Μείζον πολιτικό ζήτημα δημιουργεί το ενδεχόμενο να κριθεί παράνομη και να ακυρωθεί από τα δικαστήρια η επιβολή της έκτακτης εισφοράς στα εισοδήματα άνω των 60.000 ευρώ που αποκτήθηκαν το 2007. Ηδη κορυφαίοι συνταγματολόγοι και έγκριτοι νομικοί εγείρουν ζήτημα αντισυνταγματικότητας της ρύθμισης που ψηφίστηκε από τη Βουλή στο πακέτο των μέτρων τα οποία αποφασίστηκαν για την ενίσχυση των φορολογικών εσόδων. Το υπουργείο Οικονομίας ανησυχεί για την τροπή που θα λάβει το ζήτημα, δεδομένου ότι η σκοπιμότητα και η αποτελεσματικότητα των μέτρων έχουν αμφισβητηθεί και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία τάσσεται κατά της επιβολής «έκτακτων φορολογιών». Το βέβαιο είναι ότι θα κριθεί πλέον στα δικαστήρια αν η επιβολή της έκτακτης εισφοράς στα εισοδήματα του 2007 είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα ή όχι. Παρ΄ ότι υποστηρίχθηκε κατ΄ αρχάς από κυβερνητικούς κύκλους ότι η εισφορά αυτή δεν είναι φόρος, αλλά περιστασιακή παροχή ορισμένων πολιτών προς το κράτος για την αντιμετώπιση έκτακτων οικονομικών αναγκών, γίνεται σαφές ότι η εισφορά που επιβάλλεται στα δηλωθέντα εισοδήματα του 2007 αποτελεί αναμφίβολα φόρο και μάλιστα άνισο. Τα συνολικά έσοδα που αναμένει το Δημόσιο από την έκτακτη αυτή φορολογία υπερβαίνουν τα 240 εκατ. ευρώ, δεδομένου ότι ο φόρος είναι κλιμακωτός και αυξάνεται από 1.000 ευρώ που ορίζεται για τα ετήσια εισοδήματα από 60.000- 80.000 ευρώ σε 2.000 ευρώ για τα εισοδήματα ως 100.000 ευρώ, σε 3.000 ευρώ για τα εισοδήματα ως 150.000 ευρώ και στη συνέχεια ανέρχεται ως τις 25.000 ευρώ για τα πολύ υψηλά εισοδήματα. Οπως επισημαίνουν έγκυροι νομικοί και συνταγματολόγοι στην επιβολή οποιασδήποτε φορολογικής επιβάρυνσης θα πρέπει να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του Συντάγματος οι οποίες απαγορεύουν την αναδρομική επιβολή των φόρων. Στη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος ορίζεται: «Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε». Η συνταγματική αυτή αρχή, απόρροια του κράτους δικαίου, διασφαλίζει τους πολίτες από τυχόν αυθαιρεσίες της εκτελεστικής εξουσίας.

Αν η μνήμη δεν μας απατά, έκτακτη εισφορά επιβλήθηκε δύο φορές στο παρελθόν για την αντιμετώπιση των συνεπειών από σεισμούς στον ελλαδικό χώρο. Οι εισφορές αυτές επιβάρυναν τις επιχειρήσεις, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τα εισοδήματα από μισθώματα. Μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες και οι άλλοι εισοδηματίες είχαν εξαιρεθεί από την καταβολή των εισφορών αυτών.

Τούτη τη φορά η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται, όπως υποστηρίζεται από την κυβέρνηση, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της οικονομίας, με σκοπό δηλαδή να αντιμετωπιστούν η οικονομική κρίση και η επερχόμενη ύφεση.

Προσχηματική δικαιολογία
Η κυβερνητική δικαιολογία είναι εντελώς προσχηματική. Η αλήθεια είναι ότι με την έκτακτη εισφορά επιδιώκεται να αναπληρωθούν τα διαφυγόντα έσοδα, τα οποία εδώ και πέντε χρόνια, από τότε που το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος υποβαθμίστηκε και αποδυναμώθηκε, έχουν στην κυριολεξία «πατώσει». Κάθε χρόνο προϋπολογίζεται αύξηση των εσόδων σε ποσοστό 12% με 13% και απολογιστικά μόλις εισπράττεται το ήμισυ των ποσοστών αυτών.

