Η ψήφιση της νέας Κοινής Αγροτικής πολιτικής στα τέλη Ιουνίου είναι ένα γεγονός που δεν αφορά μόνο τους έλληνες ή τους Ευρωπαίους αγρότες. Πρόκειται επί της ουσίας για ένα εργαλείο άσκησης αναπτυξιακής πολιτικής για κάθε χώρα της Ενωμένης Ευρώπης με ορίζοντα το 2020 που αποκτά μείζονα σημασία με δεδομένο ότι πολλές οικονομίες χωρών της γηραιάς ηπείρου μαστίζονται από πολύχρονη ύφεση.. .

Για την Ελλάδα με το 10% του ενεργού της πληθυσμού να απασχολείται με τον πρωτογενή τομέα, αλλά και με ανεργία που υπερβαίνει το 27%, δεν πρόκειται απλά για μοίρασμα κοινοτικών επιδοτήσεων αλλά για προσπάθεια αναχαίτισης της μακροχρόνιας ύφεσης, αφού τη βάση της παραγωγικής πυραμίδας αποτελεί ο πρωτογενής τομέας. Τούτη τη φορά η ΚΑΠ διέπεται από μία λογική ενίσχυσης της πραγματικής παραγωγής και όχι του αγρότη όπως ήταν η προηγούμενη. Για τον υπουργό Γεωργίας κ. Αθανάσιο Τσαυτάρη πρόκειται για μίνι –επιτυχία των ελληνικών θέσεων αφού επείσθησαν οι Βορειο-ευρωπαίοι κυρίως να δώσουν λύση στο πρόβλημα της επάρκειας τροφίμων για τα προσεχή χρόνια στην Ευρώπη. Έτσι επικράτησαν πιο φιλο-αγροτικές πολιτικές με μικρή μείωση του συνολικού ποσού των αγροτικών ενισχύσεων απέναντι στις λεγόμενες νεοφιλελεύθερες που ήθελαν αρχικά ακόμη και την πλήρη κατάργηση του προστατευτισμού και των επιδοτήσεων (βλέπε Μ. Βρετανία). «Σκεφθείτε» επισημαίνει ο υπουργός «πως σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ μέσα στους πρώτους μήνες του 2013 στα 10 πιο εξαγώγιμα προϊόντα της χώρας, τα 6 ήταν αγροδιατροφικά (2η θέση το παρθένο ελαιόλαδο, έναντι πρώτης του πετρελαίου και ακολουθούν η τσιπούρα ιχθυοτροφείου, τα λαχανικά, τα εσπεριδοειδή, τα ροδάκινα, η βρώσιμη ελιά, τα επεξεργασμένα λαχανικά και η φέτα, ενώ στην πρώτη δεκαπεντάδα βρίσκονται επίσης το βαμβάκι και ο καπνός). Από την άλλη όμως συνεχίζουμε να κάνουμε εισαγωγές σε κρέας και ζωοτροφές όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και η υπόλοιπη Ευρώπη (ιδιαίτερα σόγια και καλαμπόκι που οι ΗΠΑ κάποια στιγμή το κατηύθυναν προς τα βιοκαύσιμα δημιουργώντας τεράστια έλλειψη στην Ευρώπη) και αυτό τους το επισημάναμε στο πλαίσιο της διατροφικής αυτάρκειας. Τους είπαμε θα έχουμε λεφτά ως Ευρώπη αλλά δεν θα υπάρχουν ζωοτροφές να αγοράσουμε, για τούτο πετύχαμε πέραν των άλλων να αυξήσουμε το ποσοστό των συνδεδεμένων ενισχύσεων από το 8% στο 10% με την προϋπόθεση ότι αυτό το επιπλέον 2% θα κατευθυνθεί προς την καλλιέργεια ψυχανθών».

Έτσι επισημαίνει ο υπουργός θα έχουμε και αμειψισπορά και προστασία των γαιών και του περιβάλλοντος αλλά και επάρκεια ζωοτροφών από την οποία απειλήθηκε η Ε.Ε. την περασμένη δεκαετία. Σύμφωνα με τον κ. Τσαυτάρη η χώρα είχε ουσιώδη συμβολή στη διαμόρφωση της νέας ΚΑΠ που θα ισχύσει από 1/1/2015 και μέχρι το 2020. Μία παράμετρος που τέθηκε ήταν και αυτή της ανεργίας στις χώρες του νότου και έτσι δόθηκε η δυνατότητα να υπάρξουν δεσμευμένοι πόροι για τους νέους αγρότες (το 2% των ετήσιων ενισχύσεων) αλλά να ξεπαγώσει και το θέμα της επέκτασης των αμπελώνων με αύξηση 1% ετησίως (Σ.Σ. είχε παγώσει από την προηγούμενη ψήφιση της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς των αμπελοοινικών). Η νέα ΚΑΠ επίσης λαμβάνει και κάποιες πρόνοιες για τους μικρούς αγρότες όπως να μην υποχρεώνονται στο πρασίνισμα (τήρηση περιβαλλοντικών προτύπων στην καλλιέργεια) για όσους καλλιεργούν κάτω από 150 στρέμματα. Από 100 έως 300 στρέμματα να υπάρχουν υποχρεωτικά 2 καλλιέργειες τουλάχιστον και από 300 και άνω τουλάχιστον τρεις. Είναι σημαντικό επίσης ότι σε επίπεδο περιφέρειας θεσπίστηκε να μην υπάρχουν βίαιες μεταβολές και μειώσεις των ενισχύσεων άνω του 30% σε σχέση με τα ιστορικά δεδομένα…

