Από το 2013 ως σήμερα ο ξενοδοχειακός κλάδος στην Ελλάδα βλέπει τα έσοδά του να εκτινάσσονται. Εάν μάλιστα επιβεβαιωθούν τα μεγέθη του 2017 για περαιτέρω αύξηση 35%, τότε θα μιλάμε για μια χρονιά με θετικότατο αντίκτυπο και στη λειτουργική κερδοφορία των μονάδων.
Στον αντίποδα, όλα αυτά τα χρόνια της ισχυρής ανάπτυξης τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον ξενοδοχειακό κλάδο δεν γνώρισαν αντίστοιχη μείωση. Οι τραπεζίτες ισχυρίζονται ότι παρά τις συναινετικές λύσεις που έχουν προτείνει σε ιδιοκτήτες ξενοδοχείων λίγοι ήταν εκείνοι που ανταποκρίθηκαν ώστε να βρεθούν λύσεις για τη χρηματοοικονομική και λειτουργική αναδιάρθρωση των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Αυτές όμως οι περιπτώσεις, όπως υποστηρίζουν τα τραπεζικά στελέχη, μπορούν να αποτελέσουν «πυξίδα» για μελλοντικές διευθετήσεις, αφού με τη συνεργασία των μετόχων αυξήθηκε η αξία των εν λόγω επιχειρήσεων και παράλληλα ενισχύθηκαν η οικονομική δραστηριότητα και η απασχόληση στον κλάδο, δεδομένου ότι απελευθερώθηκαν σημαντικοί πόροι που οδήγησαν στην ανάπτυξή του.

Οι λύσεις
Οι λύσεις που προκρίθηκαν προβλέπουν μεταξύ άλλων:
α) Την αποδοχή εκ μέρους των μετόχων του ενισχυμένου ρόλου των τραπεζών σε θέματα οικονομικού ελέγχου και παρακολούθησης των business plans που συμφωνήθηκαν, αλλά κυρίως τη χρηματοδοτική στήριξη εκ μέρους των μετόχων με ίδια κεφάλαια, όπως για παράδειγμα ξενοδοχειακή μονάδα στη Νότια Ρόδο, η οποία σχεδιάζει εφέτος έργα επέκτασης.
β) Την παροχή πρόσθετων εξασφαλίσεων –όπως για παράδειγμα σε μεγάλο ξενοδοχειακό όμιλο στην Κρήτη –και τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να μειωθεί ο δανεισμός των εταιρειών, όπως π.χ. σε ξενοδοχειακό όμιλο στη Ρόδο που ρευστοποίησε μικρή μονάδα με στόχο να μειώσει την έκθεσή του σε τραπεζικό δανεισμό.
Παράλληλα, μεγάλοι ξενοδοχειακοί όμιλοι με ευρύτερη παρουσία στην Ελλάδα βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση στοχευμένων πωλήσεων μη καίριων περιουσιακών τους στοιχείων, και μάλιστα σε ικανοποιητικές αποτιμήσεις.
Αλλη εναλλακτική αποτελεί ακόμα και η λειτουργική αναδιάρθρωση των ξενοδοχείων με την ανάθεση της διαχείρισης (management) σε νέες διοικητικές δομές και εξειδικευμένες επιχειρήσεις, όπως συνέβη για παράδειγμα σε μονάδες σε Ρόδο, Κω και Ζάκυνθο, η κερδοφορία των οποίων αυξήθηκε άμεσα κατά μέσο όρο σε ποσοστό άνω του 50%.
Δεν ανταποκρίθηκαν
Παρ’ όλα αυτά και παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί σε επί μέρους περιπτώσεις, το πρόβλημα παραμένει σε σημαντική μερίδα των ιδιοκτητών-ξενοδόχων που, όπως καταγγέλλουν οι τραπεζίτες, δεν ανταποκρίθηκαν όχι μόνο στις συνεχείς παραινέσεις του τραπεζικού κλάδου αλλά ούτε καν σε εκείνες των συμβούλων τους να συμβάλουν στην πράξη στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης της επιχείρησής τους με αντίστοιχο τρόπο.
Αντιθέτως, επιχείρησαν να αποφύγουν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς που ζήτησαν οι τράπεζες ώστε να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα. Κατάφεραν να «κρυφτούν» πίσω από το γράμμα του νόμου και εξασφάλισαν μια συνεχή περίοδο χάριτος και ανοχής, προκειμένου να αυξήσουν όχι μόνο εις βάρος των τραπεζών αλλά και εις βάρος της ίδιας της εταιρείας τους, των εργαζομένων τους και εν τέλει της ελληνικής οικονομίας το «προσωπικό τους πορτοφόλι».

Τα νομικά «όπλα»
Σε περιπτώσεις δε που οι τράπεζες χρησιμοποίησαν τη δικαστική οδό για να διεκδικήσουν τα οφειλόμενα, αντιμετώπισαν σημαντικά εμπόδια και καθυστερήσεις, όπως ανακοπές, αναστολές, καταχρηστικότητα, ασφαλιστικά μέτρα. Είναι τα νομικά «όπλα» που χρησιμοποιούν οι μέτοχοι προκειμένου να συνεχίσουν να απομυζούν όσο το δυνατόν περισσότερους πόρους από την επιχείρησή τους, αφήνοντας στο τέλος άδειο κέλυφος, χρέη στην αγορά, στο Ελληνικό Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία, και το προσωπικό στον δρόμο.
Στο πλαίσιο αυτό, πρόσφατη δικαστική απόφαση που αφορά μεγάλη ξενοδοχειακή επιχείρηση με ξενοδοχεία σε εξαιρετική τοποθεσία στα Δωδεκάνησα ήρθε να αλλάξει το τοπίο, δικαιώνοντας τις τράπεζες που είχαν προσφύγει. Η εν λόγω απόφαση αναγνώρισε μεταξύ άλλων όχι μόνο την έλλειψη πραγματικής βούλησης των φορέων για την εξεύρεση μιας ρεαλιστικής, βιώσιμης και ισόρροπης λύσης, αλλά και τα οφέλη της εκποίησης των ξενοδοχειακών μονάδων της επιχείρησης εν λειτουργία.
«Χωρίς να ανοίξει μύτη»
Οπως αναφέρεται στην απόφαση, η πώληση έχει ως βασικό στόχο τη βελτιστοποίηση της αξίας των υπό εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, την ελαχιστοποίηση της ζημιάς για το σύνολο των πιστωτών της εν λόγω επιχείρησης, τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και εν τέλει την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκποίησης «χωρίς να ανοίξει μύτη».
Σε λίγες ημέρες από την έκδοση της απόφασης, εγκαταστάθηκε ήδη εκκαθαριστής στην επιχείρηση, αναλαμβάνοντας τη διοίκησή της για όσο διάστημα απαιτηθεί ώσπου να ολοκληρωθεί η πώληση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας εν λειτουργία, μέσω ανοικτής και διαφανούς διαγωνιστικής διαδικασίας που ο ίδιος ο εκκαθαριστής θα τελέσει, πιθανώς, στις αρχές του 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