Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Τουρκία παρουσιάζει η σύνοδος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας (ΠΤ) που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου στο Ντουμπάι. Οι πρόσφατες εκτιμήσεις του οργανισμού για την πορεία της τουρκικής οικονομίας μπορεί να μην ήταν οι καλύτερες δυνατές (δεν θα μπορούσαν άλλωστε), πολλοί αναλυτές όμως αναφέρουν ότι στο περιθώριο των συναντήσεων του Σαββατοκύριακου η κυβέρνηση της Αγκυρας θα κατορθώσει να εξασφαλίσει νέα οικονομική στήριξη από τις ΗΠΑ, που είναι ούτως ή άλλως ο κυριότερος χρηματοδότης της προβληματικής τουρκικής οικονομίας. Τυπικά προϋπόθεση για τη χορήγηση της αμερικανικής βοήθειας είναι η γνωμοδότηση από το ΔΝΤ ότι η Τουρκία έχει κάνει βήματα προόδου. Με την «αποστολή» αυτή κλιμάκιο του οργανισμού επισκέπτεται τη χώρα εντός της εβδομάδας.


Με βάση τη φημολογία που θέλει τη συμφωνία με τις ΗΠΑ να είναι πολύ κοντά, η σταδιακή βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, μετά την κρίση που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ, εκτιμάται ότι θα πάρει πολύ συγκεκριμένη μορφή στη σύνοδο του ΔΝΤ. Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, στο περιθώριο των συναντήσεων είναι πιθανόν να συμφωνηθεί η χορήγηση δανείου 8,5 δισ. δολαρίων από την αμερικανική κυβέρνηση προς την Αγκυρα. Κατηγορηματικός για το θέμα ήταν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας ο αναλυτής της Bear Stearns στο Λονδίνο Τιμ Ας. Οπως δήλωσε: «H Τουρκία και οι ΗΠΑ είναι και πάλι αγαπημένα ξαδελφάκια. Οι Τούρκοι θα πάρουν τα δάνειά τους».


Πάντως οι επίσημες εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την πορεία της τουρκικής οικονομίας που δόθηκαν στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα ήταν συγκρατημένες. Σύμφωνα με τον διεθνή οργανισμό, η Τουρκία πρέπει να βελτιώσει τις οικονομικές επιδόσεις της και να επιβάλει πάση θυσία πειθαρχία στα δημοσιονομικά της αν επιθυμεί να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει για το τρέχον έτος.


Το δημόσιο χρέος αυτή τη στιγμή στη χώρα υπολογίζεται περίπου στα 130 δισ. δολάρια και είναι ευνόητο ότι αυτή η συσσώρευση αποτελεί σημαντική τροχοπέδη για μια οικονομία. Ο πληθωρισμός εμφανίζει μεν τάσεις υποχώρησης, αλλά στην καλύτερη περίπτωση θα υποχωρήσει εφέτος στο 26% και τον επόμενο χρόνο στο 13,4%. Αν όλα αυτά επαληθευτούν, θα πρόκειται ασφαλώς για σημαντική πρόοδο, αφού πριν από έναν χρόνο ο πληθωρισμός βρισκόταν στο 45%. Σήμερα όμως είναι πάνω από 20% και ελπίδα της κυβέρνησης της Αγκυρας είναι να κατορθώσει να τον συγκρατήσει σε αυτό το επίπεδο ως το τέλος του έτους. Το μέγεθος αυτό μπορεί εκ πρώτης όψεως να μην προκαλεί δέος, αν θέλει όμως κάποιος να το συγκρίνει με τα μέσα επίπεδα της EE (στην οποία η Τουρκία επιθυμεί να ενταχθεί), θα διαπιστώσει πολύ εύκολα ότι ο τουρκικός πληθωρισμός είναι υπερδεκαπλάσιος του μέσου ευρωπαϊκού.