Είναι όμως σύννομη η επιβολή αυτής της εισφοράς; Υποστηρίχθηκε κατ΄ αρχήν από κυβερνητικούς κύκλους ότι η εισφορά αυτή δεν είναι φόρος, αλλά μια περιστασιακή παροχή ορισμένων πολιτών προς το κράτος για την αντιμετώπιση εκτάκτων οικονομικών αναγκών. Αυτή η άποψη δεν είναι τίποτε λιγότερο ή περισσότερο από τον ορισμό του φόρου που έχει δοθεί από έναν από τους διασημότερους κλασικούς δημοσιονόμους, τον Gaston Jeze. Φόρος, κατ΄ αυτόν, είναι «η χρηματική παροχή που επιβάλλεται αναγκαστικώς από το κράτος εις βάρος των πολιτών χωρίς αντιπαροχή προς τον σκοπό κάλυψης δημόσιων βαρών».

Εφόσον λοιπόν η εισφορά αυτή είναι αναμφίβολα φόρος, θα πρέπει να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες απαγορεύουν την αναδρομική επιβολή των φόρων. Στη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος ορίζεται ότι«Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε».

Η συνταγματική αυτή αρχή, απόρροια του κράτους δικαίου, διασφαλίζει τους πολίτες από τυχόν αυθαιρεσίες της εκτελεστικής εξουσίας. Κατά την άποψη έγκυρων νομομαθών η επιβολή της έκτακτης εισφοράς στα εισοδήματα του 2007 παραβιάζει την πιο πάνω διάταξη διότι εκτείνεται πέραν του προηγούμενου της επιβολής της οικονομικού έτους. Εν πάση περιπτώσει αν η επιβολή της στα εισοδήματα του 2007 είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα ή όχι θα κριθεί τελικά από τα δικαστήρια.

Δεν είναι όμως μόνο το ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη της επιβολής της εισφοράς αυτής. Οι ρυθμίσεις που την προβλέπουν μπορούν αβίαστα να χαρακτηριστούν από παράλογες ως και κακόβουλες. Στο κείμενο της τροπολογίας που δόθηκε στη δημοσιότητα με την οποία αυτή επιβάλλεται, προβλέπεται ότι η εισφορά θα υπολογιστεί«στο καθαρό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο». Ας δούμε τι σημαίνει αυτή η φράση.

Στο έντυπο της δήλωσης φόρου εισοδήματος και στις ενδείξεις 659-660 οι φορολογούμενοι γράφουν χωρίς να έχουν υποχρέωση, αυτοβούλως δηλαδή, εισοδήματα που απαλλάσσονται του φόρου, όπως αναπηρικές συντάξεις, επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις της γεωργικής παραγωγής, κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια, κέρδη από την πώληση μετοχών στο ΧΑ κτλ., καθώς και εισοδήματα που φορολογούνται στην πηγή με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, όπως τόκοι καταθέσεων, ωφέλεια από την πώληση εταιρικών μεριδίων κτλ.

Υποχρεωτική η αναγραφή
Η αναγραφή αυτών των ποσών, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι υποχρεωτική, υπάρχουν φορολογούμενοι που δεν γράφουν αυτά τα εισοδήματα και άλλοι που τα γράφουν. Συνήθως γράφονται για τη δικαιολόγηση τεκμηρίων, π.χ. αγορά ακινήτου, αυτοκινήτου κτλ. Εκείνους λοιπόν που καλόπιστα το 2007 έγραψαν στη δήλωσή τους τέτοια εισοδήματα το κράτος θα τους «ξεζουμίσει» με μια άνευ προηγουμένου εισπρακτική μανία.

Και ακόμη- άκουσον, άκουσον – στον υπολογισμό του ύψους του εισοδήματος για την επιβολή της εισφοράς θα ληφθεί υπόψη, σύμφωνα με τη ρύθμιση, πέραν των άλλων, και το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή ένα ιδεατό και ανύπαρκτο εισόδημα μη χρηματικό. Ολα αυτά αποτελούν μια άνευ προηγουμένου φορομπηχτική αυθαιρεσία.