Επανέρχονται σταδιακά στο προσκήνιο, ύστερα από μερικούς μήνες παροπλισμού τους λόγω της κρίσης αλλά και του πλήγματος που δέχθηκαν στην αξιοπιστία τους από την κατάρρευση της Lehman Βrothers, τα επενδυτικά προγράμματα με εγγυημένο το αρχικό κεφάλαιο. Τα νέα προϊόντα που εκδίδονται έχουν εμπλουτιστεί με νέα στοιχήματα και έτσι πλέον οι αποδόσεις τους δεν είναι συνδεδεμένες μόνο με χρηματιστηριακούς δείκτες, αλλά και με άλλες εναλλακτικές μορφές επένδυσης, στις οποίες μέχρι πρότινος οι ιδιώτες επενδυτές δεν είχαν πρόσβαση. Επειδή τα προγράμματα αυτά απευθύνονται σε νοικοκυριά που δεν θέλουν να αναλάβουν ρίσκο, είναι λογικό η ζήτησή τους να μειώνεται όταν αυξάνονται οι αποδόσεις των λογαριασμών με εξασφαλισμένη την τελική απόδοση. Για τον λόγο αυτόν αρκετές τράπεζες προσφέρουν πλέον μια ελάχιστη εγγυημένη απόδοση, ώστε να δελεάσουν τη συγκεκριμένη κατηγορία αποταμιευτών.

Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» τραπεζικό στέλεχος με εμπειρία στα επενδυτικά τραπεζικά προϊόντα, όταν πρωτοεμφανίστηκαν πριν από περίπου δέκα χρόνια στην ελληνικά αγορά προγράμματα με 100% προστασία του αρχικού κεφαλαίου, οι πελάτες των τραπεζών δεν είχαν και πολλές επιλογές, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων μπορούσαν να στοιχηματίσουν στην άνοδο, στην πτώση ενός δείκτη ή στη διατήρησή του εντός δύο συγκεκριμένων ορίων. Η απόδοση ήταν είτε προκαθορισμένη, εφόσον η πρόβλεψη επαληθευόταν, είτε ανάλογη της απόδοσης του συνδεδεμένου με το προϊόν δείκτη αναφοράς. Χρόνο με τον χρόνο οι τράπεζες, με πρωταγωνίστριες τις ξένες, άρχισαν να αντλούν έτοιμα προϊόντα από το εξωτερικό, εμπλουτίζοντας με αυτόν τον τρόπο τα προγράμματά τους με νέα, πιο «μοντέρνα» στοιχήματα.

Τα νέα χαρακτηριστικά που προστέθηκαν στην εν λόγω μορφή επένδυσης αφορούν τόσο τις αξίες αναφοράς, από την πορεία των οποίων εξαρτάται η επιτυχία του στοιχήματος, όσο και τους τρόπους υπολογισμού της απόδοσης. Σύμφωνα με τις τράπεζες πάντως, το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι μέσα από ορισμένα προϊόντα μπορεί να επιτευχθεί σημαντική γεωγραφική ή κλαδική διασπορά του επενδυόμενου κεφαλαίου, καθώς η τελική απόδοση της επένδυσης μπορεί να εξαρτάται από την πορεία όχι ενός αλλά πολλών δεικτών ή μετοχών από διαφορετικές χώρες. Με αυτόν τον τρόπο οι Ελληνες μπορούν να ποντάρουν με ασφάλεια στα ξένα χρηματιστήρια με πολύ χαμηλό αρχικό κεφάλαιο, το οποίο μπορεί να ξεκινά ακόμη και από τις 3.000 ευρώ.

Επιπλέον έχουν εμφανιστεί νέα, πρωτότυπα και επίκαιρα επενδυτικά concepts, τα οποία προσελκύουν το ενδιαφέρον των επενδυτών. Για παράδειγμα, πριν από μερικούς μήνες ξένο πιστωτικό ίδρυμα με παρουσία στην Ελλάδα διέθεσε ένα προϊόν εγγυημένου κεφαλαίου που επένδυε στην Κίνα. Ηταν η εποχή που το κινεζικό χρηματιστήριο είχε ξεκινήσει την ανοδική του κούρσα. Αλλη τράπεζα εξέδωσε προϊόν που επένδυε σε εταιρείες που εμπλέκονται στην παραγωγική διαδικασία διαφόρων εμπορευμάτων, όπως το σιτάρι και το καλαμπόκι, σε ένα διάστημα όπου οι τιμές των commodities κινούνταν έντονα ανοδικά. Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διάθεση ενός προγράμματος η απόδοση του οποίου εξαρτάται από τις διακυμάνσεις της αγοράς του νερού. Είναι ξεκάθαρο ότι πλέον και τα προγράμματα εγγυημένου κεφαλαίου ακολουθούν τις τάσεις της παγκόσμιας αγοράς, επενδύοντας στους πιο «hot κλάδους».

