Ποιος νομπελίστας ποιητής αποκάλεσε το καρπούζι «πράσινη φάλαινα του καλοκαιριού» σε ποίημά του για το αγαπημένο φρούτο του καλοκαιριού; Πώς προέκυψε η προσωνυμία «χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας» για την Ελλάδα; Ποιο φρούτο θεωρούνταν βασιλικό στην αρχαιότητα; Από πού μας ήρθαν πεπόνια, ροδάκινα και δαμάσκηνα; Ποια χώρα είναι ο τόπος καταγωγής των περισσότερων φρούτων που απολαμβάνουμε στην Ελλάδα; Πώς παρουσιάζεται στο σύκο στον Αριστοφάνη, στον Καζαντζάκη και στον Ελύτη; Τι σχέση έχει η Γρανάδα της Ισπανίας με τα ρόδια; Τις απαντήσεις δίνει ο Νίκος Σαραντάκος στο βιβλίο του Οπωροφόρες λέξεις. Η χυμώδης ιστορία των καρπών και των ονομάτων τους (Κλειδάριθμος, 2013, σελ. 206, τιμή 13,50 ευρώ), ένα ανάγνωσμα γεμάτο γεύσεις, χυμούς και μυρωδιές που ανακαλούν αναμνήσεις από παιδικά χρόνια και κήπους με λεμονιές, από τα πρώτα κεράσια της άνοιξης να κρέμονται στ’ αυτιά σαν σκουλαρίκια, από παγωμένο καρπούζι μετά το θαλασσινό μπάνιο.

Ο Σαραντάκος, χημικός μηχανικός, φιλόλογος και μεταφραστής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λεξιθήρας και συλλέκτης λέξεων ξεχασμένων, αποδελτίωσε τραγούδια, παροιμίες, κάθε λογής πηγές πλούσιες σε λαογραφικό υλικό, λεξικά και λογοτεχνικά κείμενα από την αρχαιότητα ως σήμερα αναζητώντας πληροφορίες για γνωστά φρούτα και ξηρούς καρπούς, για τις ονομασίες τους, για τις λαϊκές δοξασίες και τις ιστορίες που συνδέονται με αυτά. Μαζί τους πλέκει προσωπικές αναμνήσεις και οικογενειακές ιστορίες σε μια αφήγηση που δεν διεκδικεί επιστημονικά εύσημα βοτανολογικά ή γλωσσολογικά, αποτελεί όμως ένα ανάγνωσμα διασκεδαστικό και εκπαιδευτικό, με πολλές πληροφορίες οικείες αλλά και αναπάντεχες. Στο τέλος του τόμου παρατίθεται στο πρωτότυπο το κείμενο μιας βασικής πηγής του συγγραφέα, του μεσαιωνικού Πωρικολόγου. Πρόκειται για ένα άκρως απολαυστικό σατιρικό κείμενο του 14ου αιώνα σε δημώδη γλώσσα, με τη μορφή παρωδίας δίκης, στην οποία συμμετέχουν φρούτα και λαχανικά.

Στις Οπωροφόρες λέξεις διαβάζουμε ότι βασιλιάς των φρούτων στην αρχαιότητα ήταν το μήλο, το οποίο θεωρούνταν φρούτο του έρωτα. Πηγές αναφέρουν πως για να εκδηλώσουν την αγάπη τους οι αρχαίοι πετούσαν ένα μήλο στην αγκαλιά του αγαπημένου προσώπου και, αν το έπιανε, σήμαινε ότι ο έρωτας ήταν αμοιβαίος. «Μήλο» αποκαλούσαν οι Βυζαντινοί –σύμφωνα με έναν θρύλο– και την υδρόγειο σφαίρα που βρισκόταν στο χέρι του έφιππου αγάλματος του Ιουστινιανού στην Πόλη κι όταν κάποτε έπεσε από το χέρι του είδαν το γεγονός ως κακό οιωνό για το μέλλον της Πόλης.