Ενίσχυση της φέτας
Ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος επίσης επισημαίνει πως δίδεται πλέον η δυνατότητα σε κάθε χώρα – μέλος ένα μεγάλο μέρος των ετήσιων ενισχύσεων να το κατευθύνει στοχευμένα και αυτό είναι ένα μεγάλο στοίχημα για την Ελλάδα για να εξαντλήσει τα περιθώρια διαβούλευσης ώστε να χαραχθεί μία εθνική στρατηγική. Το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των ενισχύσεων θα το διαχειρίζεται το κράτος μέλος είναι μία πρώτης τάξης ευκαιρία για να συνεννοηθούμε και να δούμε σε ποιους τομείς θα δώσουμε περισσότερο στήριξη, όπως ένας θα πρέπει να είναι σίγουρα ο αγροδιατροφικός στον οποίο πρέπει να βασίσουμε την εξωστρέφεια της οικονομίας μας. Η συνδεδεμένη θα πρέπει να δοθεί σε τομείς στρατηγικής και εθνικής σημασίας ώστε να τους δίνει τη δυνατότητα να είναι βιώσιμοι. Στις σκέψεις για παράδειγμα του κ. Χαρακόπουλου που είναι και υπεύθυνος και για την κτηνοτροφία είναι να δοθούν επιπλέον ενισχύσεις στους προβατοτρόφους που εκτρέφουν εθνικές φυλές (όπως η Χιώτικη και η καραγκούνικη) ώστε να προστατευτεί και η ελληνική φέτα ως προϊόν ΠΟΠ. Η επόμενη μεγάλη μάχη της ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είναι για τον επαναπροσδιορισμό των βοσκοτόπων ώστε να μη χαθούν πολύτιμες ενισχύσεις για την κτηνοτροφία. Και ο υπουργός και ο αναπληρωτής επισημαίνουν ωστόσο ότι ο τομέας των δασών έχει περάσει στο ΥΠΕΚΑ από την παρουσία τότε της κ. Μπιρμπίλη στερώντας από το υπουργείο Γεωργίας ένα πολύτιμο εργαλείο άσκησης εθνικής πολιτικής στα δάση και την κτηνοτροφία. Το γεγονός ότι έγινε αποδεκτή από την Κομισιόν η ελληνική θέση ότι δάση μπορούν να είναι και βοσκότοποι συνιστά επιτυχία ωστόσο ο χρόνος τρέχει εις βάρος μας αφού θα πρέπει μέχρι τον προσεχή Αύγουστο να τους προσδιορίσουμε επαρκώς, ώστε να μη χαθεί η ευκαιρία ο Έλληνας κτηνοτρόφος να λαμβάνει αυτή την ενιαία εθνική ενίσχυση που θα κυμαίνεται μεταξύ 22 και 23 ευρώ ανά στρέμμα βοσκοτόπου (κάθε ζωϊκή μονάδα ενεργοποιεί συγκεκριμένα στρεμματικά δικαιώματα). Θυμίζουμε ότι η μέση εθνική ενίσχυση πανελλαδικά για τον αγρότη θα κυμαίνεται περί τα 35 ευρώ το στρέμμα.
Πρόδρομος επαν- εθνικοποίησης της ΚΑΠ
Κάπως διαφορετική είναι πάντως η προσέγγιση του προέδρου της ΠΑΣΕΓΕΣ κ. Τζανέτου Καραμίχα ο οποίος δείχνει να μη συμμερίζεται την αισιοδοξία της ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για την πορεία της νέας ΚΑΠ. Ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ επισημαίνει ότι : 1ον υπάρχει σε βάθος χρόνου μία απώλεια της τάξης του 14% του εθνικού ποσού των κοινοτικών ενισχύσεων. 2ον εκτός από ένα υποχρεωτικό ποσοστό 2% δέσμευσης ετήσιας για τους νέους αγρότες και το λεγόμενο «πρασίνισμα», τα υπόλοιπα τα αποφασίζει στον τρόπο διανομής των ενισχύσεων το κράτος –μέλος. Αυτό κατά τον κ. Καραμίχα είναι ένα ηχηρό μήνυμα επανεθνικοποίησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. 3ον Στο τέλος και μετά το 2020 «πολύ φοβούμαι» καταλήγει ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ «ότι η ΚΑΠ θα γίνει σκέτη Αγροτική Πολιτική με δραστική περικοπή ή ακόμη και πλήρη κατάργηση των αγροτικών επιδοτήσεων. Για τούτο στόχος θα πρέπει να είναι η διαχείριση των άμεσων ενισχύσεων με βάση αναπτυξιακά και όχι κοινωνικά κριτήρια. Η έμφαση θα πρέπει να δοθεί σε δύο τομείς για τη χώρα. Στο νερό όπου σε πολλές περιοχές της χώρας υπάρχει έλλειψη και την κτηνοτροφία…»