Στην οδό Ελπίδος, έναν μικρό πεζόδρομο πίσω από την Αριστοτέλους, οι κάτοικοι βγάζουν καμιά φορά τραπέζι στον δρόμο και κάθονται σαν να βρίσκονται στη βεράντα τους. Δεν μοιάζουν να έχουν προσέξει αλλά ούτε και να νοιάζονται για το ούτως ή άλλως κρυπτικό μήνυμα πίσω από το πηχυιαίο 14 που σηματοδοτεί την παρουσία της εικαστικής διοργάνωσης documenta στη γειτονιά τους, έτσι όπως διακρίνεται στην κολόνα πίσω από την πόρτα του ισογείου στο νούμερο 13. Για αυτούς το κτίριο με τα μεγάλα παράθυρα, όπου μπερδεύεις εύκολα το μέσα με το έξω, είναι ένα πολυσύχναστο κοινοτικό κέντρο που έχει ανοίξει στη γειτονιά εδώ και έναν μήνα. Kόσμος πάει και έρχεται σε αυτό, μέλη από το art crowd της πόλης, γυναίκες από τη ΜΚΟ Μέλισσα συμμετέχουν σε εργαστήρια ζωγραφικής, κάτοικοι της περιοχής δηλώνουν συμμετοχή για το εργαστήριο διακόσμησης πασχαλινών αβγών, άλλοι θέλουν να μάθουν τι γίνεται στο μέχρι σχετικά πρόσφατα κλειστό κτίριο, ένας ηλικιωμένος μάλιστα μιλάει εξ ονόματος μιας κυρίας που δεν μιλάει πολύ καλά ελληνικά και ρωτάει τους παρευρισκομένους αν μπορούν να τη βοηθήσουν να συμπληρώσει μια υπεύθυνη δήλωση.
Ο λόγος στους ιθαγενείς
Ο ίδιος ή κάποιος γείτονάς του μπορεί να είναι το ένα από τα δύο πρόσωπα στο εβδομαδιαίο φύλλο της εφημερίδας «Ενας προς έναν – One to one» στην οποία παρουσιάζονται ιδιοκτήτες και εργαζόμενοι στις τοπικές επιχειρήσεις και κάτοικοι της περιοχής. Το «Πρότζεκτ Πλατεία Βικτωρίας» του Ρικ Λόου δεν είναι ένα εικαστικό «έργο» χειροπιαστό. Είναι ένα έργο πρωτίστως κοινωνικό που απευθύνεται στους κατοίκους σε αυτή τη γωνιά της Αθήνας. Οχι ότι δεν συμμετέχουν και εικαστικοί σε αυτό. «Οι καλλιτέχνες συμβολίζουν τη δημιουργική ενέργεια που είναι απαραίτητη προκειμένου να ενεργοποιηθεί το δυναμικό της περιοχής» εξηγεί ο Λόου.
Οταν ο αμερικανός εικαστικός από το Χιούστον επισκέφθηκε την Αθήνα το καλοκαίρι του ’15 αναζητώντας ερεθίσματα και έμπνευση για το έργο που του είχε μόλις ανατεθεί για την documenta 14, στην πόλη επικρατούσε μεγαλύτερος αναβρασμός απ’ ό,τι συνήθως. Η ατμόσφαιρα ήταν ιδιαίτερα φορτισμένη από το επικείμενο δημοψήφισμα, ενώ το Μεταναστευτικό είχε πυροδοτήσει τα καλύτερα αλλά και τα χειρότερα αντανακλαστικά των κατοίκων που το βίωναν πιο έντονα. Το ενδιαφέρον του Λόου εστιάστηκε στις πολιτισμικές προεκτάσεις του Μεταναστευτικού και μια επαφή με την ΜΚΟ Μέλισσα τον έφερε στην πλατεία Βικτωρίας όπου εν τέλει αποφάσισε να δουλέψει. Εντόπισε ένα ισόγειο με μεγάλα ανοίγματα και αποφάσισε ότι αυτός θα ήταν ο χώρος του. Μπροστά στα βλέμματα των περαστικών και ανοιχτός προς αυτούς, και όχι αθέατος σε κάποιον όροφο, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και τους μετανάστες που βρίσκονται στην περιοχή.
Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά απ’ ό,τι τα είχε φανταστεί. «Προσπαθώ πάντα να δουλεύω σε έναν συγκεκριμένο τόπο όπου παρατηρούνται τα κοινωνικά φαινόμενα που με ενδιαφέρουν, εν προκειμένω το Μεταναστευτικό. Στην πορεία όμως άρχισα να μαθαίνω περισσότερα για την πλατεία και τις προκλήσεις που αντιμετώπιζαν και αντιμετωπίζουν καθημερινά οι κάτοικοί της και πως ορισμένοι απ’ αυτούς στρέφονταν ακόμα και στη Χρυσή Αυγή, απ’ ό,τι άκουσα. Μπορώ να το καταλάβω, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί όταν είσαι γέννημα-θρέμμα μιας περιοχής και κανείς δεν σου δίνει σημασία γιατί όλοι ενδιαφέρονται για τους νεοφερμένους. Κατέληξα ότι ο καλύτερος τρόπος για να βοηθήσει κανείς τους πρόσφυγες και τους μετανάστες είναι να βοηθήσει πρώτα τους ντόπιους. Αυτός ο χώρος λοιπόν εστιάζει στο Προσφυγικό έχοντας ως πλαίσιο τους ίδιους τους Αθηναίους».