Φτωχός συγγενής του μήλου είναι το αχλάδι ή απίδι, απαραίτητο φρούτο στις παιδικές φρουτόκρεμες, που απαντά σε πάμπολλες φράσεις της λαϊκής δημοτικής και της αργκό («Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά», «την κουνάει την αχλαδιά») αλλά και της καθαρεύουσας («το θέμα συζητήθηκε μεταξύ τυρού και αχλαδίου»).

Το ρόδι, με τα κατακόκκινα λαμπερά σπυριά, του είναι από τους αρχαιότερους καρπούς επί ελληνικού εδάφους και σύμβολο αφθονίας και καλοτυχίας. «Παππούδες» λένε τα σπυριά του στη Μυτιλήνη κι ο Στράτης Μυριβήλης στη νουβέλα του Βασίλη του Αρβανίτη δίνει τη θαυμάσια παρομοίωση: «ρουμπίνια σαν ροϊδοπαππούδες».

Κυδώνι μασούσαν οι νύφες στην αρχαία Ελλάδα πριν μπουν στον νυφικό θάλαμο για να είναι το φιλί τους μυρωδάτο – και μάλιστα βάσει νόμου, που τον είχε θεσπίσει ο Σόλωνας, όπως γράφει ο Πλούταρχος.

Τα ξερά σύκα, πάλι, ανήκαν στο βασικό διαιτολόγιο των αρχαίων. Φρούτο με ερωτική σημασία, που δήλωνε άλλοτε το ανδρικό και άλλοτε ο γυναικείο γεννητικό όργανο, το σύκο θεωρούνταν ανέκαθεν φρούτο «πονηρό», ενώ το μούσμουλο ήταν ανέκαθεν φτωχό και περιφρονημένο.

Για το καρπούζι, το κατεξοχήν φρούτο του καλοκαιριού, διαβάζουμε ότι παλιά, και ειδικά στα νησιά, το αποκαλούσαν «χειμωνικό», επειδή το διατηρούσαν ως τον χειμώνα και το προσέφεραν σε χειμωνιάτικες γιορτές. Όσο για τους Αιγύπτιους, φαίνεται πως το θεωρούσαν τόσο εκλεκτό φρούτο, που έβαζαν καρπούζια στους τάφους των Φαραώ. Ο Πάμπλο Νερούδα του αφιέρωσε την «Ωδή προς το καρπούζι», την οποία αναζητήσαμε και στην οποία περιγράφει τη στιγμή που κόβουμε ένα καρπούζι ως εξής: «Τα δυο ημισφαίρια ανοίγουν,/ μια σημαία πράσινη, λευκή και κόκκινη προβάλλει,/ που διαλύεται σε έναν καταρράκτη ζάχαρης, / σε απόλαυση!».

Πληροφορίες για τις μπανάνες και τις «Μπανανίες», για τον ανανά, την παπάγια και το «φελέκι», για τα κάστανα που ο Θεόφραστος αποκαλεί «βελανίδια του Δία», για την ετυμολογική σχέση του σύκου με το συκώτι, για τους χουρμάδες, τα καρύδια, τα λεμόνια και τα πορτοκάλια και για τη σταφίδα, το «ελληνικό μαύρο χρυσάφι», και για άλλους καρπούς διαβάζουμε άφθονες στα 31 κεφάλαια του βιβλίου, το οποίο δεν φιλοδοξεί βέβαια να εξαντλήσει το θέμα, αλλά να δώσει μια αίσθηση για το παρελθόν κάθε καρπού και τη θέση του στην κουλτούρα μας, μια αίσθηση που θα συνοδεύει τη γεύση του και ίσως εμβαθύνει την απόλαυσή του.

Η έμφαση δίνεται στα ονόματα των φρούτων, στην προέλευσή τους και στις διεθνείς ονομασίες τους και στη χρήση τους σε παροιμίες, ιδιωματικές φράσεις και σε λαϊκές αφηγήσεις. Οι πληροφορίες σταχυολογούνται άτακτα και οργανώνονται σε μια αφήγηση μάλλον συνειρμικά, η οποία όμως διαβάζεται ευχάριστα και επιφυλάσσει διάφορες εκπλήξεις στον αναγνώστη, όπως η εξιστόρηση για την ποικιλία πορτοκαλιών Μέρλιν στην οποία εμπλέκεται και η Γκεστάπο.