Δεδομένης της «αποκλιμάκωσης» του πληθωρισμού, πάντως, η κεντρική τράπεζα της χώρας μείωσε την Πέμπτη τα επιτόκια κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, στο 29%. Ηταν η δεύτερη μείωση των επιτοκίων στο διάστημα των τελευταίων δύο μηνών και η πέμπτη από τον Απρίλιο. Οι μειώσεις αυτές αποσκοπούν πρωτίστως στην ελάφρυνση του βάρους που δημιουργεί στην τουρκική οικονομία η αγωνιώδης προσπάθεια εξυπηρέτησης του χρέους της και δευτερευόντως στην τόνωση της ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η έκδοση νέου ομολογιακού δανείου 1,2 δισ. δολαρίων την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ κατά τη διάρκεια του έτους είχε προηγηθεί και η έκδοση διεθνών ομολογιακών δανείων συνολικού ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ. Για τον επόμενο χρόνο στόχος είναι η έκδοση νέων ομολόγων αξίας 5,7 δισ. δολαρίων.


Οσο και αν όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα που μοιάζει περισσότερο με χάος παρά με μια οικονομία που χτυπάει την πόρτα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας μάλλον βελτιώνεται. Σε αυτό συμφωνεί και το ΔΝΤ, το οποίο στη σχετική έκθεσή του αναφέρει πως βραχυπρόθεσμα οι συνθήκες είναι σήμερα καλύτερες, την ίδια στιγμή όμως τονίζει ότι τα υψηλά επιτόκια θέτουν εν αμφιβόλω τη δυνατότητα της κυβέρνησης να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Κοινώς οι μακροπρόθεσμες προοπτικές είναι νεφελώδεις.


Την ίδια στιγμή υποχωρεί όμως ο ρυθμός ανάπτυξης. Πέρυσι είχε ανέλθει σε 7,8%, ενώ εφέτος, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, θα φθάσει στην καλύτερη περίπτωση το 5,3% και τον επόμενο χρόνο θα υποχωρήσει περαιτέρω στο 5%.


Παρά ταύτα, ο διεθνής οργανισμός επεφύλασσε επαινετικά σχόλια για την πρόοδο της τουρκικής οικονομίας ως προς την επίτευξη των στόχων που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή υποψηφιότητα. Σε μια χαρακτηριστική για την πολυπλοκότητα και την ασάφειά της διατύπωση το ΔΝΤ επισημαίνει: «Οι μειωμένες γεωπολιτικές ανησυχίες ωφελούν την τουρκική οικονομία, αν και προκειμένου να διατηρηθεί η επενδυτική εμπιστοσύνη οι αρχές πρέπει να διατηρήσουν τη σταθερότητα της δημοσιονομικής κατάστασης». Ωστόσο δύσκολα μπορεί κάποιος να μιλήσει για πραγματική επενδυτική εμπιστοσύνη, δεδομένου ότι οι αξιολογήσεις των διεθνών οίκων Moody’s και Standard & Poor’s είναι στo B1 και B αντιστοίχως, πολύ χαμηλότερα δηλαδή από τα επίπεδα που δικαιολογούν τη σοβαρή επενδυτική δραστηριότητα.


Ολα αυτά συμβαίνουν καθώς την προσεχή εβδομάδα κλιμάκιο του ΔΝΤ πραγματοποιεί μία ακόμη επίσκεψη στην Τουρκία με στόχο να εξετάσει την οικονομική πρόοδο και τις δυνατότητες αποδέσμευσης της επόμενης δόσης του δανείου, το συνολικό μέγεθος του οποίου είναι 16 δισ. δολάρια. Αν οι αναλυτές του Οργανισμού διαπιστώσουν ότι υπάρχει πρόοδος, τότε θα υπάρχουν οι τυπικές προϋποθέσεις για την εξασφάλιση επιπλέον 8,5 δισ. δολαρίων από τις ΗΠΑ. Δεν αποκλείεται όμως καθόλου αυτό να έχει ήδη εξασφαλιστεί.