Σχολιάζοντας τις εκτιμήσεις για το 2002 στο προηγούμενο «Βήμα» εμφάνισα μια εικόνα έντονα μελαγχολική. Περιέγραφα το 2002 με ανασφάλειες και προβλήματα. Και η κριτική ήταν άμεση. Ειπώθηκε ότι η διάχυτη απαισιοδοξία δεν συντονίζεται με το κλίμα της εποχής. Στις γιορτές όλοι θέλουμε να ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο, σε κάτι αισιόδοξο, σε κάτι αστραφτερό. Δεν μας αρέσει να διαβάζουμε «2.002 σκέψεις», όπως ήταν ο τίτλος του σχολίου, όταν δεν οδηγούν σε αισιόδοξα συμπεράσματα. Αισθάνθηκα υπεύθυνος και αποφάσισα για μία ακόμη φορά να προσαρμοστώ στο κλίμα της εποχής γράφοντας όχι βέβαια 2.002 ευχές αλλά τρεις μόνο.


Τι θα άλλαζε την άποψή μου που θα μπορούσε να εκφραστεί και ως ευχή; Κατ’ αρχήν η προσήλωση της επιχειρηματικής κοινότητας στη δημιουργία και επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης, στις επιχειρήσεις που διοικούν, των κερδών. Περάσαμε δεύτερη χρονιά με συρρίκνωση και υποτονική διαχείριση. Ξεχνούν ότι έτρεχαν σαν νεοσύλλεκτοι για να πετύχουν την είσοδό τους στο ΧΑΑ. Γνώριζαν πολύ καλά τότε ότι δεν πουλούσαν τις επιχειρήσεις τους. Δεν εγκατέλειπαν την καρέκλα. Νόμιζαν ότι χωρίς περιορισμούς δαπανών, χωρίς νέα προϊόντα και νέες δραστηριότητες, χωρίς διεύρυνση σε μεγάλες και απαιτητικές αγορές όλα θα λειτουργούσαν ρολόι. Επειδή όμως δεν λειτούργησαν, αντιμέτωποι με την ανέλπιστη ρευστότητα και με την πίεση των γεγονότων προχώρησαν σε βεβιασμένες κινήσεις. Πρόχειρες εξαγορές, πλασματικές συγχωνεύσεις και γενικά σπατάλες σε έξοδα χωρίς αντίκρισμα (δημόσιες σχέσεις, διαφήμιση κτλ.). Ας ευχηθούμε λοιπόν για το 2002, με γνώμονα το συμφέρον όλων μας, δημιουργικότητα, επιλογές με προοπτική και ισχυρή κερδοφορία.


Η δεύτερη ευχή θα αφορούσε την οικονομική διαχείριση του ελληνικού Δημοσίου και ιδιαίτερα θέματα διαρθρωτικών αλλαγών, αν δεν είχα πεισθεί πλέον ότι οι δύο έννοιες είναι λογικά ασυνεπείς. Ακόμη και στο πιο απλό, την εισαγωγή του ευρώ, αν δεν υπήρχαν τα ιδιωτικά κίνητρα, αν το τραπεζικό σύστημα, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, με βάση τις εμπορικές, δεν είχαν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος ώστε να είναι από καιρό όπως απεδείχθη έτοιμες, τα πάντα θα είχαν καταρρεύσει. Δικαίως λοιπόν ο διοικητής Ντούιζενμπεργκ τους το αναγνώρισε και αδίκως καμία ελληνική επίσημη φωνή δεν το παραδέχτηκε. Χωρίς τον ιδιωτικό τομέα και με μόνο το Δημόσιο η διαρθρωτική αλλαγή σε ευρώ θα ήταν μια κόλαση. Η ευχή μας λοιπόν προς το ελληνικό Δημόσιο είναι να αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει τρίτος δρόμος για τις διαρθρωτικές αλλαγές. Ας εισαγάγει όπου είναι δυνατόν ιδιωτικοοικονομικά κίνητρα και έλεγχο της κερδοφορίας. Τι καλύτερο όνειρο, τι καλύτερη ευχή από το να ξυπνούσαμε ένα πρωί και το μοναδικό θέμα που θα απασχολούσε το σύνολο της δημόσιας διοίκησης, από τον Πρωθυπουργό ως τον τελευταίο της εργαζόμενο, να ήταν μια ειλικρινής σύγκριση. Επειδή όμως κανένας δεν αισιοδοξεί, ας ευχηθούμε οι ψευδεπίγραφες ανακοινώσεις που δεν πείθουν πλέον κανέναν να αντικατασταθούν με κάποια έστω και μικρής εμβέλειας έργα.


Η τρίτη και τελευταία μεγάλη ευχή μάς αφορά σε μικροεπίπεδο. Το 2002 θα εκλέξουμε νέες τοπικές αρχές. Θα αποφασίσουμε άρα και για νέες επιλογές, όπως για νέο τρόπο λειτουργίας των τοπικών κοινωνιών. Ας προσέξουμε λοιπόν τις επιλογές μας. Και ας εκλέξουμε όχι συμπολιτευόμενους ή αντιπολιτευόμενους, αλλά άρχοντες που θα στοχεύουν και θα πείθουν ότι θα δουλέψουν για να αυξηθεί η αυτονομία των δημοτικών αρχών. Αλλά ας αντιληφθούν ότι υπάρχουν πολλοί πλέον που τους έχει κουράσει να βλέπουν δημοτικές αρχές που δεν αναλαμβάνουν ενεργά με απλές ιδέες να υποκαταστήσουν το άβουλο και δυσκίνητο ελληνικό Δημόσιο. Με αισιοδοξία λοιπόν ας προσβλέπουμε οι νέοι δημοτικοί άρχοντες να διεκδικήσουν αυτονομία στην περίοδο της θητείας τους, με όσο το δυνατόν περισσότερες αρμοδιότητες.


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.