Κοινός τόπος στις εκτιμήσεις πέντε διεθνών επενδυτικών οίκων είναι πως στη νέα συνάντηση των υπουργών οικονομικών της ευρωζώνης, στο πλαίσιο του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, ένας συμβιβασμός μεταξύ ΔΝΤ – Βερολίνου – ΕΚΤ θα οδηγήσει στο κλείσιμο της αξιολόγησης και στην εκταμίευση της δόσης που αναμένεται να κυμανθεί στα 7,5-10 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, καθώς το Ταμείο θα συμμετάσχει «επί της αρχής» (approval in principle) στο πρόγραμμα χωρίς χρηματοδότηση, η έλλειψη σαφήνειας σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους και, συνεπώς, σχετικά με την πιθανή ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE της ΕΚΤ θα παραμείνει.
Για τη Citigroup, η γαλλική πρόταση, που προβλέπει τη σύνδεση του ρυθμού ανάπτυξης της Ελλάδας με την ελάφρυνση του χρέους, έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας. Αν και μια ώθηση από τη νέα γαλλική κυβέρνηση μπορεί να μεταβάλει ελαφρώς τις ισορροπίες, ωστόσο η αμερικανική τράπεζα, καθώς δεν βλέπει άμεσα συμφωνία για ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους, προβλέπει πως η επιστροφή της χώρας στις αγορές και η ένταξή της στο QE θα παραμείνουν μια πολύ δύσκολη υπόθεση το επόμενο διάστημα.
Από την πλευρά της η ΒΝΡ Paribas εκτιμά πως στο Eurogroup θα κλείσει η αξιολόγηση, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την εκταμίευση της επόμενης δόσης. Ωστόσο, αν και θα υπάρξει πρόοδος στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, καθώς θα αποφευχθεί μια αναλυτική περιγραφή των μέτρων, το ΔΝΤ θα συμμετάσχει απλά με τεχνικό ρόλο στο πρόγραμμα, εμποδίζοντας έτσι την ΕΚΤ να εντάξει την Ελλάδα στο QE.

Από την άλλη πλευρά, δεν αποκλείει η δόση να αυξηθεί ως τα 9 δισ. ευρώ, βοηθώντας τον Αλέξη Τσίπρα να μιλήσει ακόμη και για επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης.

Η ρητορική του Eurogroup αναμένεται να είναι θετική, αλλά οι προοπτικές ένταξης στο QE μετατίθενται μάλλον για μετά τις γερμανικές εκλογές, αλλά ένας θετικός τόνος σε συνδυασμό με το πράσινο φως για τη δόση θα στηρίξουν μερικώς την οικονομία περιορίζοντας την αβεβαιότητα.
Το βασικό σενάριο της BofAML έγκειται στην υπόθεση πως η Ελλάδα θα λάβει τη δόση για να καλύψει τις μεγάλες λήξεις του Ιουλίου, περιμένοντας μετά τις γερμανικές εκλογές ώστε να λάβουν χώρα νέες διαπραγματεύσεις για το χρέος. Καθώς σε αυτή τη φάση η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE της ΕΚΤ μοιάζει όλο και πιο απίθανη, δεν αποκλείεται η όποια λύση να μετατεθεί ακόμη και σε ένα νέο Eurogroup στις 22 Ιουνίου. Ωστόσο, σημειώνει, όταν κανείς κινείται οριακά, δεν αποκλείεται να συμβούν και ατυχήματα.
Η HSBC «βλέπει» τρία σενάρια: Στο πρώτο η Γερμανία και το ΔΝΤ βρίσκουν κοινό έδαφος στο θέμα του χρέους, επιτρέποντας στο Ταμείο να μετάσχει αλλά χωρίς να χρειαστεί να περάσει κάποια ρύθμιση από το γερμανικό κοινοβούλιο. Στο δεύτερο η Ελλάδα αποδέχεται την πρόταση του ΔΝΤ για χρηματοδότηση σε επόμενο στάδιο, όταν η ευρωζώνη προσφέρει περαιτέρω ελάφρυνση χρέους.
Το Eurogroup θα αποφασίσει την εκταμίευση δόσης 9-10 δισ. ευρώ, ώστε να αποπληρωθούν οι υποχρεώσεις του Ιουλίου και μέρος των ληξιπρόθεσμων χρεών του Δημοσίου, χωρίς όμως να εξασφαλιστεί η ένταξη στο QE. Στο τρίτο, η ΕΚΤ αποδέχεται την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE, ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, κάτι που απαιτεί περισσότερη δέσμευση στα μέτρα ελάφρυνσης χρέους, γεγονός που σημαίνει ότι ως ελάχιστη επιλογή θα μπορούσε να είναι να φύγει η φράση «αν είναι απαραίτητο» που υπάρχει στη συμφωνία του Eurogroup του Μαΐου.
Το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει η κυβέρνηση σε αυτή τη φάση είναι να κλείσει η αξιολόγηση στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου και να εκταμιευτεί η δόση εγκαίρως ώστε να μπορέσει να αποπληρώσει υποχρεώσεις ύψους 7,4 δισ. ευρώ στα μέσα Ιουλίου, καθώς δύσκολα θα υπάρχουν μεγάλες αλλαγές από την πρόταση που απερρίφθη στο προηγούμενο Eurogroup, στις 22 Μαΐου, εκτίμησε και το CIGI.
Με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα («επί της αρχής») χωρίς χρηματοδότηση το Ταμείο θα υποστηρίξει ότι η συμφωνία αυτή είναι σύμφωνη με το καταστατικό του, ενώ από την άλλη πλευρά αυτό θα επέτρεπε στους Γερμανούς να δηλώσουν ότι το ΔΝΤ συμμετέχει στο πρόγραμμα, χωρίς να πιστοποιείται η βιωσιμότητα του χρέους, αγοράζοντας έτσι χρόνο εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου.

HeliosPlus