων η εκπόνηση ενός εθνικού προγράμματος δράσης με τους στόχους που προδιαγράψαμε.


Η ελληνική οικονομία πρέπει να ενισχυθεί από την πολιτεία στους τομείς που μειώνουν τις εισαγωγές και αυξάνουν τις εξαγωγές, ενώ δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης. Παθογενή συμπτώματα που είναι παράγωγα μιας βαθύτερης νοσηρότητας προερχόμενης από τον εύκολο πλουτισμό που επιτυγχάνουν αεριτζήδες και ραντιέρηδες, όπως για παράδειγμα το 1,5 δισ. ημερησίως που δαπανάται εδώ στη ρουλέτα, αυτά πρέπει να χτυπηθούν στη ρίζα τους.


Η αδιάκοπη ανατροφοδότηση του τουρκικού επεκτατισμού από τη Δύση και κατ’ εξοχήν από τις ΗΠΑ υποχρεώνει την Ελλάδα σε έναν άνισο εξοπλιστικό ανταγωνισμό για την εξασφάλιση της στοιχειώδους αποτρεπτικής εξισορρόπησης. Αυτό επιβάλλει τη γοργή απόκτηση πολεμικής βιομηχανίας η οποία και την εθνική συμμετοχή στην αμυντική θωράκιση αυξάνει και νέες θέσεις εργασίας δημιουργεί. Η τουρκική επιθετικότητα είναι γεγονός διαρκές, μόνιμο και κλιμακούμενο. Και θα είναι για καιρό το κύριο πρόβλημα του Ελληνισμού.


Αυτό το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπισθεί στα πλαίσια ενός εθνικού προγράμματος δράσης για ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα σε όλα τα επίπεδα, πρόσκτηση αποτρεπτικής ισχύος και κοινωνική συνοχή!


Γιατί ο Θουκυδίδης μας δίδαξε ότι την ελευθερία του απέναντι στους γείτονες εξασφαλίζει μόνον όποιος είναι έτοιμος να αντισταθεί.


«Προς τε γαρ τους αστυγείτονας, πάσι το αντίπαλον και ελεύθερον καθίσταται» (IV, 93).


Ο κ. Στυλιανός Παπαθεμελής είναι βουλευτής Θεσσαλονίκης του ΠαΣοΚ, πρώην υπουργός.