Η Αθήνα και το Τέξας
Πώς μπορεί όμως ένας καλλιτέχνης που έρχεται στη χώρα ανά περιόδους να κατανοήσει σε βάθος την περιπλοκότητα και τις ανάγκες μιας περιοχής; «Είναι αδύνατον» παραδέχεται και ο ίδιος. Γι’ αυτό και στο παιχνίδι μπήκαν οι έλληνες συνεργάτες του, κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν η εικαστικός Μαρία Παπαδημητρίου, η οποία δημιουργεί συλλογικά, κοινωνικά πρότζεκτ και γνωρίζει καλά τι σημαίνει ένταξη μιας κοινότητας σε ένα έργο. «Ο Ρικ ήρθε μόνος του στην Ελλάδα και έφερε ένα σύστημα. Γι’ αυτό ταξιδεύουμε οι καλλιτέχνες. Γιατί μπορούμε να προσεγγίσουμε μια νέα περιοχή ή μια νέα κοινότητα με μια φρέσκια, πιο καθαρή ματιά» λέει η Παπαδημητρίου. Το καρέ συμπληρώθηκε από την αρχιτέκτονα Ελλη Χρηστάκη και τον εικαστικό Ανδρέα Βέμπο. Ολοι μαζί πλέον συμβάλλουν στη διαμόρφωση αυτού του έργου, ενός κοινωνικού γλυπτού «που προκύπτει από τους ανθρώπους και προϋποθέτει φροντίδα για την κοινωνία, όπως ένα συλλογικό έργο τέχνης» σημειώνει η ομάδα στο ενημερωτικό της υλικό.
Πάντως ο όρος «κοινωνικό γλυπτό» έγινε γνωστός χάρη στον γερμανό εικαστικό Γιόζεφ Μπόις, μια πολύ βασική αναφορά και επιρροή στο έργο του Λόου ο οποίος παρεμπιπτόντως ξεκίνησε ως ζωγράφος. «Ζωγράφιζα πίνακες με κοινωνικοπολιτική θεματική όπως η αστυνομική βία. Κάποια στιγμή επισκέφθηκε το στούντιό μου ένας μαθητής και μου είπε: «Η δουλειά σου έχει ενδιαφέρον, όμως ο κόσμος τα γνωρίζει αυτά τα θέματα. Αν είσαι καλλιτέχνης και επομένως ένας δημιουργικός άνθρωπος, γιατί δεν προτείνεις μια λύση;». Αυτός ο μαθητής με έκανε να σκεφτώ πώς θα μπορούσα να κάνω τέχνη ποιητική και με συμβολικό χαρακτήρα η οποία παράλληλα να έχει έναν πρακτικό αντίκτυπο» διηγείται ο Λόου.
Project Row Houses
Η στροφή στην καριέρα του ήταν απότομη και απολύτως εντυπωσιακή και συνέβη σε μια υποβαθμισμένη περιοχή του Χιούστον του Τέξας όπου κατοικούσαν Αφροαμερικανοί. Μαζί με καλλιτέχνες αλλά και ανθρώπους σε επιτελικές θέσεις στην κοινότητα εξασφάλισαν τη χρηματοδότηση για την αγορά και ανακαίνιση 22 ημιετοιμόρροπων σπιτιών της δεκαετίας του ’30 και διασφάλισαν ότι η πιο συχνή χρήση στη δεύτερη ζωή τους θα ήταν ως στούντιο καλλιτεχνών ή μικρές γκαλερί. Το Project Row Houses, όπως ονομάστηκε, έδωσε μια νέα ανάσα ζωής στην περιοχή και στους κατοίκους της, καθώς «δημιούργησε ένα πλαίσιο και μια πλατφόρμα για να εκφραστεί η δημιουργικότητα της περιοχής ενώ παράλληλα έγινε ένα σημείο συνάντησης όπου οι κάτοικοι αναζητούν τρόπους να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους» λέει ο Λόου. Το πρότζεκτ ξεκίνησε το 1993 και το εντυπωσιακό είναι ότι συνεχίζεται ακόμη, καθώς τα 22 σπίτια έχουν γίνει πλέον 49, απλώνονται σε 10 τετράγωνα και στις δραστηριότητες που φιλοξενούν περιλαμβάνεται και ένα πρόγραμμα κοινοτικής στήριξης για ανύπανδρες μητέρες. Τι μπορεί να περιμένει όμως η δική μας Βικτώρια; «Στόχος του πρότζεκτ είναι να ενισχύσει τη δυναμική αυτής της κοινότητας ώστε να είναι σε θέση να δείξει ότι είναι ενεργή πολιτιστικά και ότι μπορεί να προσελκύσει κάποιου είδους επένδυση. Σε έναν χρόνο από τώρα, όσο θα διαρκέσει επισήμως το πρότζεκτ, θα ξέρω αν η προσπάθεια αυτή ήταν χάσιμο χρόνου, αν προέκυψαν κάποιες ενδιαφέρουσες συνθήκες ή αν δημιουργήθηκε ένας κόμβος τον οποίο οι κάτοικοι θα θελήσουν να διατηρήσουν για να συμβάλει στην ανάπτυξη της γειτονιάς».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