Μία ακόμη καινοτομία των προγραμμάτων που διατέθηκαν πρόσφατα αφορά τον τρόπο υπολογισμού της απόδοσης. Ως πριν από λίγο καιρό οι τόκοι στη λήξη ενός προϊόντος υπολογίζονταν μόνο με δύο τρόπους. Συγκεκριμένα:

* Απόδοση ανάλογη της μεταβολής ενός δείκτη: Ο επενδυτής συμμετέχει ως και 100% στην άνοδο ή στην πτώση του δείκτη αναφοράς. Π.χ., αν ο επενδυτής συμμετέχει σε ποσοστό 50% στην άνοδο ενός δείκτη και ο τελευταίος αυξηθεί κατά 10%, θα λάβει απόδοση 5%. Η σύγκριση για τον υπολογισμό των τόκων μπορεί να γίνει είτε μεταξύ της αρχικής και της τελικής τιμής είτε μεταξύ της αρχικής και της μέσης τιμής του δείκτη αναφοράς κατά τη διάρκεια ζωής του προϊόντος. Τα νέα προϊόντα της κατηγορίας αυτής δίνουν τη δυνατότητα στον επενδυτή να κλειδώσει την απόδοσή του πολλούς μήνες πριν από τη λήξη του προϊόντος. Συγκεκριμένα προσφέρουν τη δυνατότητα εξασφάλισης του υψηλότερου σημείου κλεισίματος ενός δείκτη κατά τη διάρκεια ισχύος του προϊόντος. Με αυτόν τον τρόπο ο επενδυτής μεγιστοποιεί τα κέρδη του, αφού αυτά είναι άμεσα συνδεδεμένα με την ανώτατη τιμή του δείκτη αναφοράς, σε βάθος χρόνου που μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα πέντε έτη.

* Μέθοδος μέγιστης απόδοσης: Πρόκειται στην ουσία για ένα στοίχημα. Ο επενδυτής λαμβάνει μια προκαθορισμένη απόδοση αν προβλέψει σωστά τη μεταβολή ενός δείκτη. Η ποικιλία στα προϊόντα της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι ιδιαίτερα μεγάλη, ενώ η διάρκειά τους στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ξεπερνά τους 12 μήνες. Το χαρακτηριστικό των νέων εκδόσεων είναι ότι υπάρχει κλίμακα αποδόσεων όταν το στοίχημα «παίζεται» στη διατήρηση της τιμής του δείκτη αναφοράς εντός δύο προκαθορισμένων ορίων. Για παράδειγμα, όσο πιο μικρό είναι το εύρος διακύμανσης μιας ισοτιμίας για ένα εξάμηνο τόσο πιο μεγάλη θα είναι η τελική απόδοση του προϊόντος. Εξάλλου υψηλότερες είναι οι αποδόσεις όταν δεν υπάρχει 100% ασφάλεια για το αρχικό κεφάλαιο αλλά μικρότερη, π.χ.

90%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τους τελευταίους μήνες το κύριο χαρακτηριστικό των προϊόντων εγγυημένου κεφαλαίου που προσφέρουν οι τράπεζες είναι η μεγάλη διάρκειά τους, η οποία μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα τέσσερα έτη. Η ανταμοιβή των επενδυτών που θα κλείσουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα τα χρήματά τους είναι ο ευνοϊκότερος για αυτούς τρόπος υπολογισμού της απόδοσης (π.χ., υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής στα κέρδη ενός δείκτη), η καταβολή ελάχιστης εγγυημένης απόδοσης ανεξάρτητα από την πορεία του προϊόντος, καθώς και η ετήσια καταβολή των τόκων. Εξάλλου σε αρκετά από τα νέα προϊόντα το νόμισμα κατάθεσης δεν είναι μόνο το ευρώ, όπως συνέβαινε παλαιότερα, αλλά μπορεί να είναι δολάρια ΗΠΑ ή στερλίνες. Δίνεται έτσι η δυνατότητα σε όσους το επιθυμούν να αναλάβουν τον συναλλαγματικό κίνδυνο, με στόχο να αποκομίσουν επιπλέον υπεραξίες από την κίνηση των ισοτιμιών.